ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Αν η οδός Μπιλ μπορούσε να μιλήσει (If Beale Street Could Talk)

beale1

4-popcorn

Ο σκηνοθέτης του Moonlight μεταφέρει στο σινεμά το μυθιστόρημα του σπουδαίου Αφροαμερικανού συγγραφέα Τζέιμς Μπόλντουιν (τα κείμενα του οποίου έντυσαν υπέροχα το Δεν Είμαι ο Νέγρος Σου) με έναν τρόπο υπέροχο. Στο Χάρλεμ της δεκαετίας του 1970 παρακολουθούμε τον έρωτα της 19χρονης Τις για τον παιδικό της φίλο Φόνι. Ο Φόνι συλλαμβάνεται για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε και όσο κρατείται πριν τη δίκη, η Τις μαθαίνει ότι είναι έγκυος. Η ίδια και η οικογένειά της θα κάνουν ό,τι μπορούν για να ελευθερώσουν τον Φόνι και να διεκδικήσουν μια αχτίδα ευτυχίας.

Η σύνοψη της ταινίας δεν λέει και πολλά πράγματα για αυτό που ο βιώνει ο θεατής. Η υπόθεση έχει μάλλον μικρή σημασία, μεγαλύτερη σημασία έχει ο τρόπος που ο σκηνοθέτης Μπάρι Τζένκινς χειρίζεται τον λόγο του Μπόλντουιν. Όπως και στο Moonlight, έτσι και η οδός Μπιλ χαρακτηρίζεται από μια μελαγχολική, ποιητική αφήγηση. Η περίοδος της ζωής του Φόνι στη φυλακή διακόπτεται από flashback που αφηγούνται το πλησίασμα των δύο εραστών. Είναι κυρίως σε αυτές τις σκηνές -αλλά και σε εκείνη όπου η οικογένεια της Τις αποφασίζει να καλέσει την οικογένεια του Φόνι για να τους ανακοινώσει την εγκυμοσύνη της νεαρής κοπέλας- που η ταινία έχει σχεδόν… σαιξπηρική προσέγγιση. Όχι, φυσικά, στο κείμενο και στον τρόπο που αυτό εκφέρεται, αλλά στην αίσθηση που αποπνέει: στην ποιητικότητα του λόγου, την τραγικότητα των καταστάσεων, την τρυφερότητα των νεαρών εραστών.

If-Beale-Street-Could-Talk

Εδώ ο Τζένκινς εμφανίζεται περισσότερο ρομαντικός από ό,τι στο Moonlight (αν και εκεί επιφύλασσε στον ήρωά του ένα ψύγμα ευτυχίας). Και χρησιμοποιεί τα εκφραστικά μέσα της ταινίας (τη φωτογραφία του Τζέιμς Λάξτον με τον οποίο ο σκηνοθέτης είχε συνεργαστεί και στην προηγούμενη ταινία του και τη μουσική του Νίκολας Μπρίτελ -επίσης συνεργάτη του Τζένκινς στο Moonlight και υποψήφιου εδώ για Όσκαρ-) με τρόπο εντυπωσιακό. Θέλοντας να αφηγηθεί μια ιστορία όχι προσωπική, αλλά κοινωνική, μια ιστορία που αφορά ένα ολόκληρο παραγκωνισμένο για χρόνια κομμάτι της Αμερικής. Η οδός Μπιλ, από δρόμο της Νέας Ορλεάνης, μετατρέπεται σε έκφραση της σκληρής ζωής των Αφροαμερικανών, μιας ζωής που δεν προλαβαίνει να ανθίσει πριν αντιμετωπίσει την πρώτη της σκληρή βαρυχειμωνιά.

Είναι, όμως, και τρυφερή η ταινία του Τζένκινς και δεν μπορείς παρά να νιώσεις μια γλύκα στην καρδιά όταν βλέπεις την Τις και τον Φόνι να περπατούν κάτω από μια ομπρέλα στους δρόμους του Χάρλεμ. Είναι αυτή η κινηματογραφική ματιά του σκηνοθέτη, σε συνδυασμό με το έργο του Μπόλντουιν, που κάνει την οδό Μπιλ έργο ουσιαστικό και τον Τζένκινς έναν από τους καλύτερους σύγχρονους Αμερικανούς σκηνοθέτες. Ικανό να αφηγηθεί ιστορίες οικουμενικές, ανθρώπινες, ικανό να μπολιάσει το προσωπικό με το κοινωνικό. Εν ολίγοις, υπέροχο σινεμά.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Μια σκέψη για το “Αν η οδός Μπιλ μπορούσε να μιλήσει (If Beale Street Could Talk)

  • Το γνωστό σπαραξικάρδιο,αλλά συμπαθέστατο, στυλ του Jenkins. Η Kiki Layne ειναι θεά, ενα πενταμορφο κορίτσι.

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *