58o ΦΚΘ: H σκοτεινή και η φωτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης
Η Θεσσαλονίκη μάς υποδέχθηκε με καλό καιρό και ασφυκτικά γεμάτες αίθουσες. Μεγάλες οι ουρές στο εκδοτήριο της Αριστοτέλους -και μόλις είπαμε ότι ξεφύγαμε από τον εφιάλτη της ουράς για την κάρτα του μετρό στην Αθήνα-, sold out οι περισσότερες προβολές του Φεστιβάλ. Ήταν Σάββατο και ο κόσμος της Θεσσαλονίκης έτρεξε να απολαύσει καλό σινεμά. Μεταξύ αυτών και εμείς που είδαμε το ντοκιμαντέρ του Λευτέρη Χαρίτου -ο οποίος μεταξύ άλλων σχολίασε και την πρόσφατη εξέλιξη της απομάκρυνσης της Ηλέκτρας Βενάκη από το ΕΚΚ-, Dolphin Man, καθώς και την πολυαναμενόμενη νέα ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά που είχε προβληθεί νωρίτερα και στο Σαν Σεμπαστιάν. Στις σκοτεινές αίθουσες η αγάπη για τη φύση και η ανάγκη να βρεις τον εαυτό σου «συγκρούστηκε» με τα σκοτεινά, βαθύτερα ένστικτα της ανθρώπινης ύπαρξης. Νικητές και ηττημένοι δεν υπάρχουν, υπάρχουν μόνο διαφορετικές κινηματογραφικές ιστορίες, έτοιμες να μας ταξιδέψουν.
Love Me Not του Αλέξανδρου Αβρανά
Η μεγάλη πρεμιέρα της ημέρας δεν ήταν άλλη από τη νέα ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά, που μετά το Miss Violence επιστρέφει δυναμικά με μια ταινία σοκαριστικά βγαλμένη από την αλλόκοτη σύγχρονη ζωή, καθώς βασίζεται σε ένα τρομακτικό γεγονός που πραγματικά συνέβη πριν λίγα χρόνια (2011) στη χώρα μας. Ένα ευκατάστατο ζευγάρι προσκαλεί στην πολυτελή του βίλα, νεαρή αλλοδαπή για να αποτελέσει την παρένθετη μητέρα για το παιδί τους. Λίγο αργότερα, ο σύζυγος λαμβάνει ένα τηλεφώνημα μέσα από το οποίο μαθαίνει ότι η σύζυγός του βρήκε τραγικό θάνατο σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Με συγκλονιστική ερμηνεία της κεντρικής πρωταγωνίστριας, πεντακάθαρο, δυνατό-σχεδόν επιθετικό- ήχο, αλλά ένα ασύμετρα καλύτερο πρώτο μέρος, παρά το κολαστήριο της επόμενης πράξης. Ο Αβρανάς εξελίσσεται περισσότερο από το Miss Violence, το οποίο όμως υπερτερούσε από τη νέα του δουλειά σε σενάριο. Χτίζει ωραία τόσο το μυστήριο όσο και το αρρωστημένο μέρος που, όπως κι η ίδια η ιστορία, ίσως θα διχάσει αλλά σίγουρα θα σοκάρει και αποτελεί εφαλτήριο για συζητήσεις πάνω στην ηθική, το έγκλημα και την τιμωρία, τη «θεία δίκη» και την κάθαρση που δεν έρχεται ποτέ και τη βια κατά γυναικών….
Όπως δήλωσε ο ίδιος στο Q&A, δεν τον ενδιαφέρει η χριστιανική ηθική, ούτε θέλει να δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις για τους θύτες και τα θύματα. Η Ελένη Ρουσινού μίλησε για τη δυσκολία των γυρισμάτων, λέγοντας ότι υπήρξαν πολύμηνες πρόβες και ότι δεν υπήρξε κάποια συγκεκριμένη οδηγία, αλλά πολλές συζητήσεις γύρω από τα θέματα που θίγει η ταινία.
Dolphin Man του Λευτέρη Χαρίτου
Ενθουσιώδης ήταν η ανταπόκριση του κοινού στο ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους του Λευτέρη Χαρίτου -συμπαραγωγή της Ελλάδας με πέντε χώρες-, ένα ντοκιμαντέρ για την πραγματική ιστορία του πρωταθλητή της ελεύθερης κατάδυσης Ζακ Μαγιόλ με αφηγητή τον άνθρωπο που ερμήνευσε έναν χαρακτήρα εμπνευσμένο από τον Μαγιόλ: τον Ζαν Μαρκ Μπαρ.
