ΘΕΜΑΤΑΠρόσωπαΣυνεντεύξεις

Ο Αντώνης Μόργκαν Κωνσταντουδάκης μιλά στους Cinepivates

Εν μέσω πανδημίας, καραντίνας, εγκλεισμού και οικονομικής κρίσης, υπάρχουν καλλιτέχνες που συνεχίζουν να δημιουργούν μιας και είναι όντα παράξενα και δεν σταματούν να προβληματίζονται με τίποτα. Ένα τέτοιο πλάσμα είναι και ο Αντώνης Μόργκαν Κωνσταντουδάκης, που παρά την υγειονομική και οικονομική κρίση της εποχής συνεχίζει να προβληματίζεται και να προγραμματίζει σταδιακά τα επόμενα βήματά του.

Θέλοντας να μάθουμε περισσότερα πράγματα για εκείνον, επικοινωνήσαμε μαζί του για να μάθουμε τα επόμενα σχέδιά του και να τον γνωρίσουμε καλύτερα.

– Αντώνη, κάνοντας μια μικρή έρευνα γύρω από το όνομά σου στο διαδίκτυο, είδα πως οι σπουδές σου είναι σε εντελώς διαφορετικό πεδίο από αυτό που σε ξέρουμε. Οικονομολόγος, με διδακτορικό σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας και με μια σημαντική καριέρα στον κλάδο αυτό. Τι σε ώθησε να αλλάξεις τελείως πεδίο και να ασχοληθείς με την τέχνη;

Όσο και αν πιστεύεις ότι είσαι ο κυρίαρχος της μοίρας σου, θα έρθει κάποια στιγμή στην ζωή σου που οι εξελίξεις θα σε διαψεύσουν πανηγυρικά.  Έτσι και με την δική μου περίπτωση, θεωρούσα εκεί γύρω στα 18 μου, ότι ήθελα να γίνω οικονομολόγος και διεκδίκησα αυτή την πορεία.  Τι να ξέρουμε όμως στην ηλικία των 18 για το τι πραγματικά θέλουμε; Κοιτώντας πίσω τώρα δεν μετανιώνω για όλη την πορεία μου ως οικονομολόγος και τραπεζικό στέλεχος, διότι όλη αυτή η εμπειρία, τόσο σπουδών όσο και εργασίας ως project manager, μου έδωσε κάποια πολύ σημαντικά εφόδια και στην ίδια την τέχνη.  Έμαθα τι σημαίνει οργάνωση σκέψης, πράξεων, δράσεων, απέκτησα εμπειρία στην υλοποίηση στόχων και αποτελεσματικότητα, κάτι που δεν ισχύει συνήθως στο χαοτικό χώρο της τέχνης και η έλλειψη αυτή οδηγεί πολλές φορές σε ματαίωση δημιουργιών.  Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι κάθε τι που έκανα στην ζωή μου, μέχρι να με βρει η τέχνη, μου έδωσε σημαντικά “εργαλεία”.  Από εκεί και πέρα, η ώθηση για να μπεις στην τέχνη, έρχεται πάντα από μία πληγή.  Οι πληγές μας είναι το βασικό στοιχείο που τρέφουν την καλλιτεχνική μας πλευρά.  Και μέσα από τις πληγές μας έχουμε την ανάγκη να εκφραστούμε για να τις επουλώσουμε.  Όταν βρεις όμως τον τρόπο, μετά κολλάς το “μικρόβιο” και δεν μπορείς να ξεφύγεις!

– Σκηνοθέτης, σεναριογράφος και δημιουργός της ομάδας Nail Hit ‘n’ Run. Με τι ασχολείται η ομάδα κοινωνικοπολιτικής παρέμβασης που δημιούργησες, ποιος είναι ο στόχος της και ποιοι άλλοι απαρτίζουν την ομάδα αυτή;

