Νύχτες Πρεμιέρας: Ανασκόπηση Παρασκευής (27/09/2013)
Απογοητευτήκαμε με τις πολυαναμενόμενες ταινίες της Παρασκευής. Το Φεστιβαλικό Luton είχε στυλ, αλλά όχι ουσία, το Mistaken for Strangers ήταν και δεν ήταν ντοκιμαντέρ, ενώ το Coldwater επαναλάμβανε κλισέ του είδους που έχουμε δει -αλλά είχε έναν εξαιρετικό πρωταγωνιστή. Πάντως και οι δύο ταινίες ήτανε sold out. Όσο για το Sharknado που τόσος λόγος είχε γίνει δεν έχει καν το χιούμορ του Εκδικητή που Φορούσε Κιλοτάκι. Ήταν απλά αδιανόητο. Τελεία. Οι τελευταίες δύο ημέρες θα κυλήσουν με την άφιξη της Αντέλ Εξαρχόπουλος στην Ελλάδα για την πολυαναμενόμενη Ζωή της Αντέλ. Την οποία είδαμε και είναι εξαιρετική ταινία (αλλά περισσότερα γι’ αυτό τις επόμενες ημέρες).
Οι cinepivates που βρέθηκαν την Παρασκευή στις αίθουσες σας μεταφέρουν τα Luton, Coldwater (διαγωνιστικό τμήμα), Mistaken for Strangers (μουσικό διαγωνιστικό) και Sharknado.
Luton:
Χώρα: Ελλάδα, Σκηνοθεσία: Μιχάλης Κωνσταντάτος, Διάρκεια: 100′
Στιγμές της καθημερινότητας τριών ανθρώπων (ενός ψιλικατζή, μιας δικηγόρου και ενός μαθητή λυκείου) που οι συνεχείς απογοητεύσεις τους οδηγούν σε έξαρση βίας. Δεν ξέρω τι να πω για την ταινία του Μιχάλη Κωνσταντάτου. Ο σκηνοθέτης ακολουθεί την σχολή Λάνθιμου, χωρίς ωστόσο να διαθέτει την αφηγηματική δεινότητά του πρώτου. Στο Luton δεν συμβαίνει τίποτα. Δεν υπάρχει σενάριο, υπάρχει μόνο οι απογοητεύσεις και οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Γεγονός που δεν το κάνει καθόλου ενδιαφέρον για το θεατή. Αυτό θα μπορούσε κάποιος να το δεχτεί εάν στο τέλος υπήρχε κάποια εξήγηση για το πώς βρέθηκαν να συνδεθούν αυτοί οι τρεις άνθρωποι. Αυτό, δυστυχώς, δεν γίνεται, με αποτέλεσμα το τέλος να φαίνεται ασύνδετο με την υπόλοιπη ταινία. Δεν μπορώ να δώσω εύσημα στον Μ.Κωνσταντάτο. Η ταινία του διαθέτει ωραία φωτογραφία (μου άρεσαν ιδιαίτερα τα “λαμπερά” πλάνα του), αλλά λίγο από ουσία. Και στο Fight Club είδαμε το πώς η καταναλωτική κοινωνία και η σύγχρονη ζωή οδηγούν στη βία, αλλά το είδαμε με σενάριο, υπόθεση και χαρακτήρες. Λυπάμαι, αλλά το Luton μού φάνηκε περισσότερο σαν μία άσκηση στυλ.
