Belle & Sebastien (Δυο Αχώριστοι Φίλοι)
Φιλόζωοι ετοιμαστείτε για ‘Belle & Sebastien’
Από αύριο ξεκινά η προβολή του Belle & Sébastien (Δυο Αχώριστοι Φίλοι) στις ελληνικές αίθουσες. Η συγκινητική ταινία -μεταφορά του γνωστού παιδικού μυθιστορήματος της Σεσίλ Ομπρί, που έκανε ρεκόρ εισιτηρίων στη Γαλλία επιτέλους φτάνει και στη χώρα μας! Αποτελεί σίγουρα το απόλυτο φετινό must see όλων των φιλόζωων και είναι βέβαιο ότι θα πέσει πολύ δάκρυ στις αίθουσες. Ιδίως εγώ που έχω ιδιαίτερη συμπάθεια στα μεγαλοπρεπή αυτά τετράποδα το έχω σίγουρο!
Ας δούμε λοιπόν την υπόθεση, ποια είναι τα σκυλιά των Πυρηναίων και λίγα λόγια από τους συντελεστές:
Η Υπόθεση:
H τρυφερή ταινία αφηγείται τη σχέση ενός μικρού 6χρονου αγοριού, του Σεμπαστιάν, με ένα γιγαντόσωμο αδέσποτο σκύλο των Πυρηναίων, την Μπελ, που ζουν στις γαλλικές Άλπεις. Σε μια δύσκολη περίοδο, υπό την κατοχή των Ναζί, ο μικρός Σεμπάστιαν ζει με τον παππού του και τα αδέλφια του καθώς η μητέρα του πέθανε μετά τον τοκετό, όταν γνωρίζει έναν αδέσποτο σκύλο που όλοι το θεωρούν ‘θεριό’ και θέλουν να το σκοτώσουν και αποφασίζει να τον προστατέψει. Ο Σεμπαστιάν κι η Μπελ όμως θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν και τις προσπάθειες των Ναζί να πιάσουν την γαλλική αντίσταση που περνά κρυφά ανθρώπους μέσα από τα χιονισμένα βουνά στην Ελβετία.
Η ιστορία της Μπελ και του Σεμπάστιαν μεταφέρεται πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, ενώ έχει γίνει πολύ παλαιότερα (1965) τηλεοπτική σειρά (ιδιαίτερα δημοφιλή σε Γαλλία και Αγγλία). Μάλιστα ο τότε πρωταγωνιστής (Μεχντί Ελ Γκλαουί) έχει ‘τιμητικά’ έναν μικρό ρόλο και σε αυτή την ταινία.
Ποια είναι τα σκυλιά των Πυρηναίων:
Ας ανοίξουμε την μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια των σκύλων να δούμε λίγα πράγματα για τον μεγάλο πρωταγωνιστή: O Ορεινός σκύλος των Πυρηναίων (Pyrenean Mountain Dog ή Great Pyrenees) θεωρείται -μαζί φυσικά με του Αγίου Βερνάρδου και το σκύλο της Νέας Γης, από τα πιο δυνατά σκυλιά και προέρχεται πιθανότατα επίσης από τα Μαστίφ. Όπως και στα άλλα γιγαντόσωμα σκυλιά η ψυχοσύνθεση του είναι αυτή του ‘ευγενικού γίγαντα’ κι έτσι παρά το πελώριο κορμί του έχει ιδιαίτερα φιλικό χαρακτήρα. Χαρακτήρας καλόκαρδος και υπάκουος, πιστός και στοργικός αλλά και καλός φύλακας, αυτά τα σκυλιά χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή από βοσκούς για να προστατεύουν τα κοπάδια τους από λύκους και αρκούδες. Χρησιμοποιήθηκε και ως πολεμικός σκύλος ακολουθώντας το αφεντικό του στη μάχη. Η δημοτικότητα τους αυξήθηκε το 15ο αιώνα όταν ο Λουδοβίκου ο 14ος πήρε έναν τέτοιο σκύλο για φρουρό στο Λούβρο. Σύντομα αυτά τα σκυλιά βρέθηκαν να φυλάνε τους πύργους σε ολόκληρη τη Γαλλία! Ο σκύλος αυτός θέλει πολύ άσκηση και δεν πρέπει να μένει κλεισμένος στο σπίτι.
Παρόλα αυτά, ο σκύλος των Πυρηναίων που περιγράφεται στο βιβλίο της Σεσίλ Ομπρί δεν είναι κατάλευκος, όπως παρουσιάζεται στην ταινία. Αυτή η έκδοση είναι το κοντινό του ξαδερφάκι, το τσοπανόσκυλο Μαρέμα που κατάγεται από την Ιταλία και έχει τα ίδια λοιπά χαρακτηριστικά.
