Πρόσωπα

Τιμ Μπάρτον: ο σκηνοθέτης των σουρεάλ ονείρων

«Μεγάλωσα βλέποντας στην τηλεόραση ταινίες όπως το Ο Εγκέφαλος Που Δε Λέει να Πεθάνει (1962) τα σαββατιάτικα απογεύματα. […] Δεν το είδα ποτέ ως αρνητικό. Νομίζω ότι τα πράγματα που δεν βασίζονται στον ρεαλισμό, λειτουργούν καθαρτικά».

Τιμ Μπάρτον

Όταν μικρό παιδί κλεινόταν στο σκοτεινό δωμάτιό του -πολιτική των γονιών του ήταν να μην ανοίγουν οι γρίλιες του παραθύρου του- έπλαθε μαγικές, δικές του ιστορίες. Οι φανταστικοί του φίλοι ήταν απλά λίγο πιο παράξενοι από όλων των άλλων παιδιών.

Ο Τίμοθι Γουόλτερ Μπάρτον γεννήθηκε στις 25 Αυγούστου στο Μπέρμπανκ των Ηνωμένων Πολιτειών. Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη σκοτάδι (αλλά -παρά τη μοναχικότητα που ο ίδιος υποστηρίζει ότι τον διέκρινε- και χιούμορ), ταινίες τρόμου και επιστημονικής φαντασίας, σκίτσα (ειδικά του αγαπημένου του Βίνσεντ Πράις) και παιχνίδι στο νεκροταφείο.

Ο Μπάρτον συγκέντρωνε σε λευκώματα τίτλους από ταινίες, ευχετήριες κάρτες, καθώς και τα σκίτσα του. Σε μία σχεδόν ειρωνική εξέλιξη, ήταν οι τοπικοί άρχοντες του Μπέρμπανκ (των οποίων την προαστιακή ηθική σατίριζε αργότερα στις ταινίες του) που αναγνώρισαν πρώτοι το ταλέντο του: οι αφίσες του για μια εκστρατεία πρόληψης πυρκαγιάς και για τη στήριξη της τοπικής ομάδας είδαν το φως της δημοσιότητας.

Από το Μπέρμπανκ πήγε να σπουδάσει στο Ινστιτούτο Τεχνών της Καλιφόρνια, έχοντας κερδίσει μια υποτροφία από τη Disney. Σε αυτήν πήγε να εργαστεί μετά τις σπουδές του.

Το φυσικό ταλέντο του ήταν αυτό που ήλπιζε να εκμεταλλευτεί η εταιρεία του ποντικού. Παρ’ όλα αυτά, όταν ήρθε η στιγμή να εργαστεί ο Μπάρτον διαπίστωσε ότι η πλούσια –και νοσηρή- φαντασία του δεν χωρούσε στα στενά, γλυκερά όρια της Disney.

Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν για το Black Cauldron (1985) ο Μπάρτον έφτιαξε περισσότερα από 200 σκίτσα (ανθρωπόμορφα πλάσματα, φονικές μηχανές κ.ά.), η Disney δεν χρησιμοποίησε κανένα από αυτά.

Το ότι ο σκηνοθέτης ασφυκτιούσε σε αυτό το περιβάλλον φαίνεται και από τον όγκο του έργου του εκείνη την περίοδο. Ο Μπάρτον ζωγράφιζε όπου έβρισκε: χιλιάδες σκίτσα κοσμούν σχεδιαστικά φύλλα, χαρτοπετσέτες, οποιαδήποτε επιφάνεια μπορούσε να φιλοξενήσει ένα σχέδιο.

Μπορεί να μην είχαν σχέση με τη δουλειά του εκείνη την περίοδο, από αυτά τα σκίτσα, όμως, θα προέκυπταν στο μέλλον νέοι χαρακτήρες και ιστορίες.