Τάιλερ
Luton: Ο Αγγελόπουλος συναντά το Funny Games! Ενδιαφέρουσα η σημερινή ελληνική πρόταση. Αυτή η ταινία έχει μερικά από τα καλύτερα μονοπλάνα που έχω δει και μπράβο στα παιδιά! Η κάμερα κινείται μαζί με το μάτι του θεατή, θολώνει αυτά που θέλει να θολώσει και κρατάει καθαρά αυτά που πρέπει, ενώ δε χάνει ούτε στιγμή το focus της στους πρωταγωνιστές. Φωτογραφία υψηλού επιπέδου για τα ελληνικά δεδομένα. Φωτεινά, με μια μικρή ένταση στο λευκό. Τα πάντα είναι προσεγμένα στη λεπτομέρεια. Όταν ετοιμάζεις ένα πλάνο και σου βγει ωραίο, είσαι πραγματικά περήφανος για αυτό, είναι πιθανό να υποκύψεις στο λάθος να το κρατήσεις πιο πολύ από όσο πρέπει. Είναι ο αντίστοιχος όρος που στη μουσική τα 70’s ονομάζονταν ‘guitar masturbation’, όταν ο κιθαρίστας άρχιζε να παίζει σόλο και ξεχνούσε να σταματήσει. Το πρόβλημα της χρονικότητας ενισχύεται από το ασαφές όχι τόσο προσεγμένο σενάριο. Παρακολουθούμε μια δικηγόρο να πάει για ψώνια, να περιμένει σε μια ουρά, να πάει στην τουαλέτα. Παρακολουθούμε έναν ψιλικατζή να βαριέται στο μαγαζί του, να κάθεται στην τραπεζαρία του, να είναι ξαπλωμένος στην παραλία. Παρακολουθούμε ένα κολλεγιόπαιδο (άλλος ένας κλώνος του Έντουαρντ του ‘Twilight’) να περιμένει στο παγκάκι, να χαζεύει στο μάθημα, να κοιτάει έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου. Κάθε ένα από τα μικρά αυτά κλιπάκια κρατάει από ένα δεκάλεπτο. Είναι πραγματικά δύσκολο για όλους να βγει αυτό σωστά μονοκοπανιά και μπράβο σε όλους, όμως γιατί ο σκηνοθέτης πιστεύει ότι θα μας ενδιαφέρει; Το νόημα που ήθελες να πεις μας το εξάντλησες. Δεν έκανες την ταινία για να την βάλεις στο συρτάρι… Άνθρωποι θα το δούνε ρε μεγάλε! Εσύ αντέχεις να την ξαναδείς; Οk. Ο καλλιτεχνικός κόσμος μερικές φορές δεν καταλαβαίνει ότι το να πάει κάποιος να κλειστεί κοντά δυο ώρες σε μια αίθουσα και να του δείξουν δυο ώρες από τη ζωή του δε θα τον ενδιαφέρει και τόσο. Δυστυχώς είναι τρεις ασύνδετες ιστορίες που όταν συνδέονται ξαφνικά αφήνει ένα απλοϊκό νόημα εκεί που θα μπορούσε να προτείνει το σενάριο και να ανοίξει φτερά. Δηλαδή, η ανούσια καθημερινότητα κινδυνεύει να μετατραπεί σε καταπιεσμένη οργή. Είναι επηρεασμένο από την άνοδο του φασισμού; Είναι επηρεασμένο από την επανάσταση που γίνεται μέσα σε κάθε Έλληνα αυτή την περίοδο; Είναι το σεξ κι η βία η καθαρτήρια λύση; Είναι κάτι πιο διαχρονικό; Το σενάριο δεν απαντά και αφήνει ξεκρέμαστη την πολύ δουλειά των κάμεραμεν και του μοντάζ.
Gimli
Coldwater:
Χώρα: ΗΠΑ, Σκηνοθεσία: Βίνσεντ Γκράσο, Διάρκεια: 104′
Ο παραγωγός του Bellflower, Βίνσεντ Γκράσοου, περνά πίσω από τις κάμερες για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, με ήρωα έναν νεαρό που η μητέρα του τον βάζει σε ιδιωτικό σωφρονιστικό κέντρο στις ΗΠΑ, προκειμένου να τον κρατήσει μακριά από τα προβλήματα. Η αλήθεια είναι ότι είχα μεγάλες προσδοκίες για την ταινία. Δεν ξέρω εάν αυτός είναι ο λόγος που απογοητεύτηκα, αλλά η ταινία μου φάνηκε κακογυρισμένη και κοινότοπη. Το θέμα το έχουμε δει και σε άλλες ταινίες -στο γερμανικό Πείραμα για παράδειγμα. Είναι μια ενδιαφέρουσα πτυχή της αμερικανικής ζωής (η ύπαρξη ιδιωτικών σωφρονιστικών ιδρυμάτων), για την οποία δεν γνωρίζουμε πολλά, αλλά ο Γκράσοου επιλέγει να την παρουσιάσει μάλλον με κλισέ (ειδικά ο ταγματάρχης φαίνεται τελείως καρικατούρα και θυμίζει πολύ τον Κιουμπρικικό αντίστοιχο στρατιωτικό στον Full Metal Jacket). Αν κάτι ξεχωρίζει, αυτό είναι η ερμηνεία του Π.Τ.Μπουντουσκέ, του νέου Ράιαν Γκόσλινγκ όπως επιτυχημένα τον χαρακτήρισε το Φεστιβάλ. Ο Μπουντουσκέ μοιάζει με τον Γκόσλινγκ εμφανισιακά, ενώ φέρνει στον ρόλο του την ίδια ευαισθησία που χαρακτηρίζει τον Γκόσλινγκ. Προς το τέλος, η ταινία δυναμώνει ρίχνοντας φως στις «γκρι» πλευρές των σχέσεων εξουσιαστή – εξουσιαζόμενου και φέρνοντας σε δύσκολη θέση τον θεατή για το ποια (και εάν) πλευρά θα πρέπει να καταδικάσει.
