Ο Πι, η ζωή του και μια παραμυθένια κιβωτός
Όταν διάβασα την υπόθεση του βιβλίου του Γιάν Μαρτέλ ήμουν πολύ, μα πολύ επιφυλακτική. Ένας νεαρός Ινδός που ναυαγεί σε μία βάρκα με μία τίγρη; Και στην πορεία ανακαλύπτει τον Θεό; Δεν μου γέμισε το μάτι. Το ίδιο και οι πρώτες εικόνες από την ταινία του Ανγκ Λι. Από την άλλη μιλάμε για τον Ανγκ Λι, έναν σκηνοθέτη που μας έχει δώσει μικρά διαμάντια, από το Περηφάνια και Προκατάληψη μέχρι το Προσοχή, Πόθος. Πόσο λάθος θα μπορούσε να κάνει;
Παρακολουθόντας τη Ζωή του Πι, κατάλαβα ότι μάλλον μικρό. Η ταινία ξεκινά με έναν μαγικό ζωολογικό κήπο (και σε 3D το θέαμα είναι ακόμα καλύτερο), κάπου στην Ινδία. Συναντάμε τον μικρό Πι Πατέλ που το όνομά του θυμίζει μαθηματικά, αλλά προέρχεται από μία πισίνα. Οι γονείς του Πι διαθέτουν έναν μικρό ζωολογικό κήπο. Ο Πι στα παιδικά του χρόνια ασχολείται με την πίστη και τη θρησκεία: στην πραγματικότητα με όλες τις θρησκείες, καθώς μελετά ταυτόχρονα τον ινδουισμό, τον χριστιανισμό και το Ισλάμ. Όταν η οικογένειά του αποφασίσει να μετακομίσει στον Καναδά, η τραγωδία θα χτυπήσει. Ο Πι θα βρεθεί ναυαγός, συντροφιά με μια ζέμπρα, έναν ουρακοτάγκο, μια ύαινα και μια τίγρη και θα κληθεί να αντιμετωπίσει όχι μόνο τα ζώα της ιστορίας του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο Ανγκ Λι έφτιαξε μια ταινία-ποίημα. Τόσο σε οπτικό, όσο και σε φιλοσοφικό επίπεδο. Η ιστορία του είναι γεμάτη πανέμορφες εικόνες: οι μέδουσες που λάμπουν το βράδυ κάτω από τη βάρκα του, η φάλαινα που πετάει από πάνω του, το ταξίδι στον βυθό και εκείνο στο σύμπαν και ειδικά η τίγρης -τόσο όμορφη και τόσο επικίνδυνη- συνθέτουν ένα παραμύθι. Από εκείνα τα παλιά, όπου ο κίνδυνος πήγαινε πλάι-πλάι με τη φαντασία και το ταξίδι. Σε αυτή τη λογική, ο Πι, ενήλικας πλέον -ως άλλος εξωτικός παραμυθάς- αφηγείται την ιστορία του σε έναν δύσπιστο Δυτικό.
Μπορεί λίγο πριν το ναυάγιο και στη μέση αυτού, η ταινία να κουράζει λίγο και να πλατειάζει, αλλά το ταξίδι αυτό είναι ένα ταξίδι αυτογννωσίας, εσωτερικής ενδοσκόπησης και αναζήτησης του Θεού. Ερχόμενη, μάλιστα, σε αντιδιαστολή με τον ρεαλισμό του τέλους αποκτά μεγαλύτερο βάθος και σημασία. Όλα θα μπορούσαν να ιδωθούν με διαφορετική ματιά.
Ο Ανγκ Λι κάνει αυτό που έκανε πέρυσι ο Μάρτιν Σκορσέζε με το Hugo. Εκμεταλλεύται το 3D για να κάνει μια ταινία ονειρική, σπουδαία. Τα εφέ αποκτούν καρδιά και ψυχή (η τίγρης είναι απλά τέλεια). Κάνει δηλαδή αυτό που θα έπρεπε να κάνει κάθε σκηνοθέτης που θέλει να χρησιμοποιεί την νέα τεχνολογία: βρίσκει λόγο ύπαρξης γι’ αυτήν μέσα στην ταινία του. Ο πρωταγωνιστής Σουράζ Σάρμα είναι εξαιρετικός (αμφιβάλλει, θυμώνει, πιστεύει, αφήνεται, προσπαθεί, εγκαταλείπει) με υπέροχο τρόπο, βάζοντας τα γυαλιά σε πολλούς επαγγελματίες ηθοποιούς.
Δεν ξέρω εάν κάποιος που θα δει την ταινία, θα πιστέψει στον Θεό. Σίγουρα, όμως, θα πιστέψει στη δύναμη της ζωής, στην επιβίωση και πάνω απ’ όλα στη μαγεία του σινεμά…
Πάντως αν είναι να τη δείτε προτιμήστε το 3D και σας το λέω εγώ, ο θείος Gimli, που δε το πολυδιαφημίζω, γιατί έχει γίνει καλή δουλειά και προσδίδει πολύ στο παραμυθένιο στοιχείο που η ταινία προσπαθεί να φτιάξει. Τέλος, να θυμίσουμε,στους γονείς -επειδή είδα πολλά μικρά παιδάκια στο σινεμά- ότι η ταινία δεν είναι παιδική!