Βόλτα με τον Μολιέρο
Ο Σέρζ Τανέρ,γνωστός ηθοποιός,εγκαταλείπει τον χώρο του θεάματος και εγκαθίσταται σε ένα παλιό σπίτι σε ένα μικρό νησί της Βορειοδυτικής Γαλλίας. Τρία χρόνια αργότερα ο παλιός του φίλος Γκοτιέ Βαλάνς, ηθοποιός της τηλεόρασης και αγαπημένος του κοινού στο ρόλο του χειρούργου με μεγάλη καρδιά,τον επισκέπτεται. Προτείνει στον Σέρζ να παίξουν τον Μισάνθρωπο του Μολιέρου αλλά ο Σέρζ αρνείται απερίφραστα και επιβεβαιώνει ότι δεν θα ανέβει ποτέ στη σκηνή . Ωστόσο, ο Γκοτιέ διακρίνει μια μικρή χαραμάδα ελπίδας. Χάρη στην επιμονή του ο Σέρζ δέχεται να κάνουν πρόβα στην μεγάλη σκηνή της πρώτης πράξης,του μεγάλου διαλόγου μεταξύ του Φιλάντ και του Άλσεστ. Μια ιδιόμορφη συμφωνία γίνεται μεταξύ τους: θα κάνουν πρόβες για πέντε ημέρες και στο τέλος θα του απαντήσει αν θέλει να συνεργαστούν μεταξύ τους. Η αρχική δυσπιστία του Σέρζ μετατρέπεται στην χαρά της συνεργασίας αλλά εναλλάσσεται και με την επιθυμία να λύσουν τους λογαριασμούς του καθώς η υπομονή του Γκοτιέ δοκιμάζεται από την ιδιορρυθμία του Σέρζ. Γύρω τους ο μικρόκοσμος του νησιού επηρεάζει τις σχέσεις τους: ο μεσίτης,η ιδιοκτήτρια του τοπικού ξενοδοχείου και η ανεψιά της που παίζει σε πορνογραφικές ταινίες,μια χωρισμένη Ιταλίδα που θέλει να πουλήσει το σπίτι της.
Η λεπτότητα της μελέτης των χαρακτήρων και η αντιστοίχιση με την σημερινή πραγματικότητα είναι τα κυριότερα προσόντα της ταινίας. Ο Σέρζ έχει γίνει ένας πραγματικός μισάνθρωπος που δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανένα,μια σύγχρονη αντανάκλαση του Αλσέστ. Ο Γκοτιέ είναι ο σύγχρονος Φιλάντ,κοσμικός και με προσποιητή ευγένεια σε όλο τον κόσμο. Όταν αρχίζει η μονομαχία των δύο διαφορετικών στυλ ηθοποιίας βλέπουμε ότι ο Σέρζ είναι καλύτερος ηθοποιός αλλά καταλαβαίνουμε ότι ο δημοφιλής Γκοτιέ είναι αυτός που θα προσελκύσει τους χρηματοδότες.Οι υπέροχοι διάλογοι του Μολιέρου δίνουν διάσταση ακόμα και στους τετριμμένους διαλόγους της ταινίας αποκαλύπτοντας το κρυφό τους νόημα. Οι χαρακτήρες της ταινίας εξελίσσονται και μας αποκαλύπτονται όσο περνάει ο χρόνος. Ο Γκοτιέ δεν έρχεται στο νησί μόνο από θαυμασμό για τον απομονωμένο συνάδερφο. Υπάρχει και μια υποψία ζήλιας για το ταλέντο του Σέρζ και μια επιθυμία σύγκρισης η οποία φουντώνει με την εμφάνιση της διαζευγμένης Ιταλίδας που βγάζει στην επιφάνεια τις φύσεις των χαρακτήρων. Ο Γκοτιέ δεν είναι μόνο ένας κοσμικός ηθοποιός,θέλει να ξεφύγει από το τηλεοπτικό εγώ του και να αναμετρηθεί με ένα πραγματικό ηθοποιό ενώ ο Σέρζ αναδεικνύει το Νάρκισσο που κρύβει πίσω από την πανοπλία του Μισάνθρωπου που δεν αγαπάει ούτε τον εαυτό του. Και είναι ακριβώς αυτή η ανάδυση της πραγματικής φύσης των χαρακτήρων που σώζει την ταινία από το να γίνει ένα μικροαστικό δράμα ομφαλοσκοπίας.
Η σκηνοθεσία του Λε Γκέ είναι ακαδημαϊκή. Σταθερά πλάνα με την κάμερα καρφωμένη σε τρίποδο για τις υπέροχες σκήνες των προβών που εναλλάσσονται με τράβελιγκ μόνο στις σκηνές της βόλτας με τα ποδήλατα . Ο σκηνοθέτης σκιαγραφεί το πορτραίτο του κόσμου αλλά και του κόσμου του θεάματος με αποκορύφωμα την σκηνή της δεξίωσης με την μεγάλη σκηνή σύγκρουσης των χαρακτήρων. Υπάρχουν σκηνές,όπως αυτή με την νεαρή ηθοποιό που παίζει σε ταινίες πορνό αλλά εκπλήσσει τους δύο ηθοποιούς με την άνεση με την οποία απαγγέλλει τους στίχους του Μολιέρου, που σε αποζημιώνουν για το αργό ξεκίνημα και την έλλειψη ρυθμού σε κάποια άλλα σημεία. Η φωτογραφία του Ζαν Κλοντ Λαριέ δίνει υπόσταση στο ουσιαστικά τρίτο ήρωα του έργου,το τοπίο του νησιού Ιλ ντε Ρε. Οι παραλίες, οι δρόμοι ανάμεσα στους βάλτους και τα σπίτια φωτίζονται με το γλυκά μελαγχολικό φως του τουριστικού προορισμού εκτός τουριστικής σεζόν.
To πρωταγωνιστικό ντουέτο είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της ταινίας. Ο Φαμπρίς Λουκινί είναι εκπληκτικός στο ρόλο του μισάνθρωπου που βρίσκεται σε διαρκή παράσταση ρόλου. Πίσω από τα αποφθέγματα μίσους ενάντια στην ανθρωπότητα κρύβεται ο ηθοποιός που χαίρεται να παίζει με κοινό αλλά χωρίς να έρχεται σε πραγματική επικοινωνία μαζί του. Στα μάτια του διακρίνουμε την λάμψη μιας απελπισμένης διαύγειας για την εξέλιξη των ανθρωπίνων σχέσεων. Ο Λαμπέρ Γουιλσόν παίζει με μια έμφυτη λεπτότητα τον διάσημο ηθοποιό που θέλει να επιστρέψει στην ποιότητα. Ο συγκαταβατικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει όσους τους θαυμάζουν για τον τηλεοπτικό ρόλο του αντανακλά την ανάγκη του να ξεφύγει από την μετριότητα. Μας αποδεικνύει ότι είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός ενσαρκώνοντας έναν μέτριο.
Καταλήγοντας θα λέγαμε ότι η ταινία είναι μια γλυκόπικρη κωμωδία για τον κόσμο του θεάματος αλλά και γενικότερα για την κοινωνία. Έξυπνη χωρίς να είναι επιτηδευμένη, με πολλούς διαλόγους που δεν σου προκαλούν πονοκέφαλο, βλέπεται ευχάριστα παρά τις κάποιες αρρυθμίες της.