Η ομάδα NAILHit nRun είναι μία κοινή δημιουργία με την ηθοποιό Λίνα Φούντογλου.  Προήλθε από μία κοινή μας ανάγκη να δημιουργήσουμε στον δρόμο, να επανακτήσουμε την πόλη και να “φωνάξουμε” δυνατά όλα όσα μας απασχολούν και μας προβληματίζουν.  Η ομάδα επικεντρώνεται σε κοινωνικοπολιτικά μηνύματα, με την χρήση της κάμερας και με set γυρισμάτων την ίδια την πόλη.  Δεν αποτελούν κοινωνικό πείραμα, δεν μας ενδιαφέρουν ουσιαστικά οι αντιδράσεις του κόσμου σε όλο αυτό που γυρίζουμε εκείνη την στιγμή, ο στόχος μας είναι το αποτέλεσμα του video και το μήνυμα κάθε φορά που θέλουμε να δώσουμε μέσα από αυτή την τέχνη.  Η ομάδα ξεκίνησε ουσιαστικά με μία δανεική κάμερα, βγαίναμε στον δρόμο, γυρίζαμε oneoff το δρώμενο και το ανεβάζαμε επί τόπου στο κανάλι μας στο YouTube.  Αυτό είχε μία προσωπική ικανοποίηση των ιδίων των καλλιτεχνών της ομάδας, καθώς επικοινωνούσαμε τις σκέψεις μας μέσω της τέχνης και βρήκε και μία γενική αποδοχή στον κόσμο, δημιούργησε ένα δικό του κοινό και πέτυχε να φέρει κάποιες καινοτομίες στον χώρο της θέασης.  Όσο μεγάλωνε αυτό το εγχείρημα, τόσο γινόμασταν και πιο απαιτητικοί.  Η ομάδα NAIL προχώρησε και στην παραγωγή της πρώτης της ταινίας, το “DER” και επίσης δημιούργησε και το πρώτο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πειραιά, που φέτος θα πραγματοποιηθεί για 4η φορά.

– Στο ενεργητικό σου έχεις πολλές θεατρικές διασκευές και κινηματογραφικές ταινίες μικρού μήκους. Εμείς παρακολουθήσαμε το “DER” και το “Epsilon”, που είχαν συμμετάσχει στο 10ο London Greek Film Festival. Τι αφορούν αυτές οι δύο ταινίες; Που μπορεί να τις παρακολουθήσει κανείς;

Το “Epsilon” ουσιαστικά ήταν η πρώτη ταινία μικρού μήκους που έβγαλα στον κόσμο και στην συνέχεια σχεδόν μαζί και το “DER” ως δεύτερη.  Είναι δύο εντελώς διαφορετικές ταινίες και με ικανοποιεί αφόρητα αυτό το γεγονός, καθώς με ενδιαφέρει να πειραματίζομαι σε διάφορα ήδη και να μην είμαι μονόπλευρος στην τέχνη μου.  Το “Epsilon” βασίζεται σε μία αληθινή ιστορία μίας νεαρής κοπέλας και της σχέσης της με τους γονείς της και ουσιαστικά είναι μία αρκετά σοκαριστική κοινωνική ταινία, ενώ το “DER” αφορά σε μία σουρεαλιστική πολιτική ταινία που διαδραματίζεται στην δεκαετία του 1940 και ουσιαστικά παρουσιάζει τους ηγέτες των 7 ισχυρών κρατών που μας οδηγούν, όπως και τότε, έτσι και σήμερα στον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο.  Οι δύο αυτές ταινίες βρίσκονται ανοιχτές πλέον, αφού πραγματοποίησαν το ταξίδι τους σε διεθνή φεστιβάλ, στην σελίδα μου στον Vimeo.

(https://vimeo.com/antonismorgan)

– Στο ίδιο φεστιβάλ βραβεύτηκες ως “Καλύτερος Νέος Σκηνοθέτης”. Πως αισθάνθηκε ο οικονομολόγος Αντώνης για την επιτυχία του σκηνοθέτη Αντώνη;

Ήταν πραγματικά μία από τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μου, καθώς είμαι ένας καλλιτέχνης που μπήκα στην τέχνη στα 33 μου, χωρίς κανένα καλλιτεχνικό background και ειλικρινά, όσο και αν είσαι σίγουρος για το αποτέλεσμα της δουλειάς σου, δεν παραμένει να είναι μόνο η δική σου άποψη.  Η δική σου άποψη λοιπόν, δεν έχει πάντα σημασία στην τέχνη, γιατί χρειάζεσαι και την αποδοχή του κοινού.  Το να βραβεύεσαι οπότε για την πρώτη σου και δεύτερή σου ταινία, ως “Καλύτερος Νέος Σκηνοθέτης”  στο Λονδίνο, είναι μία τεράστια ικανοποίηση προσωπική και ένα μεγάλο κίνητρο να συνεχίσεις να δημιουργείς.  Ήρθε λοιπόν ως επιβεβαίωση ότι αυτό που κάνω, έχει αξία, ακόμα και αν δεν έχω τελειώσει σχολή σκηνοθεσίας ή κινηματογράφου και μου έδωσε ώθηση να συνεχίσω δυναμικά στο μέλλον.