Η εύθραυστη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, ο θάνατος, η αναζήτηση του εαυτού μέσα από την προσπάθεια να ξεπεράσεις τα όριά σου είναι μερικά από τα θέματα με τα οποία ασχολείται το -εντυπωσιακό οπτικά- ντοκιμαντέρ του Λευτέρη Χαρίτου, που μας ενίσχυσε την πίστη μας στο σινεμά.
Προσιτός και χαμογελαστός, ο Ζαν Μαρκ Μπαρ ήταν στην προβολή για να φωτογραφηθεί με όσους του το ζητούσαν και να υπογράψει αυτόγραφα, ενώ αναφερόμενος στον Ζακ Μαγιόλ είπε ότι πάντα αισθανόταν άσχημα για το γεγονός ότι τελικά το «Απέραντο Γαλάζιο» δεν ήταν η ιστορία του Μαγιόλ και το πόσο άσχημο πρέπει να ήταν για τον γνωστό δύτη το γεγονός ότι ο χαρακτήρας της ταινίας ξεπέρασε τον Μαγιόλ, με αποτέλεσμα ακόμα και η είδηση του θανάτου του να συνοδεύεται από φωτογραφίες του Μπαρ από τα γυρίσματα της ταινίας.
Φανερά συγκινημένος, ο σκηνοθέτης Λευτέρης Χαρίτος μίλησε για τη δυσκολία των γυρισμάτων σε τόσες χώρες και σημείωσε ότι έγινε μια τεράστια προσπάθεια να βρεθεί υλικό του Μαγιόλ σε αποθήκες και μπαούλα φίλων και γνωστών του δύτη. «Το Dolphin Man είναι μια ταινία για τη θάλασσα και τον θάνατο» σημείωσε.
Αναφερόμενος στην απομάκρυνση της Ηλέκτρας Βενάκη από το ΕΚΚ, ο Λευτέρης Χαρίτος είπε ότι δεν χρειάζεται να αλλάζουν συνεχώς τα πρόσωπα που βρίσκονται σε οργανισμούς που σχετίζονται με τον πολιτισμό, καθώς αυτό κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα για όσους κάνουν σινεμά. «Αφήστε τους ανθρώπους μερικά χρόνια να κάνουν τη δουλειά τους» σημείωσε.
Η Γειτονιά των Ανθρώπων (A Ciambra) του Γιόνας Καρπινιάνο
O ελπιδοφόρος νεαρός σκηνοθέτης Γιόνας Καρπινιάνο, που μας θάμπωσε με το εκρηκτικό ντεμπούτο του και υποψήφιο για LUX, «Mediterranea», επιστρέφει με το «A Ciambra» που αποτελεί μια άτυπη συνέχεια της πρώτης του ταινίας και φετινή πρόταση της Ιταλίας για ξενόγλωσσο Όσκαρ, αλλά και τις ευλογίες του Μάρτιν Σορσέζε που υπογράφει την παραγωγή. Επιστρέφουν, λοιπόν, βασικοί χαρακτήρες της πρώτης ταινίας που ενσαρκώνουν τους ίδιους χαρακτήρες, αλλά τον εκφραστικότατο πρωταγωνιστή να μένει σε δεύτερο ρόλο, μιας και κύριος χαρακτήρας εδώ είναι ο Πία (αν έχετε δει την πρώτη ταινία θα θυμάστε σίγουρα τον μικρό Ρομά της πρώτης ταινίας).
Όπως μας είχε αποκαλύψει και στη συνέντευξη για την προηγούμενη ταινία του, πριν δυο χρόνια στο Λονδίνο, εδώ εξελίσει τις ιστορίες των δυο ενδιαφέροντων χαρακτήρων της πρώτης ταινίας, οι οποίοι γράφουν αμφότεροι υπέροχα στο φακό. Το σινεμά του Καρπινιάνο είναι ρεαλιστικό, αλλά γεμάτο ενέργεια, μουσική και ρυθμό. Το μεγάλο ατού του, είναι η κινηματογράφιση κίνησης και δράσης, όπως και στην προηγούμενη του ταινία και εδώ το αναγνωρίζει και εκμεταλλεύεται αυτό του το προσόν περισσότερο. Παρακολουθούμε τον κεντρικό χαρακτήρα στη μετάβαση του από παιδί σε άντρα και πραγματικά ο εκφραστικότατος Πία χάνεται κάπου μεταξύ της παιδικότητας, της εφηβίας, ορμονών και πρώτων ερωτικών σκιρτισμάτων και της υπευθυνότητας και ανάγκες για αποφάσεις ενός μεγάλου, που αναγκαστικά θα κληθεί να πάρει. Καθώς χάνεται η αθωότητα πρόκειται να μάθει ένα σκληρό μάθημα ζωής από τους αόρατους κανόνες που ακόμα δεν αντιλαμβάνεται και μάλιστα να το μάθει με το δύσκολο τρόπο. Όπως θα δείτε και στους τίτλους τέλους η ταινία έχει και το συστατικό του ψευδοντοκιμαντέρ. καθώς όλη η οικογένεια του Πία (Αμάτο) παίζει στην ταινία τους εαυτούς τους.
