Uncategorized

Νύχτες Πρεμιέρας: Tungsten

Tungsten (βολφράμιο) είναι ένα μέταλλο, γνωστό για τις πολύ υψηλές του αντοχές στη θερμότητα αλλά και την υψηλή αγωγιμότητα του. Χρησιμοποιείται σε λαμπτήρες.

Στην Αθήνα του σήμερα δύο έφηβοι, ένας ελεγκτής εισιτηρίων, ένας μετανιωμένος άνδρας ψάχνουν να διορθώσουν τα λάθη τους και έρχονται σε σύγκρουση με τους εαυτούς τους και τους γύρω τους, την ώρα που η Αθήνα «υποφέρει» από γενικό μπλακ-άουτ.

Διαβάζοντας την υπόθεση της ταινίας, ακούγοντας τα όσα έχουν γραφτεί νομίζεις ότι θα αποτελεί μια δραματική προσπάθεια να δοθούν έννοιες όπως περιθωριοποίηση, βία, αδιέξοδο. Και λες: θα το έχω σίγουρα ξαναδεί το έργο. Εκεί πάνω ο Γιώργος Γεωργόπουλος κάνει την έκπληξη, φτιάχνοντας κάτι παραπάνω από ένα δράμα: φτιάχνοντας μια ταινία με χιούμορ, με ψυχή.

Δεν μιλάμε, λοιπόν, για μια πόλη στο σκοτάδι, αλλά για μια πόλη που κινείται στα όρια: ανάμεσα στο απόλυτο φως και το απόλυτο σκοτάδι, στη ζωή και τον θάνατο. Άλλωστε, όλη η κινηματογράφηση έχει γίνει σε ασπρόμαυρο με έντονο κοντράστ (πολύ λευκά τα λευκά, πολύ μαύρα τα μαύρα), εντείνοντας αυτό το «παιχνίδι» των ορίων.

Για παράδειγμα στην πρώτη σκηνή που συναντάμε τον Όμηρο Πουλάκη, τον βλέπουμε μέσα από την αντανάκλαση στο τζάμι ενός λεωφορείου. Στον αντίποδα, λίγο πριν το τέλος, τα πάντα διαδραματίζονται σε απόλυτο σκοτάδι, με τις λεπτομέρειες των προσώπων να μην ξεχωρίζουν σχεδόν.

Στην ταινία του Γεωργόπουλου το ξάφνιασμα ακολουθεί το γέλιο, ακολουθεί την αγωνία, την ανησυχία. Εάν είχε επιλέξει να πει την ιστορία μόνο με όρους δραματικούς, τότε η απόπειρα θα ήταν ίσως αποτυχημένη, μιας και θα μιλούσαμε για μια ιστορία που έχουμε ξαναδεί αρκετές φορές στο σινεμά (περιθωριοποίηση, γκέτο, οικονομικά αδιέξοδα, η κατάβαση στην κόλαση του εαυτού μας). Το χιούμορ, η φωτογραφία, οι ερμηνείες (ιδιαίτερα του Βαγγέλη Μουρίκη και του Προμηθέα Αλειφερόπουλου), καθώς και το ρεαλιστικό σενάριο δίνουν πόντους στον σκηνοθέτη.

Μία ταινία που μιλά για τη βία χωρίς ίχνος βίας; Και όμως, αυτό επιλέγει να κάνει ο Γεωργόπουλος –και κατά τη γνώμη μου σωστά. Τα πάντα υπονοούνται. Χέρια που κρατούν ξύλα, όπλα που ορθώνονται, μια πόρτα που κλείνει. Η βία δεν υπάρχει στη σκηνή και όμως την αισθάνεσαι. Σε μια Αθήνα παράδοξη. Με τους ήρωες να κινούνται σε σοκάκια γύρω από το κέντρο, χωρίς ποτέ να βρίσκονται στο κέντρο. Πάντα στο περιθώριο, πάντα ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, την ελπίδα και την απελπισία. Πάντα στα όρια.

Ωστόσο, αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στα δύο άκρα έχει και ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Μέχρι το φινάλε το χιούμορ δεν έχει κατασταλάξει μέσα μας. Με αποτέλεσμα το τέλος να μην μπορεί να «κυλήσει» αβίαστα, να μην μπορεί να σταθεί δίπλα σε αυτό που έβλεπες τόση ώρα (γι’ αυτό ίσως και κάνα δυο δραματικές σκηνές έβγαλαν λίγο γέλιο –ευτυχώς ήταν ελάχιστες).

Η ταινία άρεσε. Και μάλιστα πολύ. Τελικά αυτό δεν είναι που έχει σημασία;

Τάιλερ Ντέρντεν 

cinepivates

Συντακτική ομάδα

2 σκέψεις σχετικά με το “Νύχτες Πρεμιέρας: Tungsten

  • !!!!!! θα τη δω ελπίζω . Πολυ ομορφο ποστ, ως συνηθως μικρή! Ο Μουρικης ειναι καταπληκτικος σε τετοιους ρολους. Τον θυμασαι στο Απόντες;

    Σχολιάστε
  • Έχει κάνει εξαιρετικές κινηματογραφικές εμφανίσεις. Παίζει τώρα και στο Attenberg της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη που πήγε και στη Βενετία -και πήρε και βραβείο.

    Τάιλερ

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *