Μάθηματα Κινηματογραφικής Ιστορίας 4 : Nouvelle Vague
“Το σινεμά δεν είναι μια τέχνη που κινηματογραφεί τη ζωή: το σινεμά είναι κάτι μεταξύ της τέχνης και της ίδιας της ζωής. Σε αντίθεση με τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, το σινεμά δίνει πολλά στη ζωή και παίρνει από αυτή και προσπαθώ να αποδίδω αυτό το στοιχείο στα έργα μου. Η λογοτεχνία και η ζωγραφική θεωρούνταν τέχνη από την αρχή∙ το σινεμά όχι” Ζαν-Λυκ Γκονταρ
Επιστροφή για το 4ο μάθημα με ένα θέμα που αφορά το πώς αντιλαμβανόμαστε τον κινηματογράφο ως μέσο. Nouvelle Vague, στα ελληνικά «Νέο Κύμα», είναι μια τάση που ξεκίνησε στη Γαλλία τη δεκαετία του ’50 θέλοντας να αλλάξει τις συμβάσεις που ίσχυαν στον μεταπολεμικό κινηματογράφο και να τον εξελίξει σε κάτι πιο δημιουργικό και καλλιτεχνικό. Όπως δηλώνει και η ίδια η λέξη «Κύμα», η κίνηση καθώς και η δύναμη είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον κινηματογράφο, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με την αντίληψη που επικρατούσε πως είναι ένα καθαρά αφηγηματικό μέσο και μόνον αυτό.
Πάμε πίσω, αναγνώστη μου, στις αρχές του ’50, στη Γαλλία, όπου κυκλοφορεί το Cahiers du Cinema (το οποίο παρεπιμπτόντως κυκλοφορεί ως σήμερα), ένα περιοδικό που ίδρυσαν οι Αντρέ Μπαζέν, Ζακ Ντονιόλ και Τζόζεφ Μαρί Λο Ντούκα και στο οποίο αρθρογραφούν μερικοί από τους σπουδαιότερους και ριζοσπαστικούς σκηνοθέτες όπως ο Ζαν-Λυκ Γκονταρ, ο Φρανσουα Τρυφώ, Ζακ Ριβέτ, Έρικ Ρομέρ και Κλωντ Σαμπρόλ. Με τα κείμενά τους ασκούν κριτική σε άλλους σκηνοθέτες που μεταφέρουν απλώς μέτρια λογοτεχνικά έργα στον κινηματογράφο, θέλοντας να περάσουν το μήνυμα πως η ταινία είναι μια μορφή τέχνης όπου ο σκηνοθέτης οφείλει να προσθέτει τη δική του ιδεολογία και αισθητική.
Επιπλέον, επικεντρώνονται στον όρο «σκηνοθέτης» ισχυριζόμενοι πως δεν είναι ένας εκτελεστής σεναρίου που μόνη του δουλειά είναι να το γεμίζει με ψυχρές εικόνες, αλλά αντίθετα είναι καλλιτέχνης που αφήνει το στίγμα του σε κάθε του δημιούργημα.
Οι σκηνοθέτες της Nouvelle Vague φανερώνουν απροκάλυπτα το θαυμασμό τους σε δημιουργούς όπως τον Ρενουάρ, τον Βιγκώ, τον Κοκτώ, εκτιμούν τη δουλειά των Ιταλών νεορεαλιστών σκηνοθετών με αγαπημένο τους τον Ροσελίνι, λατρεύουν τον μετρ του σασπένς, Χίτσκοκ και ανακαλύπτουν Αμερικανούς δημιουργούς που δεν ήταν ευρέως γνωστοί, όπως τον Φορντ και τον Χωκς.
Χαρακτηριστικά των ταινιών αυτών είναι τα σενάρια που αναφέρονται στην σύγχρονη πραγματικότητα με ήρωες που είναι συχνά αντιφατικοί και διφορούμενοι, το ελλειπτικό μοντάζ που πετυχαίνει τη γραμμική συνέχεια στην αφήγηση και τα πλάνα μεγάλης διάρκειας. Επιπλέον, η χαλαρή αφηγηματική δομή, οι ξαφνικές ανατροπές, το αμφίσημο τέλος, η παιχνιδιάρικη διάθεση και το χαμηλό budget ολοκληρώνουν το σύνολο των στοιχείων αυτών.
Την κινηματογραφική πρωτιά την εποχή της NouvelleVague διεκδικούν δύο ταινίες: το «PointeCourt» της Ανιές Βαρντά και το «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα» του Ροζέ Βαντίμ που προβλήθηκαν το 1956. Βέβαια, η πρώτη ταινία πέρασε εντελώς απαρατήρητη, ενώ στη δεύτερη έχουμε μια Μπριζιτ Μπαρντό που αναπόφευκτα έκανε αίσθηση. Μπριζίτ Μπαρντό, Άννα Καρίνα και Ζαν-Πωλ Μπελμοντό είναι τρεις από τις πιο γνωστές φυσιογνωμίες της Nouvelle Vague. Άλλα αντιπροσωπευτικά έργα του Νέου Κύματος είναι τα εξής: «Με κομμένη την ανάσα», «400 Χτυπήματα», «Ο τρελός Πιερό», «Χιροσίμα αγάπη μου», «Πυροβολήστε τον πιανίστα», «Ζούσε τη ζωή της», «Jules et Jim»και «L’amour fou».
C’est fini, λοιπόν, που λένε και οι Γάλλοι- μιας και αυτή τη φορά μιλήσαμε για κινηματογράφο με…γαλλικό αέρα. Συνοψίζουμε λέγοντας πως η Vague, η καλλιτεχνική αυτή τάση –που μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δύο περιόδους, από το 1959-1962 με την εποχή των πειραματισμών και από το 1966-1968 με την πολιτικά προσανατολισμένη περίοδο (Μάης του ’68)- άλλαξε εντελώς τη θέαση του κινηματογράφου καταρρίπτοντας τις συμβάσεις που τον ήθελαν ένα παραδοσιακό αφηγηματικό μέσο και εξυψώνοντάς τον σε μια νέα δημιουργική γλώσσα.
Για περισσότερα Μαθήματα Κινηματογραφικής Ιστορίας πατήστε εδώ.