Προς Τρίπολη Ακυρώθηκε (Tripoli Cancelled) του Ναΐμ Μοχαϊέμεν
Ένας άντρας μοιάζει εγκλωβισμένος για χρόνια σε ένα ερημωμένο αεροδρόμιο. Μια πειραματική ταινία, σε δομή και πλοκή που ίσως δοκιμάσει τις αντοχές του θεατή. Έχει όμως έντονο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, όχι μόνο επειδή γυρίστηκε στο παλιό εγκαταλελειμένο αεροδρόμιο του Ελληνικού και τις σύγχρονες προεκτάσεις της, αλλά και λόγω του μόναδικού πρωταγωνιστή Βασίλη Κουκαλάνι, που μπορεί ακόμα και με αυτό το απλοϊκό στη σύνθεση του σενάριο, να μας δείξει τα δυνατά εκφραστικά του μέσα, έστω και αν απλά ξυρίζεται, τρώει, καπνίζει ή απλώς περιφέρεται, ενώ τον ακούμε σε voice over να απαγγέλει επιστολές. Αρκετά απολαυστικός επίσης και σε αυτοσχεδιαστικές σκηνές, όπως στη αναπαράσταση της σκηνής στο μπαρ της «Λάμψης» του Κιούμπρικ ή σκηνή που κάνει πως πιλοτάρει το παρατημένο ελικόπτερο, αλλά και στη δική του ερμηνεία της αγγλόφωνης εκδοχής των Παιδιών του Πειραιά (Never on Sunday). Όσο περνά η ώρα αυξάνει συναισθηματική φόρτιση και κλείνει με τους ήχους των Can και το (You’re loosing your) Vitamin C.
H ταινία θα μπορούσε ευκολότερα να σταθεί και ως installation και αυτή την περίοδο -από 22 Οκτωβρίου και για πέντε μήνες- προβάλλεται στο ΜΟΜΑ (Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Νέας Υόρκης). Σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου και τους συναντήσαμε και μας παραχώρησαν μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, που θα διαβάσετε σύντομα. Μεταξύ άλλων μας μίλησαν για το πως η αρχική ιδέα που προέκυψε από την πραγματική ιστορία του πατέρα του σκηνοθέτη στο συγκεκριμένο αεροδρόμιο αλλά και το πως η πρώτη σκέψη για ντοκιμαντέρ, εξελίχθηκε και ενσωμάτωσε τη δυναμική του μέρους και των συντελεστών, για να φτάσει να αποκτήσει αυτή την τελική μορφή. Ο Βασίλης Κουκαλάνι μας αποκάλυψε μια δική του ιστορία από το αεροδρόμιο του Ελληνικού, ενώ ο σκηνοθέτης μας είπε ότι απόλαυσε τις ερωτήσεις του κοινού του φεστιβάλ μετά την προβολή, που του έκαναν πρωτότυπες ερωτήσεις που δε του είχαν ξανακάνει ποτέ στα φεστιβάλ που προβλήθηκε η ταινία.
Ποιοτικός Χρόνος (Quality Time) του Νταν Μπέικερ
Πολύ ιδιαίτερο και πειραματικό, άλλοτε με λυρισμό άλλοτε με κλίση προς τη μαύρη κωμωδία, αποτελείται από επιμέρους μικρού μήκους – σκετσάκια και προτείνεται μόνο για λάτρεις του είδους. Κάποια έχουν το ενδιαφέρον τους, για την πρωτοποριακή παρουσίαση, μουσική υπόκρουση, και άλλοτε μοιάζουν με μετεξέλιξη του weird, άλλοτε του βωβού, ενδιαφέρουσα φωτογραφία που παραπέμπει σε παλιές πολαρόιντ, ίσως κάποιες επιρροές από Άντερσον μέχρι παλιά παιχνίδια υπολογιστή, και καλύτερη στιγμή την ιστορία του αγοριού που απήχθη από τους εξωγήινους, όμως άνισα δυσανάλογο και κουραστικό στην τελευταία ιστορία, ένα περισσότερο ρεαλιστικό αλλά και φλύαρο κομμάτι, που είναι και το μεγαλύτερο σε διάρκεια.