– Εκτός από σκηνοθέτης και σεναριογράφος, είσαι και ο ιδρυτής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πειραιά. Ποιος ήταν ο λόγος που σε έκανε να δημιουργήσεις ένα φεστιβάλ με ταινίες μικρού μήκους;

Ως ομάδα NAILHit nRun θεωρούμε ότι όλοι οι καλλιτέχνες πρέπει να έχουν χώρους έκφρασης.  Αγαπώ τον κινηματογράφο, αγαπώ και την πόλη μου, τον Πειραιά.  Μεγάλωσα στον Πειραιά και είναι μία υπέροχη πόλη, με πολλούς φιλότεχνους ανθρώπους και όμως ποτέ δεν είχε ένα Φεστιβάλ Κινηματογράφου, όπως κάθε μεγάλη πόλη της χώρας.  Οι κινηματογραφιστές, ξέρεις, είμαστε λίγο “περίεργοι” τύποι, ειδικά όσοι κάνουν μικρού μήκους ταινίες, διότι δεν περιμένεις ποτέ να βγάλεις λεφτά από την ταινία σου.  Δεν περιμένεις βασικά τίποτα σε υλική ανταμοιβή, παρά μόνο να μοιραστείς το έργο σου με τον κόσμο.  Τα Φεστιβάλ είναι ουσιαστικά η μόνη ανταμοιβή που έχουμε και ουσιαστικά το μόνο βήμα για να επικοινωνήσουμε με τους θεατές.  Το θεωρήσαμε οπότε ευκαιρία ως ομάδα να το προτείνουμε στον Δήμο πριν 4 χρόνια και ο Δήμος το αγκάλιασε.  Από την πρώτη στιγμή μας παραχώρησε το εξαιρετικό Δημοτικό Θέατρο Πειραιά για την υλοποίηση του Φεστιβάλ και ένα τρελό όνειρο πήρε σάρκα και οστά.  Σπουδαίοι Σκηνοθέτες και Ηθοποιοί του κινηματογράφου πλαισίωσαν αυτό το εγχείρημα και μας έδωσαν βοήθεια και είμαι πραγματικά περήφανος.  Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πειραιά πλέον διανύει το 4ο έτος και καθιερώνεται ως ένα από τα σημαντικά της χώρας και στόχος είναι να γίνει και διεθνές.

– Ως ένας νέος σκηνοθέτης στην σύγχρονη Ελλάδα, πως βιώνεις από την δική σου πλευρά την κατάσταση που κυριαρχεί για τον κινηματογράφο και γενικότερα τον χώρο των τεχνών; Πως μπορεί ένας νέος άνθρωπος να “τολμήσει”, να υλοποιήσει και να παρουσιάσει την δουλειά του εν έτει 2020 στην Ελλάδα;

Η κατάσταση στον χώρο των τεχνών ήταν πάντα δύσκολη και πλέον έχει γίνει ακόμα χειρότερη.  Θέλει γερό στομάχι και κότσια.  Θέλει πολύ υπομονή, επιμονή και κουράγιο.  Δεν είναι καθόλου εύκολα τα πράγματα και παρ’όλα αυτά βλέπω ότι οι καλλιτέχνες δεν τα παρατάνε.  Είναι αυτή η “τρέλα” που μας διακατέχει και μας δίνει ώθηση να μην τα παρατήσουμε.  Σε κάθε άνθρωπο με ανησυχίες λέω ανοιχτά να τολμήσει, να τολμήσει με κάθε τρόπο και να υλοποιήσει τα όνειρά του.  Να ξέρει όμως ότι θα έχει ένα δύσκολο ταξίδι και τις περισσότερες φορές άκαρπο.  Δεν έχουμε ένα μαγικό ραβδί που να μας λύνει προβλήματα, θέλει προσωπική δουλειά, πολύ προσωπική δουλειά.

