Ειδική Κιουμπρικ-ολογία μέρος Ι: Οι Απαρχές
Υπάρχει ένα ανέκδοτο στο Χόλιγουντ. Πεθαίνει, λέει, ο Στήβεν Σπίλμπεργκ και πάει στον Παράδεισο. Στις πύλες τον υποδέχεται ο Αγιος Πέτρος. «Λυπάμαι, δεν επιτρέπονται σκηνοθέτες στον παράδεισο» του λέει. «Μα πως…» κάνει ο Σπίλμπεργκ. «Αφού εγώ βλέπω τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ εκεί κάτω» λέει και δείχνει με το χέρι του. Ο Άγιος Πέτρος γυρίζει το κεφάλι να δει. «Α, αυτός;» λέει. «Αυτός δεν είναι ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Αυτός είναι ο Θεός που νομίζει ότι είναι ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ».
Καταλάβατε δηλαδή. Για τους απανταχού σινεφίλ ο Κιούμπρικ είναι ο Αϊνστάιν του σινεμά (τουλάχιστον). Έτσι, λίγο τρελλάρας, αλλά ιδιοφυής.
Θυμάμαι έβλεπα πρόσφατα το τρέιλερ μιας ταινίας και οι πρωταγωνιστές έτρεχαν σε ένα διάδρομο. Έτρεχαν, έτρεχαν, ο διάδρομος δεν τελείωνε ποτέ. «Αυτός ο διάδρομος πώς είναι έτσι;» λέει ο ένας. «It’s Kubrickian!» αναφωνεί ο άλλος.
Όσοι έχουν ασχοληθεί με το έργο του Στάνλεϊ Κιούμπρικ (σαν και του λόγου μου) λένε ότι τα πάντα ξεκίνησαν… με μία φωτογραφική μηχανή και μια σκακιέρα. Ήταν τα δύο αντικείμενα που απέκτησε σε μικρή ηλικία ο Στάνλεϊ και δεν τα αποχωρίστηκε ποτέ.
Ολόκληρο το κινηματογραφικό του σύμπαν, το γεμάτο λογική, αυστηρή δομή, αλλά διαστρεβλωμένο μέσα από τον φακό του σινεμά ξεκινά (λένε τουλάχιστον οι αναλυτές) από εκεί. Και από μία διαστροφή που τον έκανε να πηγαίνει, για παράδειγμα, στο ζαχαροπλαστείο και να παρακολουθεί με τις ώρες πως όλα τα γλυκά βγαίνουν το ίδιο σχήμα, ή να προσπαθεί -ως νέος που δούλευε σε ντάινερ- να φτιάξει το τέλειο σάντουιτς, κάνοντας πειράματα για ώρες, και την ώρα που -επιτέλους- πάει να το φάει ο πελάτης να το αρπάζει και να το ξαναπηγαίνει στην κουζίνα για νέες αλλαγές. Υπάρχουν δεκάδες ανεκδοτολογικές ιστορίες σαν αυτές που προανέφερα.
Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι η φιλμική καριέρα του Κιούμπρικ. Η φωτογραφική του καριέρα όμως δεν έχει εξετασθεί όπως θα έπρεπε. Γιατί όλα ξεκινούν και όλα τελειώνουν στην κάμερα του Κιούμπρικ. Πέρα από ένα κοφτερό μυαλό, έναν σκηνοθέτη με παράξενο όραμα, ο Κιούμπρικ είχε και ένα αξεπέραστο οπτικό ύφος: η κάμερα λειτουργεί σαν νυστέρι χειρούργου που με τρόπο ψυχρό και τελεσίδικο εισχωρεί στη σάρκα προκειμένου είτε να την κάνει καλά, είτε να οδηγήσει τον επιστήμονα να σηκώσει τα χέρια ψηλά δηλώνοντας «δεν υπάρχει σωτηρία!» (πάντα στις ταινίες του Κιούμπρικ η απόφαση ήταν του θεατή. Και το ερώτημα ένα: κινούμαστε αυτοματικά ή μέσα σε όλο αυτό υπάρχει και η ανθρώπινη βούληση;)
Ο Κιούμπρικ εργάστηκε ως φωτογράφος για το περιοδικό Look από το 1945 –δεν ήταν καλά καλά ούτε 17 ετών- έως το 1950.
12.000 αρνητικά παρήγαγε ο τρομερός Κιούμπρικ. Από αυτά ίσως μόλις το 20% δημοσιεύτηκε τελικά στο Look, ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται σε αρχεία.
Η ζωή στους δρόμους των αμερικανικών μεγαλουπόλεων, στιγμιότυπα στο μετρό, η τζαζ, οι άνθρωποι που παρατηρούν θεάματα και τέχνη, η φήμη, ο κόσμος του μποξ, του θεάτρου και του σινεμά είναι μερικά μόλις από τα θέματα που απασχόλησαν τον Κιούμπρικ.
Οι φωτογραφίες του καταγράφουν την Αμερική μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια Αμερική που αρχίζει σιγά σιγά να αναπτύσσει τη δική της ξεχωριστή πολιτισμική ταυτότητα, να κάνει σημαντικά βήματα τόσο στη φωτογραφία, όσο και στο σινεμά και να απομακρύνεται από τη σκιά της Ευρώπης.
Οι φωτογραφίες του καταπιάνονται με τα ίδια ερωτήματα που απασχόλησαν και τις ταινίες τους, αποκαλύπτουν όμως ένα πολύ πιο ανθρώπινο πρόσωπο του Καλλιτέχνη (το κ κεφαλαίο) Κιούμπρικ. Εκείνο που μπορεί να διακρίνει τη ζωή, την αύρα ενός προσώπου, μιας κατάστασης και να τη συλλάβει στο φακό. Προσδίδοντας έτσι (όπως κάνουν πάντα οι φωτογράφοι) την αθανασία σε κάτι που έχει πια χαθεί.
πολύ ωραίο!
άγαμε μέχρι θανάτου stan!
Τώρα να ζητήσω πνευματικά δικαιώματα για τη φωτογραφία;;;;;;:Ρ:Ρ
Περιμένουμε τη συνέχεια για αυτήν την μεγαλοφυία!
Ευχαριστώ!!
Αμα ζητήσεις εσύ ο Κιούμπρικ τι πρέπει να πει;;;
Εν καιρώ, γιατί πολύς Κιούμπρικ φοβάμαι μη σας κάτσει βαρύς στο στομάχι.. 😉
Τάιλερ
Στους 5 αγαπημένους μου σκηνοθέτες όλων των εποχών και το 2001, το απόλυτο αριστούργημά του.