Αφιερώματα

«Το ελληνικό κινηματογραφικό κύμα του παράξενου»

Επικρατεί μια γενικότερη γκρίνια. Του τύπου «έξω πάμε καλά, μέσα πάλι πάμε άστα να πάνε», του τύπου «δεν υπάρχουν λεφτά ούτε για δείγμα», «τι κάνει το υπουργείο» κ.λπ. κ.λπ.

Εγώ πάλι αισιοδοξώ. Εκ πεποιθήσεως; Ίσως. Τι είναι αυτή η μίρλα που μας έχει πιάσει; Ας μην ξεχνάμε ότι οι ταινίες των Ελλήνων σκηνοθετών που πάνε καλά έξω, ανήκουν σε ένα «δύσκολο» είδος. Ο Κυνόδοντας δεν είναι μια ταινία που θα έκοβε εύκολα πολλά εισιτήρια. Ούτε το Attenberg. Αλλά όλοι (ή πολλοί τελοσπάντων) τα είδαν. Αν κάτσεις σε μια παρέα και αρχίσεις να μιλάς για ελληνικό σινεμά, κάποιος, κάτι θα έχει δει. Μα τον Κυνόδοντα, μα τη Στρέλλα, μα τη Χώρα Προέλευσης. Στο σινεμά, στο dvd, από εφημερίδα. 

Το στοίχημα είναι να κάνουμε το arthouse cinema μας να το αγαπήσει ο κόσμος. Ή να έχουμε ένα mainstream σινεμά που να βγάζει καλές (ή καλούτσικες) ταινίες. Το κατάφερε πέρυσι η Νήσος. Το παλεύει ο Παντελής Βούλγαρης. Το έκανε πριν από χρόνια η Πολίτικη Κουζίνα. Έχει πάρει μάστερ στο θέμα ο Νίκος Περάκης.

Αλλά εδώ μιλάμε για ένα άλλο είδος σινεμά.

Και ναι, από εισιτήρια τουλάχιστον, οι πιο «καλλιτεχνικές» μας ταινίες δεν πάνε ακόμα καλά. Αλλά αυτός δεν είναι και λόγος απελπισίας.

Δηλαδή δεν αρκεί το γεγονός ότι στα διεθνή Φεστιβάλ σκίζουμε; Ότι ο ξένος Τύπος πλέκει διθυράμβους για εμάς, ότι μας κάνουν ακόμα και αφιερώματα, στο νέο ελληνικό κύμα, στο «ελληνικό κύμα του παράξενου» όπως γράφει ο Guardianσε ανάλυσή του;

Αν κανείς εγκαταλείψει, τότε δεν γίνεται τίποτα. Δεν προχωράμε μπροστά, δεν καταφέρνουμε κάτι. Το αναγνωρίζουν και οι ίδιοι οι σκηνοθέτες. Πιο απαισιόδοξος ο Λάνθιμος, λέει ότι μπορεί η δημιουργία μιας ταινίας να μετατρέπεται σε «εφιάλτη», μιας και χρήματα δεν υπάρχουν, παραγωγοί δεν υπάρχουν, αλλά παραδέχεται ότι ό,τι γίνεται «γίνεται από αγάπη».

Μπορεί να είναι μια ρομαντική θέαση των πραγμάτων, αλλά στην παρούσα οικονομική συγκυρία είναι αρκετό. Και είναι και το μόνο που μας σώζει εδώ που τα λέμε. «Δεν ξέρω πόσο θα πρέπει να συνεχίσουν οι άνθρωποι να θυσιάζουν τους εαυτούς τους για την τέχνη» λέει ο Λάνθιμος. Όσο χρειαστεί μέχρι να μη χρειάζεται πια. Όπως έκαναν χιλιάδες άνθρωποι, αιώνες τώρα, σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη λέει από την πλευρά της: «Αυτή είναι η κατάσταση και κάπως πρέπει τώρα να την φτιάξουμε. Το σινεμά είναι ένας υπέροχος τρόπος για να γίνει αυτό».

Αυτό είναι. Αισιοδοξία και ψυχραιμία. Το ελληνικό σινεμά έχει πολύ κουπί μπροστά του. Αλλά (ευτυχώς) και πολύ ταλέντο.

Τάιλερ Ντέρντεν

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *