Ένας Πύργος στην Ιταλία
Υπόθεση πολύ προσωπική για τη Βαλέρια Μπρούνι-Τεντέσκι η τρίτη της ταινία. Η σκηνοθέτιδα γράφει και πρωταγωνιστεί σε αυτή την ταινία που αναφέρεται στον ξεπεσμό μιας πρώην ισχυρής ιταλικής οικογένειας βιομηχάνων και η οποία βρίθει αυτοβιογραφικών στοιχείων.
Μία οικογένεια πρώην βιομηχάνων αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και αρχίζει να σκέφτεται το ενδεχόμενο να ανοίξει τον Πύργο της στο κοινό -έναντι κάποιου αντιτίμου. Ενώ ο γιος είναι άρρωστος, η κόρη γνωρίζει έναν κατά πολύ νεώτερο άνδρα και γοητεύεται από αυτόν, ενθυμούμενη την παλιά της καριέρα σαν ηθοποιός. Καθώς τα χρόνια έχουν περάσει θέλει απεγνωσμένα να κάνει ένα παιδί, ένα αίτημα που ο εραστής της αρνείται κατηγορηματικά να κάνει δεκτό.
Έχουμε σε ρόλο πρωταγωνιστικό τη μητέρα, Μαρίσα Μπορίζι, όπως και τον πρώην εραστή Λουί Γκαρέλ, ενώ ο θάνατος του αδελφού της από AIDS παίζει σημαντικό ρόλο στην υπόθεση της ταινίας.
Αυτή που λείπει είναι η αδελφή, πρώην Πρώτη Κυρία της Γαλλίας, Κάρλα Μπρούνι Σαρκοζί, η οποία μάλλον δεν θα ήθελε κάποια αναφορά και γι’ αυτό είναι παντελώς απούσα από την ταινία. Γιατί διαφορετικά, το θεωρούμε μάλλον δύσκολο να την άφηνε ανεκμετάλλευτη.
Ίσως η παρουσία της να είχε κάνει πιο εξωφρενική την ταινία.
Από το Ένας Πύργος στην Ιταλία δεν λείπουν οι αστείες σκηνές (σκηνή ανθολογίας για παράδειγμα εκείνη κατά την οποία η ηρωίδα της ταινίας, θέλοντας ένα παιδί προσπαθεί να μπει σε ένα μοναστήρι για να κάτσει σε μια πολυθρόνα και να λάβει τις ευλογίες μιας θρησκευτικής εικόνας). Δυστυχώς από την ταινία δεν λείπουν ούτε και οι υπερβολές. Υπερβολή στις ερμηνείες, στις συμπεριφορές, ακόμα και στην αυτο-αναφορικότητα.
Εάν έπαιρνε λίγο λιγότερο σοβαρά τον εαυτό της, θα ήταν μάλλον καλύτερη. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, μοιάζει σαν η ηθοποιός να έφτιαξε μια ταινία που να αναφέρεται κυρίως στον ίδιο της τον εαυτό. Οι υπόλοιποι θα χρειαστεί να εξοπλιστούν με αρκετή υπομονή.
Όσο για το τελευταίο -παγωμένο- πλάνο μοιάζει τουλάχιστον βγαλμένο από άλλη δημιουργική δεκαετία.
Τελικά να τη δω;
Αστεία ιδιαίτερα δεν είναι. Αυτοαναφορική είναι και οι περισσότεροι παίζουν τον εαυτό τους. Είναι δύσκολο για τον θεατή να ταυτιστεί με τους καημένους τους πλούσιους, ακόμα και εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουν δίκιο.