Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Ο αμνός

calvary 1

To  ότι η ταινία του John Michael McDonagh, CALVARYβρίσκεται  “υπό τη σκέπη της θρησκευτικής πίστης”, με παρακίνησε να το σκεφτώ η φράση του Αγ.Αυγουστίνου που λειτουργεί ως προμετωπίδα: “Do not despair; one of the thieves was saved. Do not presume; one pf the thieves was  damned.”  Κόλαση- Παράδεισος: σημειώσατε Χ…

Η ταινία του McDonagh δεν είναι απλώς  εξαιρετική, αλλά κι ένα κινηματογραφημένο φιλοσοφικό  δοκίμιο περί πίστης. Διαθέτει  έναν πληθωρικό στο δέμας, αλλά χαμηλών τόνων, μη παρεμβατικό, συμπαθέστατο και cool  ιερέα, στον αντίποδα εκείνων των  αχώνευτων, ανέραστων και μοχθηρών παπάδων που κάνουν κατάχρηση της υποτιθέμενης ηθικής τους Αυθεντίας (ο Brendan Gleeson  στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι  πολύ καλός), υποβλητική μουσική του Patrick Cassidy, φοβερά έξυπνο σενάριο και απολαυστικές ερμηνείες ακόμη κι απ΄τον μικρούλη Micheal Og Lane που υποδύεται το παπαδάκι που βοηθάει τον ιερέα Τζέημς στην εκκλησία του. Θλίβομαι που  αυτή η ταινιάρα δεν βγήκε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Τι να συμβαίνει  άραγε στο μυαλό των διανομέων;

Το ευφυέστατο σενάριό της, πάλι του McDonagh,  διαπλέκει  με υποδειγματικό τρόπο τη θρησκεία με το αστυνομικό θρίλερ  και την κοινωνία (εν προκειμένω την μικροκοινωνία του Sligo  στην βορειοδυτική Ιρλανδία) με την Εκκλησία (συγκεκριμένα με την Καθολική Εκκλησία η οποία στενάζει  υπό το βάρος των σεξουαλικών εγκλημάτων που διαπράχθηκαν στους κόλπους της). Οι εξυπνότατοι, ειρωνικοί διάλογοι  δείχνουν ότι ο  πράγματι καλός ιερέας  Τζέημς Λαβέλ (χήρος και πρώην αλκοολικός- άρα γνώστης των ανθρώπινων παθών), δεν έχει  να κάνει μ’ ένα  τσούρμο  αφελώς  θεοφοβούμενων  ανθρώπων, αλλά  με άτομα- τέκνα της εποχής τους, ιδίως σε ό,τι αφορά  τα ζητήματα της προσωπικής διακινδύνευσης κι αυτοδιάθεσης εν γένει. Όλοι σχεδόν, έχουν κάνει την αμαρτία τους (κατά τα θρησκευτικό-εκκλησιαστικά κριτήρια) έχοντας λογικοφανή επιχειρήματα  για να τις δικαιολογήσουν/καθαγιάσουν. ‘Ολοι “φλερτάρουν” με το Κακό, με αποκορύφωμα βεβαίως, την δήλωση  πρόθεσης τέλεσης  ανθρωποκτονίας που δέχεται  ο  ιερέας  εντός του εξομολογητηρίου, απ΄τον υποψήφιο δολοφόνο του… Μάλιστα.

Το σεναριακό εύρημα του σκηνοθέτη είναι πρωτότυπο, “αιρετικό” (χωρίς να είναι  το μοναδικό – υπάρχουν  κι άλλα στην ταινία που υπονομεύουν επιτυχώς  τα όποια κλισέ πάνε να εισχωρήσουν) και  κατορθώνει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, και το μυαλό του αφυπνισμένο μέχρι  τη στιγμή της αποκάλυψης. Το εξαιρετικό  συνίσταται  ακριβώς στη “νόθευση” των ηθικο-νομικών ερωτημάτων που εγείρονται  λόγω εξομολόγησης  ενός υποψήφιου δολοφόνου-εξομολόγησης  μελλοντικού εγκλήματος,  απ ΄το βασανιστικό ερώτημα: “μα ποιός  στο διάολο  ήταν επιτέλους αυτός που τον απείλησε;”, ο οποίος  δολοφόνος  δικαιολογεί την μελλοντική πράξη του με το εξής επιχείρημα: “θα σε σκοτώσω πάτερ, επειδή δεν έχεις κανει τίποτα κακό. Το να σκοτώσω έναν κακό ιερέα  δε θα σήμαινε τίποτα. Έναν καλό όμως… αυτό  θα έφερνε τα πάνω κάτω. Θα σε σκοτώσω  επειδή είσαι αθώος.”

Ιδού ένα “τυράκι”  με το  οποίο  πιάνεται αποτελεσματικά  στη φάκα  το μυαλό- ποντικάκι του θεατή- ένας άνθρωπος  ανακοινώνει σ’ έναν άλλο ότι θα τον σκοτώσει. Πως θ’ αντιδράσει το υποψήφιο θύμα; Μήπως  απ ΄το φόβο του και τον πανικό θα προβεί  σε βίαιες ενέργειες, άρα  αυτομάτως θα έχει  κάνει κάτι “κακό”, άρα θα γλυτώσει τη  ζωή του αφού πλέον δε θα είναι ένα δυσεύρετο  καλό  και αθώο πρόσωπο; Εσείς πώς θ’ αντιδρούσατε; Καταφεύγοντας στις διωκτικές  Αρχές υποθέτω. Ε, ο πάτερ Τζέημς  δεν καταφεύγει  γιατί θεωρεί , και βασίμως ως ένα βαθμό,  ότι δεσμεύεται απ΄το εξομολογητικό απόρρητο. Μπίνγκο.