Λίγα Λόγια από τους βασικούς Συντελεστές:
Νικολά Βανιέ – Ο Σκηνοθέτης (“Loup”, “Ο Τελευταίος Κυνηγός”):
Σε αντίθεση με όλες τις άλλες ταινίες μου ως τώρα, δεν ήταν δική μου ιδέα η συγκεκριμένη ταινία. Αρχικά, ήταν ιδέα του παραγωγού Κλεμάν Μιζερέζ, των συνσεναριογράφων Φαμπιάν Σουαρέζ και Ζιλιέτ Σαλ, και των ανθρώπων της Gaumont. Όταν τους ζητήθηκε, όμως, να προτείνουν το όνομα ενός σκηνοθέτη, εγώ ήμουν η πρώτη τους επιλογή. Κι αυτό συνέβη την κατάλληλη στιγμή, γιατί μόλις είχα αναβάλει τα σχέδιά μου για μία ταινία λόγω έλλειψης χρηματοδότησης!
– «Η Μπελ κι ο Σεμπαστιάν» είναι και μια αφήγηση μαθητείας;
Ναι, γιατί εκτός από το θέμα που μου άρεσε πολύ, με ενδιέφερε πολύ να δημιουργήσω μία πραγματική ταινία μυθοπλασίας, κυρίως επειδή αυτό δεν ίσχυε για τις δύο προηγούμενες ταινίες μου που ήταν πιο κοντά στο ντοκιμαντέρ. Έτσι, πέρασα από την ταξιδιωτική αφήγηση στο μυθιστόρημα και επιθυμώ πραγματικά σήμερα να αφηγούμαι ιστορίες μυθοπλασίας με πρόσωπα που ακολουθούν μία πορεία και εξελίσσονται. Επιθυμώ επίσης να μιλώ για την πατρίδα μου, τη Γαλλία, γιατί είναι μία χώρα που λατρεύω, κι ας έζησα πολλά χρόνια στο εξωτερικό. Για όλους αυτούς τους λόγους, αφοσιώθηκα σε αυτή την ταινία δίνοντας μεγάλη σημασία στο σενάριο και τη σκηνοθεσία ώστε να μη μοιάζει ούτε στιγμή η ταινία με καρικατούρα.
– Προς ποια κατεύθυνση επιδιώξατε να κατευθύνετε τη μεταφορά του έργου στη μεγάλη οθόνη;
Από το πρώτο κιόλας ραντεβού με την Gaumont, εξήγησα πως δεχόμουν να γυρίσω την ταινία υπό συγκεκριμένους όρους. Κατ’ αρχάς, έπρεπε να βρεθεί ένα ξεχωριστό παιδί, με έντονο βλέμμα και δυνατή προσωπικότητα. Έπειτα, ήθελα τα γυρίσματα να γίνουν σε τρεις εποχές. Τέλος, επιθυμία μου ήταν να μεταφέρω την ταινία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν μία αισθητική απόφαση, γιατί δεν ήθελα να δείξω το βουνό όπως έχει γίνει σήμερα: ήθελα να βρω ένα ορεινό τοπίο με λιθόχτιστα σπίτια, όπου η αρμονία των χρωμάτων και της ύλης παραπέμπει στο δέρμα, στο φυτό της κάνναβης και στο ξύλο, υλικά από τα οποία ήταν τα ρούχα και τα αντικείμενα της εποχής. Αυτή η αισθητική μου απόφαση καθόρισε τη δραματουργία και μου επέτρεψε να συνδεθώ ουσιαστικά με τη σειρά: την περιπέτεια, το ταξίδι και το πέρασμα. Ο πόλεμος και η φυγή των Εβραίων προς την Ελβετία εντάσσονταν άψογα μέσα σε αυτό το πλαίσιο.
Φελίξ Μποσουέ – Ο Σεμπαστιάν:
– Πώς ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια για σένα;
Η μητέρα μου είχε στείλει μια φωτογραφία μου για το κάστινγκ. Αλλά ήξερα ότι είχαν σταλεί πολλές άλλες φωτογραφίες παιδιών. Μετά ήθελαν να με δουν από κοντά. Στο τηλέφωνο, μου εξήγησαν ότι έπρεπε να διαβάσω ένα κείμενο. Κι έτσι πήγα, διάβασα ένα κείμενο, και γύρω μου ήταν σκύλοι, αλλά όχι αυτοί που παίζουν στην ταινία. Με ξανακάλεσαν για να διαβάσω το κείμενο με τα σκυλιά της ταινίας. Και μια μέρα που είχα πάει στον γιατρό, μου τηλεφώνησε ο Νικολά Βανιέ και μου ανακοίνωσε πως με είχε διαλέξει για το ρόλο του Σεμπαστιάν.
– Πώς σου φάνηκε η ιστορία;
Μου άρεσε πολύ και πίστευα πως θα ήταν πολύ ωραία τα γυρίσματα, αν και φοβόμουν λιγάκι τις σκηνές με τα σκυλιά. Σκεφτόμουν πως ο Σεμπαστιάν ζούσε σε πολύ δύσκολες συνθήκες, για παράδειγμα όταν έκανε μπάνιο στον καταρράκτη. Αλλά ήμουν αποφασισμένος να κάνω το ίδιο!
