Με λένε Σιντονί. Λατρεύω τα βιβλία, λατρεύω και τη Μαρία Αντουανέττα
Εϊναι κάποιες ταινίες , που ενώ σου αφήνουν μία έντονη επίγευση αδιαφορίας και βαρεμάρας ( έως χασμουρητά), κρύβουν επιμελώς στις πτυχές τους ένα αιχμηρό αγκαθάκι, το οποίο αν σε τρυπήσει, την έβαψες.
Μία απ’αυτες , θεωρώ πως είναι και η ταινία του Benoit Jacquot Les Adieux A La Reine( Farewell My Queen) βασισμένη σε μυθιστόρημα του Chantal Thomas.
Γαλλία, Βερσαλλίες, ημέρες της κατάληψης της Βαστίλλης. 4 μέρες (14-17 Ιουλίου 1789) κοιτάζουμε μέσα στον βασιλικό ,αυτάρεσκο και βαυκαλιζόμενο μικρόκοσμο του παλατιού, στην Αυλή, τα μαγειρεία και τα ιδιαίτερα διαμερίσματα του Λουδοβίκου 16ου, κυρίως όμως εστιάζουμε στην ωραιότατη σύζυγό του, Αυστριακή πριγκίπισσα, την διαβόητη Μαρία Αντουανέττα, μεσω των μελαγχολικών και παρατηρητικών οφθαλμών της ευειδούς, βιβλιολάτρισσας και γλυκύτατης Σιντονί Λαμπόρντ, ορφανής από γονείς, αναγνώστριας της Βασίλισσας Αντουανέττας. ‘Η, όπως αρέσκεται η ίδια να λέει: ” υπηρέτριας των βιβλίων, της βιβλιοθήκης της Βασίλισσας”.
Η Lea Seydoux ( “σεσημασμένη” ήδη απ΄τον μικρό αλλά τελικά σημαντικό ρόλο της στο Midnight In Paris του Woody Allen) ειναι πολύ καλή , ιδιαίτερα στις λεπτομέρειες που συνθέτουν τον χαρακτήρα που υποδύεται, αλλά νομίζω πως αδικείται απ΄το σενάριο. Ο φαινομενικά ασήμαντος ρόλος της, έχει πολύ υλικό που μένει ανεκμετάλλευτο. Χυμώδης, ευφυής, εκφραστικότατη, με πιό λεπτοδουλεμένο σενάριο θα έλαμπε και θα μας έδινε μια αξιομνημόνευτη Αναγνώστρια. Ολοκληρη η ταινια μου αφησε την εντύπωση μισοδουλειάς, κυρίως επειδη δεν εκμεταλλέυτηκε τη διασύνδεση βιβλιολατρείας, ερωτα, εξουσιαστικών σχέσεων.
Αφήστε που ,ανεξήγητα, φανταζομουν και τη Johannsοn στον ίδιο ρόλο. Ενώ θα μπορουσε να ειναι μια θαυμάσια ταινία , ενω μας παρουσιάζει αρκετά ικανοποιητικά τον απίστευτα γελοίο, φίλαυτο και μεγαλομανή μικρόκοσμο της Γαλλικής Αυλής του Λουδοβίκου ( που’ του λαχε μια λαϊκή εξέγερση μεγατόνων), ενω έχει πολύ όμορφα κοστούμια (του Christian Gass) και μουσική (του Bruno Cullais), και πάνω απ΄όλα μία εξαιρετική Μαρία Αντουανέττα την οποία υποδύεται η πανεμορφη Diane Kruger,όπως και μια αντιπαθέστατη και γλοιώδη Μαντάμ Καμπάν( χαρακτηριστικό δείγμα Αυλικής που ανησυχει νυχθημερόν μην χάσει την εύνοια της Μεγαλειοτάτης, μία ύαινα με μεταξωτά, που ξέρει να σκύβει το κεφάλι, προσκυνά ευλαβικα το πρωτόκολλο, και οταν την παραστριμωξουν αναφωνει: “μα εγώ δεν εχω φίλους στην Αυλή! “- την υποδύεται έξοχα η Noemie Lvovsky ) στερείται ατμόσφαιρας, μαγείας,αυτου του απροσδιόριστου συστατικού που κατα την γνώμη μου εκανε ανευπέρβλητες, ταινίες σαν τα Elizabeth και La Reine Margot φερειπείν.