Τελικά, η Disney δέχθηκε να χρηματοδοτήσει κάποια από τα πρότζεκτ του Μπάρτον, όπως το Vincent και το Frankenweenie (το οποίο μέσα στο 2012 θα το δούμε και ως μεγάλου μήκους ταινία) και φυσικά τον Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη, ταινία που βασίζεται σε χαρακτήρες και ιδέα του Μπάρτον (τη σκηνοθέτησε ο Χένρι Σέλικ).

Από τα σκίτσα και τις ταινίες κινουμένων σχεδίων ήταν απλά θέμα χρόνου μέχρι ο Τιμ Μπάρτον να περάσει στη δημιουργία ταινιών. Ξεκινώντας με τιςΠεριπέτειες του Πι-Γουή (1985) οι ταινίες του αγαπήθηκαν σχεδόν αυτόματα:Σκαθαροζούμης, τα δύο πρώτα ΜπάτμανΕντ ΓουντΟ μύθος του ακέφαλου ΚαβαλάρηΝεκρή Νύφηο Τσάρλι και το Εργοστάσιο ΣοκολάταςΣουίνι Τονταποτελούν μερικούς μόνο σταθμούς στο καρναβαλικό κινηματογραφικό ταξίδι του Τιμ Μπάρτον.

Θα έλεγε κανείς ότι ο Μπάρτον αποτελεί το αντίπαλον δέος του Στήβεν Σπίλμπεργκ. Κι αυτό γιατί από τον –πασπαλισμένο με χρυσόσκονη- κινηματογραφικό κόσμο του δεύτερου λείπουν οι σκοτεινές γωνίες ενός παιδικού εφιάλτη.

Αντίθετα, ο Μπάρτον δεν ξεχνά ποτέ τους εφιάλτες του. Ο θάνατος, η σκληρή ενηλικίωση, η διαφορετικότητα αποτελούν μόνιμες θεματικές στο πλούσιο έργο του. Από τον παρία Ψαλιδοχέρη (που οι κάτοικοι των προαστείων θεωρούν καλό μόνο για να κουρεύει τους θάμνους τους), στον Πινγκουίνο της ταινίας Ο Μπάτμαν Επιστρέφει που έχουν απορρίψει οι γονείς του, στον αμετανόητο παραμυθά Εντ Μπλουμ του Big Fish, στον εκκεντρικό Γουίλι Γουόνκα, στον θλιμμένο ημίτρελο Καπελά της Αλίκης, οι χαρακτήρες του είναι μια σειρά από πικραμένα πλάσματα που αναζητούν τη θέση τους στον κόσμο.

Τα φιλμ του Μπάρτον δεν ξεχνάνε ποτέ τι σημαίνει πραγματικά το να είσαι παιδί. Όλο τον φόβο, την αίσθηση της περιπέτειας, την αγάπη για το παράδοξο, την αθωότητα με την οποία προσεγγίζει κανείς τα πάντα. Έτσι, το πέρασμα από ένα ποτάμι γίνεται ξαφνικά η μεγαλύτερη περιπέτεια, ένα αγόρι μαγεύεται από ένα εργοστάσιο σοκολάτας, ενώ ο κόσμος είναι γεμάτος τρομακτικά και υπέροχα πράγματα.

Ιδιαίτερα δημιουργικός, ο Τιμ Μπάρτον θα συνεχίσει να φτιάχνει ταινίες για παράξενους χαρακτήρες που κάπως αγγίζουν τη δική μας ύπαρξη. Γιατί –όπως λέει και ο ίδιος- «εάν είχε ποτέ κανείς εκείνο το αίσθημα της μοναξιάς, του να είναι ένας ξένος, αυτό ποτέ δεν φεύγει τελείως. Μπορεί κάποιος να είναι ευτυχισμένος ή επιτυχημένος ή οτιδήποτε άλλο, αλλά αυτό μένει ακόμα μέσα του».

Αγγελική Στελλάκη

* Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο in.gr

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *