ΚΑΝΝΕΣ 2022: Triangle of Sadness – Η διακριτική γοητεία των δισεκατομμυριούχων
Ανταπόκριση στις Κάννες: M.G.Vagenas
Ο Ruben Östlund νικητής του Χρυσού Φοίνικα το 2017 με την ταινία The Square επιστρέφει στο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών με μια νέα καυστικότατη σάτιρα: The Τriangle of Sadness.
Η πρώτη σεκάνς της ταινίας μάς προσκαλεί στην αίθουσα αναμονής ενός κάστινγκ για ανδρικά μοντέλα, όπου μια σειρά από πανέμορφα αγόρια περιμένουν υπομονετικά και γυμνόστηθα την σειρά τους, με το book τους, ενώ ένας νεαρός σόουμαν τους παίρνει συνέντευξη για μια τηλεοπτική εκπομπή ζητώντας τους πρώτα να ποζάρουν με σοβαρό και περιφρονητικό ύφος όπως θα έκαναν για έναν οίκο πολυτελείας και στη συνέχεια, φιλικά και χαμογελαστά, όπως θα έκαναν για μια φτηνή μάρκα.
Σε αυτό το ολιγόλεπτο ντεμπούτο της ταινίας, ο Östlund σκιαγραφεί αμέσως και με ακρίβεια το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η ταινία που περιστρέφεται γύρω από την δύναμη της ομορφιάς και την ισχύ του χρήματος, σε μια κοινωνία χωρισμένη στα δύο, όπου λίγοι τυχεροί κυβερνούν χάρη στο χρήμα και όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να τους υπακούνε και να υπηρετούνε επειδή το χρειάζονται.
Καρικατούρα γκροτέσκ, μέχρι παροξυσμού, των εκατομμυριούχων, της βιομηχανίας της μόδας, και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ταινία μας βυθίζει, κυριολεκτικά, σε μια ξεκαρδιστική και κυνική περιπέτεια που φέρνει τα πάνω – κάτω ανατρέποντας, έστω και για λίγο, προνόμια, ιεραρχίες και δομές εξουσίας.
Η ταινία χωρίζεται σε τρεις αφηγηματικές ενότητες- τρία κεφάλαια- που, ακολουθώντας την πορεία των δύο νεαρών πρωταγωνιστών, του Carl (Harris Dickinson) και της Yaya (Charlbi Dean), ένα ζευγάρι μοντέλων, μάς οδηγεί από τον υπέρλαμπρο κόσμο των επιδείξεων μόδας, σε μια θαλαμηγό για πολυτελείς κρουαζιέρες, καταλήγοντας σε ένα, φαινομενικά, έρημο νησί.
Το θέμα των χρημάτων τίθεται αμέσως επί τάπητος, όταν φτάνει ο λογαριασμός του δείπνου σε ένα πανάκριβο εστιατόριο, και η Yaya προσποιείται ότι δεν τον είδε, αναγκάζοντας έτσι τον φίλο της να πληρώσει. Η συμπεριφορά της θυμώνει στον Καρλ, η καριέρα του οπίου βρίσκεται ήδη σε πτωτική πορεία – κατά τη διάρκεια του κάστινγκ του συστήνεται να κάνει μπότοξ για να λειάνει μια ρυτίδα έκφρασης ανάμεσα στα φρύδια το λεγόμενο Τρίγωνο της Θλίψης – και που σαν άνδρας μοντέλο βγάζει έτσι και αλλιώς πολύ λιγότερα χρήματα από την κοπέλα του.
Μετά από έναν καυγά κάπως τα ξαναβρίσκουν, μιας και αυτή η σχέση τελικά συμφέρει και τους δυο: ποστάροντας όμορφες φωτογραφίες τους ως ζευγάρι αυξάνουν σημαντικά τον αριθμό των followers τους.
Σαν influencer η Yaya κερδίζει μια κρουαζιέρα σε μια υπερπολυτελή θαλαμηγό. Σε μια σουρεαλιστική σκηνή που μοιάζει βγαλμένη από ένα εγχειρίδιο νεοφιλελευθερισμού, η υπεύθυνη υπηρεσιών Paula (Vicki Berlin), εμψυχώνει το προσωπικό να τα δώσει όλα, μια που το ποσοστό ικανοποίησής των ζάμπλουτων επιβατών είναι αυτό που καθορίζει και τη γενναιοδωρία των φιλοδωρημάτων τους στο τέλος.