Τάιλερ
To Coldwater είχαμε πει ότι είναι το ‘αμφιλεγόμενο φετινό φαβορί’. Και πραγματικά είναι πολύ πιθανό να βραβευτεί τόσο από την επιτροπή όσο και από το κοινό. Η πρωτοτυπία του ότι παρουσιάζει τα ιδιωτικά σωφρονιστικά ιδρύματα. Η κοινοτυπία του ότι όλα τα άλλα είναι χιλιοειπωμένα. Προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ελαφρότητα και τη βια, όπως μας είπε μετά κι ο σκηνοθέτης, αφήνοντας πολλές σκληρές σκηνές εκτός. Δεν ξέφυγε όμως από το λούκι του να δείξει άσχημες σκηνές. Ο πρωταγωνιστής έχει δικό του στιλ, αλλά έχει εντάξει στο παίξιμο του και το υφάκι του Γκόσλινγκ, το χαμόγελο του Έντουαρτ Νόρτον και το βλέμμα του Κρίστιαν Μπέιλ. Δεν με ενόχλησε ιδιαίτερα, μέχρι το σημείο που η ταινία φτάνει να γίνει προσωπικό του διαφημιστικό κλιπ. Στις ερωτήσεις κοινού ο σκηνοθέτης με ειλικρίνεια παραδέχτηκε ότι δεν γνωρίζει ένα από τα πιο σημαντικά ντοκιμαντέρ του ’70 για την κακομεταχείριση κρατουμένων, όταν μόλις πριν λίγο μας έλεγε ότι το θέμα τον απασχολούσε κοντά μια δεκαετία κι έκανε research! Το πιο απογοητευτικό στο να μη θέλει να λάβει ξεκάθαρη θέση είναι ότι η ταινία φαίνεται να χαϊδεύει επιφανειακά το θέμα που πραγματεύεται.
Gimli
Mistaken For Strangers:
Χώρα: ΗΠΑ, Σκηνοθεσία: Τομ Μπέρνινγκερ, Διάρκεια: 75′
Αυτό ακούγεται ως μεγάλο φαβορί του μουσικού διαγωνιστικού τμήματος. Παρακολουθεί το ροκ συγκρότημα the National, αλλά πολύ γρήγορα το θέμα του γίνεται η σχέση των δυο αδερφών, του τραγουδιστή και του μικρότερου αδερφού του που έχει αναλάβει την επιμέλεια του ντοκιμαντέρ. Ουσιαστικά γίνεται ένας πόλεμος από αδερφό εναντίον αδερφού ο ένας να κλέψει το επίκεντρο της ταινίας από τον άλλο. Θεματολογικά είναι καλύτερο που δεν παρακολουθούμε απλά συναυλίες, όπως με το αντίστοιχο των Stone Roses. Το μεγάλο του ατού η ειλικρίνεια και μερικές ωραίες μελωδίες. Όλη του η αξία όμως κρύβεται στην τελευταία λήψη. Πλάνα που έχουμε δει και προηγουμένως αλλά από διαφορετική γωνία αποκαλύπτουν την αλήθεια δικαιολογώντας παράλληλα τον τίτλο. Συγκινητικό σε στιγμές, αδιάφορο και συγκεχυμένο σε άλλες, με έντονη κοιλιά στη μέση, χιουμοριστικό. Αν οι National ήταν οι Coldplay ίσως να ήταν διαφορετικά, ίσως και όχι.
Gimli
Sharknado/ Καρχαριοστρόβιλος:
Χώρα: ΗΠΑ, Σκηνοθεσία: Άντονι Σ. Φεράντε, Διάρκεια: 90′
Αμάν ένας ανεμοστρόβιλος. Αμάν έρχεται τυφώνας. Αμάν ένας καρχαρίας! Εντάξει, εντάξει. Υπάρχουν ελαφρυντικά. Να μη ξεχνάμε ότι δεν προοριζόταν για κινηματογραφικές αίθουσες και την είσοδο της η ταινία την κέρδισε με την πρωτότυπη χιουμοριστική ιδέα της. Υπάρχουν όμως τηλεταινίες που μπροστά τους τύφλα να έχει ο Σπίλμπεργκ. Ας μη ξεχνάμε ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε δει και πολύ προσεγμένες σειρές σε επίπεδα παραγωγής αλλά και εφέ. Από την άλλη αφού έχουν μια χιουμοριστική ιδέα δεν θα έπρεπε να αποπνέει και η ταινία ένα κωμικό ύφος; Ναι είναι η απάντηση, αλλά δυστυχώς δε το είδαμε. Όχι ότι το sharknado δεν ήταν πάνω κάτω όπως το περιμέναμε. Απλά πέραν της ιδέας που θα μείνει όλα τα άλλα πολύ γρήγορα θα ξεχαστούν.
Gimli