– Ετοιμάζεις κάτι αυτήν την περίοδο; Κινηματογραφικό ή θεατρικό;

Από όταν ξεκίνησα στην τέχνη, δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει περίοδος που να μην ετοιμάζω τουλάχιστον 3 πράγματα ταυτόχρονα! Είμαι από τους ανθρώπους που δεν μπορούν να κάθονται γενικά και για αυτό δεν μου αρέσει καθόλου το Καλοκαίρι! Αυτή την περίοδο οπότε, θα είχα πρεμιέρα τον Απρίλιο την θεατρική μεταφορά της ταινίας “Nosferatu” στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, στην εναλλακτική σκηνή, που όμως αναβλήθηκε λόγω του γνωστού πλέον ιού.  Τον Μάιο είχαμε το 4ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πειραιά που και πάλι λόγω ιού μεταφέρεται για μετά το Καλοκαίρι, έχω την προετοιμασία μίας μικρού μήκους ταινίας που έχει γράψει η υπέροχη Βανέσα Αδαμοπούλου, ολοκληρώνω το post production του πρώτου μου ντοκιμαντέρ με θέμα “Εκλογές”, ετοιμάζω για του χρόνου την παράσταση “Μήδεια” με την μοναδική Κάτια Γέρου και τον Νίκο Νίκα, προετοιμάζομαι να αναλάβω την καλλιτεχνική διεύθυνση της νέας Πειραματικής Σκηνής του Δήμου Πειραιά που θα λειτουργήσει από το νέο έτος και παράλληλα βρίσκομαι σε διαπραγματεύσεις για μία τηλεοπτική σειρά που έχω γράψει.  Σίγουρα κάτι ξεχνάω και σίγουρα όταν θα το διαβάζει αυτό ο φίλος μου Κωστής Σαββιδάκης θα μου στείλει μήνυμα για κάτι “καρπούζια” που μου λέει πολλά χρόνια τώρα!

-Για το τέλος, αν σου ζητούσαν να κάνεις μόνο κινηματογράφο ή μόνο θέατρο, τι θα προτιμούσες και γιατί; Ποιες είναι οι δυσκολίες τις οποίες καλείται κάποιος να ξεπεράσει είτε για το ένα είτε για το άλλο;

Είναι δύο εντελώς διαφορετικές τέχνες αλλά με αρκετές ομοιότητες.  Δεν θα μπορούσα πλέον να θυσιάσω καμία από τις δύο.  Από την μία έχεις τον κινηματογράφου, που ουσιαστικά είναι μία ολοκληρωμένη τέχνη.  Συνδυάζει όλες τι τέχνες μαζί, υποκριτική, φωτογραφία, μουσική, σκηνογραφία, ενδυματολογία, ζωγραφική και μένει για πάντα.  Από την άλλη έχεις το θέατρο που κρατάει όσο και οι παραστάσεις, αλλά η μαγεία της άμεσης επαφής με τον κόσμο και η επικοινωνία που έχεις με τον θεατή, δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα άλλο. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι στον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης ουσιαστικά έχει τον πλήρη έλεγχο του αποτελέσματος, ενώ στο θέατρο ο έλεγχος καταλήγει στον ηθοποιό, όταν ανέβει στην σκηνή. Μου αρέσει αφόρητα να δουλεύω με τους ηθοποιούς μου, είτε στον κινηματογράφο, είτε στο θέατρο και νομίζω ότι θα συνεχίσω και τα δύο.

 Όσον αφορά τις δυσκολίες, προφανώς το θέατρο, κάποιες φορές είναι πιο οικονομικό από μία ταινία, αλλά στο τέλος της μέρας, την τέχνη θα την κάνουμε γιατί δεν μπορούμε αλλιώς.

Κατερίνα Σιδηροπούλου

Οι πρώτες ταινίες ήταν τα κλασικά κινούμενα σχέδια της Disney. Έπειτα ήρθε η «Ελισάβετ» και τότε μπήκε δειλά στον κόσμο του κινηματογράφου. Ώσπου, στο πανεπιστήμιο ήρθε ο καλός βωβός κινηματογράφος και άλλα αριστουργήματα της έβδομης τέχνης. Και κάπως έτσι, ξεκίνησε ο κινηματογραφικός της εθισμός!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *