Η Τέλεια Ομορφιά
Χώρα: Ιταλία, Σκηνοθεσία: Πάολο Σορεντίνο, Διάρκεια: 142′
«Η Ρώμη σε κάνει να ξοδεύεις πολύ χρόνο»
Ένας διάσημος συγγραφέας, ο Τζεπ, που έχει γράψει ένα μόλις «δυνατό» βιβλίο σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του περιπλανιέται στην Αιώνια Πόλη, πηγαίνοντας από πάρτι σε πάρτι, αποζητώντας εναλλαγή εικόνων και ηδονών.
Από το πρώτο κιόλας πλάνο ο Πάολο Σορεντίνο (επιστρέφοντας με το La Grande Belezza) στο σινεμά που ξέρει να υπηρετεί καλά, δεν αφήνει καμία απολύτως αμφιβολία: αυτή δεν είναι μόνο η ιστορία ενός συγγραφέα σε υπαρξιακή κρίση, αλλά η ιστορία ολόκληρης της Ρώμης: των απογοητεύσεων, της κενής ομορφιάς, της όμορφης κραιπάλης της ιταλικής πρωτεύουσας.
Σε μία κατ’ εξοχήν φελινική δουλειά (με έντονες επιρροές από το Dolce Vita του μεγάλου Ιταλού σκηνοθέτη), ο Σορεντίνο βάζει τον ηλικιωμένο ήρωά του, μέσα από μία σειρά συναντήσεις και συμβάντα, να αναρωτιέται για το νόημα της ζωής. «Τα τρένα μας είναι τα καλύτερα σε ολόκληρη τη Ρώμη. Δεν καταλήγουν πουθενά» λέει ο ήρωας, Τζεπ, κοιτάζοντας τους λαμπερούς καλεσμένους του να χορεύουν τρενάκι.
Μελαγχολικό και οπερατικό, στιγμές στιγμές γκροτέσκο και εντυπωσιακό, το La Grande Belezza είναι και δεν είναι ένα ερωτικό γράμμα στη Ρώμη: μέσα από τις πανέμορφες σκηνές στις πλατείες, τα αγάλματα, τα έργα τέχνης, τον πλούτο και τη χλιδή, ο Σορεντίνο ασκεί σκληρή κριτική στη σημερινή Ιταλία: προσκολημμένη στο μεγαλείο του παρελθόντος, αναζητώντας θρησκευτική εξιλέωση. Αλλά και στους ξεπεσμένους αριστοκράτες της: συγγραφείς που θεωρούν ότι έχουν κάνει σπουδαία καριέρα, καλλιτέχνες που μιλούν με λέξεις που δεν γνωρίζουν, πεταλούδες της νύχτας που αναζητούν το φως και καίγονται από τη λάμψη. Οι ήρωες του Σορεντίνο μοιάζουν να έχουν χάσει την αιώνια ομορφιά τους, αλλά είναι καταδικασμένοι να κινούνται σε μία πόλη που λατρεύουν να μισούν.
Υπάρχουν στιγμές που η ταινία μοιάζει να τραβά σε μάκρος και είναι αυτός ο βασικός λόγος που υπολείπεται του σφιχτοδεμένου Il Divo. Η ερμηνεία του Τόνι Σερβίλο είναι για ακόμα μία φορά εξαιρετική. Μελαγχολικά, ειρωνικά, τρυφερά κινείται στους δρόμους της Ρώμης, κοιτάζει τα πρωινά και τα ηλιοβασιλέματά της, ακούει τον ήχο της σαμπάνιας που τρέχει, βλέπει τη λάμψη και αναρωτιέται -όπως κάθε στοχαστικός ήρωας που σέβαται τον εαυτό του- για τη ζωή, την τέχνη και τον θάνατο.
Κι ύστερα επιστρέφει στις αναμνήσεις του.