Η πλοκή που μέχρι αυτή την στιγμή περιστρεφόταν γύρω από τον Καρλ και τη Γιάγια, τους φτωχότερους επιβάτες της κρουαζιέρας, διευρύνεται με μια ολόκληρη σειρά νεόφερτων χαρακτήρων. Στην πολυτελή τραπεζαρία της θαλαμηγού συναντάμε τον Dimitriy (Ζλάτκο Μπούριτς), έναν Ρώσο μεγιστάνα, τον βασιλιά των “σκατών”, όπως αποκαλεί ο ίδιος τον εαυτό του με αυτοσαρκασμό- που πλούτισε πουλώντας λιπάσματα- την σύζυγό του Vera (Sunnyi Melles), μια εκκεντρική, ισχυρογνώμων γυναίκα σκεπασμένη με κοσμήματα- μια Γερμανίδα που μετά από ένα εγκεφαλικό, λέει μόνο μια φράση: In den Wolken!, έναν μεγιστάνα της πληροφορικής, και τέλος, ένα καλοκάγαθο ζευγάρι ηλικιωμένων Άγγλων, τον Winston και την Clementine που κέρδισαν τα εκατομμύρια τους παρασκευάζοντας χειροβομβίδες. Όλος αυτός ο καλός κόσμος διασκεδάζει, τρώει, πίνει και κουβεντιάζει, καυχιέται για τις επιτυχίες και τις περιουσίες του. Για να ικανοποιηθεί το καπρίτσιο της Vera, που δεν καταλαβαίνει γιατί το προσωπικό δεν μπορεί να χαρεί και αυτό την ζωή του κολυμπώντας στην πισίνα του πλοίου, όλοι αναγκάζονται με τραγελαφικό τρόπο να φορέσουν τα μαγιό τους και να πηδήξουν στη θάλασσα για να την ευχαριστήσουν.
Στο φαινομενικά τέλειο σύμπαν της κρουαζιέρας, ο καπετάνιος, ένας ξέφρενος Woody Harrelson στα καλύτερα του, αποποιείται κάθε ευθύνη και ξημεροβραδιάζεται μεθυσμένος στην καμπίνα του, ακούγοντας τον ύμνο της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ωστόσο, δεν μπορεί να ξεφύγει από απόλυτο must κάθε κρουαζιέρας: το δείπνο του καπετάνιου. Μάταια, ο επικεφαλής του προσωπικού προσπαθεί να τον πείσει να μην οργανώσει το δείπνο την Πέμπτη, μια και προβλέπεται μια τρομακτική καταιγίδα: ο καπετάνιος δεν αλλάζει γνώμη. Η ναυτία χτυπάει αμείλικτα τους κομψούς καλεσμένους έναν έναν, μετατρέποντάς τους σε αγέλη ζώων σκεπασμένων με εμετό, και βυθίζει το πλοίο σε μια αποκαλυπτική-εσχατολογική ατμόσφαιρα – οι τουαλέτες αρχίζουν ξεβγάζουν ποτάμια από περιττώματα. Ενώ οι επιβάτες κυλιούνται μες την βρόμα πεσμένοι στα πατώματα, ο Dimitriy και ο καπετάνιος, αλώβητοι και εντελώς μεθυσμένοι διαγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα θυμηθεί το καλύτερο αντικαπιταλιστικό ρητό.
Περιγράφοντας με έναν ξέφρενο oίστρο την γκροτέσκα αυτοκαταστροφή όλων των χαρακτήρων, που μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα χάνουν κάθε ίχνος περηφάνειας και αξιοπρέπειάς μέσα, η σεκάνς αυτή φέρνει στο νου μας μια σειρά από κινηματογραφικές μνήμες από Το Μεγάλο φαγοπότι του Ferreri μέχρι το Φάντασμα της ελευθερίας του Bunuel και τις κυνικές καρικατούρες των Monty Python. Το επεισόδιο αυτό, που απέσπασε πολλές φορές το γέλιο του κοινού, κορυφώνεται τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας όταν το πλοίο δέχεται επίθεση από μια ομάδα πειρατών.
Πάρα την παρατεταμένη διάρκεια της, η ταινία δεν χάνει ποτέ τον ρυθμό της και ο Östlund καταφέρνει να μας κρατήσει συνεχώς σε εγρήγορσή με ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές, καυστικό και απολυτά κυνικό.
Η ταινία γυρίστηκε εν μέρει στην Ελλάδα σε συμπαραγωγή της Heretic Films και με την υποστήριξη του ΕΚΟΜΕ.