– Μπορείς να μας πεις πώς εξημέρωσες τους σκύλους;
Στην αρχή, έκανα πρόβα με σκύλους που δεν παίζουν στην ταινία. Μετά, έπαιξα με τους πραγματικούς σκύλους, γιατί έπρεπε να εκπαιδευτούμε. Αρχικά, έπρεπε να τα αφήνω να με γλείφουν, και μετά μπορούσα να τα χαϊδεύω κι εγώ. Στο γύρισμα, υπήρχαν εκπαιδευτές και τρεις σκύλοι συνολικά.
Τσέκι Καριό (‘The Patriot’) – Σεζάρ (παππούς):
– Ποια ήταν η αντίδρασή σας όταν σας πρότειναν να συμμετάσχετε στην ταινία;
Αρχικά, σκέφτηκα: “Εγώ νιώθω τριαντάρης και πρέπει να υποδυθώ έναν παππού”. Και ταυτόχρονα, όμως, ένιωσα πως αυτός ο ρόλος, κατά βάθος, ήταν καλοδεχούμενος γιατί κι εγώ είμαι παππούς, κι έχω ένα εγγονάκι στην ηλικία του Σεμπαστιάν! Συνειδητοποίησα πως ήταν καιρός να κάνω αυτό το πέρασμα και πως ήταν καλή ευκαιρία να το κάνω μέσα από μία ταινία που αποτίει φόρο τιμής σε μία θρυλική σειρά της δεκαετίας του ‘60.
– Τι σας άγγιξε περισσότερο στο σενάριο;
Κατ’ αρχάς, βρήκα ενδιαφέρον ότι η πλοκή μεταφέρεται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: το σενάριο δείχνει πολύ όμορφα ότι δεν ήταν όλοι οι Γάλλοι συνεργάτες και ότι δε γονάτισαν μπροστά στον κατακτητή. Επίσης, ότι υπήρξαν Γερμανοί, ακόμα και μέσα στους κόλπους του στρατού, που δεν ήταν υπέρμαχοι του ναζισμού. Αλλά αυτό που με άγγιξε κυρίως, είναι πως τα βλέπουμε όλα αυτά μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού. Έπειτα, με συγκίνησε ο χαρακτήρας του Σεζάρ, που είναι ένας τραχύς, λιγομίλητος άνθρωπος που ζει στη φύση και έχει ιδιαίτερη σχέση με αυτό το παιδί στο οποίο θέλει να δώσει μία πραγματιστική εκπαίδευση: Ο Σεζάρ είναι πολύ στοργικός με το παιδί. Αλλά εκφράζει τη στοργή του, όχι τόσο με τρυφερές κινήσεις, αλλά μέσα από αυτά που του μαθαίνει και το βλέμμα του προς εκείνον. Για τον Σεζάρ, η εκπαίδευση είναι συνυφασμένη με τη γνώση της φύσης και τη μάθηση του σεβασμού: αγαπάμε το βουνό, γιατί είναι όμορφο και το σεβόμαστε γιατί μπορεί να είναι επικίνδυνο. Επίσης, είχα την πεποίθηση πως χάρη στον Νικολά Βανιέ θα εναρμονιζόμασταν πλήρως με το βουνό.
Μεχντί Ελ Γκλαουί (ο πρωταγωνιστής της τηλεοπτικής σειράς του 1965, που επιστρέφει συμμετέχοντας με έναν μικρό ρόλο στην ταινία):
– Πείτε μας ποια η γνώμη σας για την ταινία;
«…και να τελικά που γνώρισα τον Φελίξ : ο νεός Σεμπάστιαν! Μοιάζει σαν το παιδί που ήμουν εγώ παλιά. Ο Φελίξ έχει έναν άλλο αέρα, ένα άγριο βλέμμα που έχουν οι άνθρωποι που ζουν στα βουνά. Όταν ήρθε η ώρα να παίξω μαζί με τον μικρό Φελίξ ήμουν κάπως αγχωμένος, γιατί ήταν σαν να βλέπω τον εαυτό μου. Σχετικά με τους συντελεστές της ταινίας, είναι όλοι τους καταπληκτικοί και η θέση τους καθενός είναι πολύ σημαντική, από τον σκηνοθέτη μέχρι τους τεχνικούς.
Γνώρισα τον Νικολά πριν από ένα χρόνο περίπου. Αμέσως τον συμπάθησα, είναι ένας άνθρωπος φοβερά πειθαρχημένος, όπως είμαι και εγώ. Είναι πολύ ακριβής στις καλλιτεχνικές επιλογές του και η ειλικρίνεια που δείχνει στο έργο του μεταφράζεται σε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα, γεγονός για το οποίο είμαι απόλυτα ευγνώμων.
Διαβάστε επίσης: