Star Wars: Οι Τελευταίοι Jedi
Ακολουθώντας την παράδοση της αρχικής τριλογίας που ήθελε καλύτερη τη δεύτερη ταινία από την πρώτη, το Star Wars: Οι Τελευταίοι Jedi πηγαίνει τον μύθο του Πολέμου των Άστρων ένα βήμα παραπέρα.
Ο Ράιαν Τζόνσον ξέρει ότι δεν έχει το μεγάλο ατού της πρώτης ταινίας, δηλαδή το αίσθημα νοσταλγίας για κάτι που θα μπορούσε να είναι καλό αλλά επί χρόνια έμενε ανεκμετάλλευτο και το αντικαθιστά με ένα πιο σύνθετο σενάριο από εκείνο του Force Awakens. Δεν μένει στην προσπάθεια αναβίωσης –σχεδόν σκηνή προς σκηνή όπως έγινε στο Επεισόδιο VII- της αρχικής τριλογίας, αλλά επιθυμεί να προσφέρει κάτι πραγματικά πρωτότυπο. Και σε μεγάλο βαθμό τα καταφέρνει.
Στην δεύτερη ταινία οι Επαναστάτες βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς το Πρώτο Τάγμα έχει ανακαλύψει το κρυσφύγετό τους και τους απειλεί. Την ώρα που ο Κάιλο Ρεν έρχεται αντιμέτωπος με τα αισθήματά του για τη δολοφονία του πατέρα του, η Ρέι βρίσκεται σε έναν απομακρυσμένο πλανήτη, σε μια προσπάθεια να πείσει τον Λουκ Σκαϊγουόκερ να επιστρέψει και να βοηθήσει τη Λέια και τους Επαναστάτες.
Πατώντας στις αρχετυπικές ιδέες του Star Wars (η μάχη του καλού με το κακό, η συνύπαρξη και των δύο μέσα σε οποιοδήποτε ζωντανό οργανισμό στο σύμπαν) και προχωρώντας λίγο παρακάτω στην ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης –θέμα με το οποίο ασχολείται εδώ ο Ράιαν Τζόνσον περισσότερο από άλλους σκηνοθέτες του Star Wars-, αλλά χωρίς να χάνει στιγμή τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα της, η ταινία Οι Τελευταίοι Τζεντάι είναι μια καλοδεχούμενη προσθήκη στο σύμπαν του Star Wars. Ο Ράιαν Τζόνσον δεν ενδιαφέρεται μόνο για την ιστορία μιας «προνομιούχου» και ηρωικής οικογένειας, αλλά συχνά στρέφει το βλέμμα του στους αδικημένους του σύμπαντος του Star Wars, ασκώντας κριτική όχι όπως θα έκανε ένα Blade Runner, αλλά όπως θα έκανε ένας Στίβεν Σπίλμπεργκ. Μέσα από την αφελή ματιά ενός αιώνια αισιόδοξου ανθρώπου. Κάπως έτσι, το Επεισόδιο VIII καταφέρνει να διατηρήσει ταυτόχρονα την αγάπη στη μαγεία του αρχικού Star Wars, αλλά φροντίζει παράλληλα να την εξελίξει μιλώντας για την ανάγκη σεβασμού στο παλιό και την πίστη στο νέο.
Μετά το σχεδόν κενό Δύναμης Rogue One, το Last Jedi επιστρέφει με εμπιστοσύνη στη Δύναμη, υπερβολική εμπιστοσύνη σε μερικές σκηνές. Σαν από μηχανής θεός, η δύναμη εμφανίζεται για να βγάλει τους ήρωες από δύσκολες καταστάσεις και είναι αυτή η λεπτομέρεια που ίσως αποτελεί ένα μικρό ατόπημα στο οικοδόμημα του Star Wars.
Παράλληλα, η διάθεση για χιούμορ είναι εμφανής και αποδίδει (προσέξτε για παράδειγμα τη σκηνή με το σίδερο), αλλά λείπει εκείνος ο κακός που θα απογείωνε την ταινία. Λείπει σίγουρα ένας Βέιντερ, αλλά και ένας Όρσον Κρένικ (ο Μέντελσον στο Rogue One). Ο Κάιλο Ρεν μοιάζει με ένα αγόρι που οι ορμόνες της εφηβείας έχουν χτυπήσει κόκκινο και αντιδρά σπασμωδικά σε όσα συμβαίνουν απέναντί του. Συνεχίζοντας τη φεμινιστική του παράδοση, όμως, το Star Wars δίνει στις γυναίκες τη θέση που τους αρμόζει: τις κάνει στρατηγούς και ηρωίδες, παραχωρώντας σε αυτές στον ρόλο του δυνατού. Σε αυτό το πλαίσιο, ενδιαφέρουσα είναι η σύγκριση Κάιλο Ρεν και Ρέι και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα προχωρήσει αυτή στο Επεισόδιο ΙΧ.
Δεν θα μπορούσε να κλείσει αυτή η κριτική χωρίς μία αναφορά στην αξέχαστη Λέια, την Κάρι Φίσερ. Φαίνεται ότι ο Ράιαν Τζόνσον δεν άλλαξε τον ρόλο της Φίσερ και της έδωσε μεγαλύτερο και πιο ουσιαστικό ρόλο στην ταινία. Οι Τελευταίοι Τζεντάι αποτελούν τον ιδανικό αποχαιρετισμό στην πριγκίπισσα που αγάπησαν γενιές και γενιές θεατών…