Επαναλαμβάνω, θα μπορούσε να ειναι μια θαυμάσια ταινία. Αλλά δεν είναι. Η Σιντονί, μια αφανής εν πολλοίς φιγούρα, μένει άγνωστη κατ’ ουσίαν στο θεατή, καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας. Επιμελώς αποσιωπώνται λεπτομερειες για το άτομό της, δεν αναφερεται τίποτα γιαυτήν. Αντιθέτως παρακολουθούμε τη ζωή της μοναρχίας, στον περιφραγμένο και προστατευμένο χώρο των Βερσαλλιών, που βρίσκεται μακριά απ’ τη βρωμια και την Επανάσταση του Παρισιού, όπως λέει αγανακτισμένη η Αντουανέττα. Μία Αντουανέττα εντελως ικανή να σώσει το τομάρι της σε δεδομένη στιγμή, και η στιγμή αυτη κοντοζυγώνει- ο εξεγερμένος λαός δεν αστειεύεται, παίρνει κεφάλια-(κυριολεκτικά)- απασχολημένη με τις καφετέριες/σοκολατιέρες/τσαγιέρες της, τα κοσμήματα και τα ρούχα της,αλλά και τα δύο ανήλικα παιδιά της. Σ’αντίθεση όμως με την εύθραστη και τρομοκρατημένη Αντουανέττα σε κείνη την ποπ/ροκ μαρέγκα της Sofia Coppola το 2006, τούτη δω φαίνεται πιό καπάτσα. Η Αντουανέττα του Jacquot ειναι και κάτι άλλο όμως- παθιασμένη με μία άλλη γυναίκα, τη Γκαμπριέλ μτε Πολινιάκ ( η αντιπαθέστατη Virginie Ledoyen με τη σέξι φωνή αλλά αχώνευτη παρουσία, τολμώ να πω το γαλλικό αντίστοιχο της Natalie Portman, και ας με κρεμάσουν οι οπαδοί της…) .
Να ένα σημείο που χωλαίνει αυτη η ταινία, σε βαθμό παραπλάνησης του θεατή.Και το λέω αυητο επειδή το έξυπνο τρέηλερ σε προϊδεάζει για τουλάχιστον μια ερωτική ιστορία μεταξύ γυναικών, αλλα τελικά και άτολμα μενει στην προϊδέαση. Πάντως η ταινία στα καθ’ ημάς χαρακτηρίστηκε ακατάλληλη για θεατές κάτω των 17 ετών. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Δεν βλεπουμε καμιά εμβάθυνση ή ανάπτυξη αυτης της , σκανδαλώδους όπως αφήνεται να εννοηθεί, σχέσης του αντικτύπου στον σύζυγο της Αντουανέττας, ή στην Αυλή. Υπάρχει μόνο μια χαρακτηριστικότατη σκηνή, η οποία λέει πολλά χωρις να δηλώνει απολύτως τίποτα. Το αληθινό όμως δράμα βρίσκεται αλλού. ‘Οχι στον έρωτα(;) της Αντουανέττας για την καπριτσιόζα και δαπανηρή Γκαμπριέλ, αλλά στην κρυφή λατρεία της αναγνώστριας Σιντονί για τη βασίλισσά της. Η ασήμαντη-με τα κριτήρια της Αυλής- κοπέλα , που αποδεικνύεται τελικά αναλώσιμη και αντικαταστατή (όπως φαινεται απ΄την διευθέτηση που κανει η Βασιλισσα προκειμενου να σωσει το κεφάλι της λατρεμένης της φίλης). Ακριβώς το φινάλε της ταινίας ειναι η ανταμοιβή ούτως ειπείν, του υπομονετικού θεατή: ξαφνικά αυτο το χαμηλότονο, έξυπνο κορίτσι, αποκτά “ταυτότητα”, ή ίσως συνειδητοποιεί και δηλώνει σε μας αυτό που ήδη γνώριζε εξ αρχής.
Ταινία-μούς σοκολάτας που εχασε την ευκαιρια να γίνει μια αλησμόνητη zachertorte.