Για Πάντα
Ένας άνδρας που δουλεύει μηχανοδηγός στο τρένο, γοητεύεται από μία γυναίκα που κάθε μέρα εκτελεί τη διαδρομή Θησείο – Πειραιάς για να φτάσει στη δουλειά της στο λιμάνι του Πειραιά. Ο Κώστας παρακολουθεί την Άννα στις καθημερινές της συναλλαγές, αλλά δεν τολμά να της μιλήσει. Και οι δύο χαρακτήρες είναι δύο μοναχικοί άνθρωποι, εγκλωβισμένοι μέσα στις καθημερινές τους διαδρομές. Μετά από ένα γεγονός, ο Κώστας θα προσπαθήσει να αφήσει πίσω τη μοναξιά του και να προσεγγίσει την Άννα.
Με μία ρομαντική ματιά, με ελάχιστο -σχεδόν καθόλου- διάλογο και πολύ όμορφες εικόνες από την Αθήνα και τον Πειραιά, η Μαργαρίτα Μαντά -υπήρξε μόνιμη συνεργάτις του Θόδωρου Αγγελόπουλου- φτιάχνει μία νοσταλγική ταινία.
Τα τρένα που περνούν, οι σταθμοί, τα πλοία που φεύγουν, το χειμωνιάτικο λιμάνι, το Θησείο, οι βόλτες στην Ερμού, σημεία οικεία και όμως τόσο όμορφα κινηματογραφημένα από την Μαργαρίτα Μαντά είναι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της ταινίας.
Η σκηνοθέτις έφτιαξε στην πραγματικότητα ένα ερωτικό γράμμα στην πόλη, θέλοντας να κάνει αναφορά -όπως η ίδια έχει πει- στην σημασία του τρένου για τον κινηματογράφο.
Δεν συμβαίνουν πολλά στην ταινία της Μαντά. Τα περισσότερα είναι σιωπές και ήχοι.
Οι θεατές θα χαζέψουν τις εικόνες (εξαιρετική δουλειά έχει γίνει τόσο στη φωτογραφία από τον Κωστή Γκίκα, όσο και στον ήχο με το μιξάζ να το έχει αναλάβει ο πάντα εξαιρετικός Κ.Βαρυμποπιώτης).
Το θέμα της ταινίας θα μπορούσε να δικαιολογήσει μία πολύ μικρότερης διάρκειας ταινίας. Η έλλειψη δράσης βαραίνει, τελικά, τον θεατή, καθώς στην ταινία δεν συμβαίνει σχεδόν τίποτα. Η ομορφιά της εικόνας, οι πολύ καλές ερμηνείες (ή καλύτερα παρουσίες) των Κώστα Φιλίππογλου και Άννα Μάσχα και η νοσταλγική διάθεση δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη μιάμισης ώρας διάρκεια της ταινίας.
Τελικά να τη δω;
Ελάχιστος διάλογος και όμορφες εικόνες είναι τα δύο χαρακτηριστικά αυτής της ταινίας. Το αδύναμο σενάριο δεν δικαιολογεί τη διάρκειά της, αλλά τουλάχιστον από τεχνικής άποψης είναι ένα κομψοτέχνημα με δύο ενδιαφέρουσες ερμηνείες.