Το τραγικό εδώ είναι  πως  ο Τζέημς  βρίσκεται στην τομή δύο κύκλων:  του κύκλου της  άμεσης απειλής περί τη ζωή του, και  αυτού των κατοίκων που  “φλερτάρουν”  ο καθένας  τους με  διαβαθμίσεις του Κακού. Όλοι σχεδόν, έχουν λερωμένη τη φωλίτσα τους με κάτι: και ο πάμπλουτος, μαλάκας, πρώην χρηματιστής (έξοχος  ο Dylan Moran- η έκφρασή του, έκφραση  μπουχτισμένου, αδιάφορου μπροστά στη χλιδή – είναι όλα τα λεφτά), και ο έγχρωμος (και γιαυτό εξ ορισμού  ύποπτος , κατά τον έτερο ιερέα της ενορίας) μηχανικός  αυτοκινήτων (ο τυπάς  και αμυντικά  αλαζόνας  Σάιμον, ο Isach de Bancole), και  ο επί πληρωμή ( ; )  εραστής  ανδρών Λήο [απολαυστικός ο Owen Sharpe, ο οποίος μαζί με Gleeson, Og Lane και Wilmot είχε παίξει και στην προηγούμενη ταινία του McDonagh, το  πολύ αστείο THE GUARD], και η μάλλον καθ ‘εξην μαζόχα  και τσαχπίνα  Βερόνικα (απίθανη η Orla O’ Rourke). Όλοι τους “κεντάνε”  τους ρόλους τους, είναι εξαιρετικοί ανεξαρτήτως χρονικής διάρκειας  της  εμφάνισής τους.

calvary 3calvary 4

calvary 5Tο εξοργιστικό  με την  στάση του Τζέημς  μπροστά στην απερίφραστη απειλή, είναι ότι δεν αντιδρά- μοιάζει σαν να  περιμένει στωικά πότε θα πραγματοποιήσει ο δολοφόνος  την υπόσχεσή του και μάλιστα  πηγαίνει  να συναντήσει , κυριολεκτικά, τον θάνατό του (η σχετική σεκάνς είναι  εκπληκτική και βουτηγμένη  στο κατάμαυρο χιούμορ). Η ταινία του McDonagh είναι υπέροχη, ειρωνικά αμείλικτη απέναντι στην “εν Χριστώ”  διαφθορά της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία  ως γνήσιος υποκριτής, στιγματίζει  τις πράξεις  των άλλων, εθελοτυφλώντας  μπροστά  στα αίσχη  που τελούνται  εντός της (χαρακτηριστικό παράδειγμα  ο πάτερ Λήρι, απολαυστικός ο David Wilmot), με χιούμορ  που διαποτίζει  σχεδόν κάθε ατάκα αλλά και με την τραγωδία να εμφιλοχωρεί  και να παραμένει  ατιμώρητη, όπως η απίστευτη  περίπτωση ιατρικού λάθους  που αφηγείται ο  αχώνευτος  γιατρός  Φρανκ (ο Λόρδος Μπεήλις του GoT) στον κατάπληκτο  ιερέα Τζέημς.

“Ι’m off towards the hills, way up high.

To cry by myself, far away”  λένε περίπου, οι στίχοι του θαυμάσιου τραγουδιού  των LOS CHIRIGUANOS   με τίτλο Subo που ακούγεται  στους τίτλους τέλους. Ένα τέλος μάλλον αναμενόμενο, δεδομένης της  της μεγάλης αγάπης  που έτρεφε  η μοναχοκόρη του Τζέημς, Φιόνα γι αυτόν και τούμπαλιν (φοβερή η “χημεία” μεταξύ Kelly Reily-B.Gleeson).

calvary 6

Η ταινία του McDonagh  αποτελεί must-see   για φιλοσόφους της θρησκείας, φιλοσόφους γενικώς, νομικούς και θρησκευτικούς λειτουργούς, ιδίως  όσους  αναρωτιούνται  για την απήχηση  των κηρυγμάτων τους στις σημερινές  κοινωνίες. Μ’ ένα ευφυέστατο σενάριο, απολαυστικές ερμηνείες (σημειώστε την σύντομη αλλά συγκλονιστική εμφάνιση του υιού Gleeson, Domhnall σε ρόλο-έκπληξη) και πολύ καλή μουσική  επένδυση, ο McDonagh έφτιαξε  ένα σκάκι εφαρμοσμένης Φιλοσοφίας, το οποίο  αξίζει  ν’απολαύσετε  και να παίξετε,  μόνο  στο dvd , αφού η ταινία δεν βγήκε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Οι διανομείς μας  την έκριναν, εικάζω, ανίκανη να σπάσει ταμία και την έφτυσαν κανονικά. Αυτοί έχασαν. Θυμίζω ότι  η επίσης  μαύρη κωμωδία  WAKING NED DIVINE (1998, πολύ γέλιο) είχε προβληθεί κανονικά στις ελληνικές αίθουσες. Άλλες εποχές, άλλες αντοχές ίσως.

Calvary-Movie-Header-Image

calvary 10

calvary 11

Κατερίνα Καρά

Την πρώτη ταινία την είδε πριν πολλά χρόνια σε συνοικιακό σινεμά. Τραυματική εμπειρία... Επική η ταινία. Από τότε δηλώνει ανερυθριάστως ότι οι ταινίες (όπως και τα βιβλία) την έχουν πάρει κανονικά στο λαιμό τους. Πιστεύει ότι το σινεμά, όπως και η Τέχνη γενικώς, ΔΕΝ θα πεθάνει ποτέ, επειδή η τρισάθλια πραγματικότητα ειρωνεύεται χοντρά τις προθέσεις και τα όνειρά μας... Άρα κάπως πρέπει να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *