Loro
Ένα πορτραίτο του Σίλβιο Μπερλουσκόνι εν μέρει εμπνευσμένο από πραγματικά περιστατικά επιχειρεί ο Πάολο Σορεντίνο στη νέα του ταινία με πρωταγωνιστή τον πάντα υπέροχο Τόνι Σερβίλο.
Η ταινία φέρει τον τίτλο «Αυτοί» και αναφέρεται στην «αυλή» του πρώην πρωθυπουργού και ισχυρού άνδρα της Ιταλίας, στους ανθρώπους που τον περιτριγύριζαν ή ήθελαν να είναι κομμάτι της ζωής του. Με «αυτούς» -ή κάποιους από αυτούς- ξεκινά και η ταινία καθώς ένας φιλόδοξος προαγωγός παίρνει τη σύζυγό του και ξεκινά για τη Ρώμη, προκειμένου να έχει πρόσβαση στον Καβαλιέρε. Ναρκωτικά, πάρτι, πληρωμένος έρωτας στο πρώτο μέρος της ταινίας παραπέμπουν τον θεατή στην εναρκτήρια σεκάνς της Τέλειας Ομορφιάς, μόνο που εδώ έχουμε περισσότερο μια περίπτωση Λύκου της Γουόλ Στριτ (ειδικά στη σκηνή του πάρτι στο σπίτι απέναντι από τη βίλα του Μπερλουσκόνι). Ο Σορεντίνο επιλέγει να μεγαλώσει τον χρόνο μέχρι την πρώτη εμφάνιση του κεντρικού ήρωά του, ο οποίος τελικά εμφανίζεται πολύ ώρα μετά την έναρξη της ταινίας. Ο σκηνοθέτης παίζει έτσι με τις εντυπώσεις. Προλαβαίνουμε να φανταστούμε τον Μπερλουσκόνι μέσα από τα μάτια των άλλων χαρακτήρων, χωρίς αυτός να έχει καν εμφανιστεί επί της οθόνης.
Ο Τόνι Σερβίλο προσεγγίζει με προσοχή τον ρόλο του, χωρίς ίχνος διάθεσης γελοιοποίησης του Μπερλουσκόνι. Επί πολλά χρόνια αυτός ήταν ο ισχυρός άνδρας της Ιταλίας, μοιάζει να λέει η ταινία που σκιαγραφεί έξυπνα τον Καβαλιέρε. Μέσα από μερικές καίριες σκηνές (όπως η σκηνή όπου ο Μπερλουσκόνι κάνει φάρσα σε μία κυρία στην οποία προσπαθεί να πουλήσει ένα σπίτι) φαίνεται όλη η γοητεία που ασκούσε στον ιταλικό λαό. Εξαιρετικός «πωλητής»-, αλλά άνθρωπος που δύσκολα θα εμπιστευόταν κανείς («μου ακούγεστε σαν απάτη» του λέει η γυναίκα στην οποία έχει τηλεφωνήσει). Σε αυτό το κλίμα κινείται και η υπόλοιπη ταινία: σε μεγάλο βαθμό αναδεικνύει το δημόσιο πρόσωπο μέσα από το ιδιωτικό, μέσα από αντιφάσεις και σκαμπανεβάσματα, έτσι ώστε στο τέλος να μείνει μια γλυκόπικρη γεύση στον θεατή.
Έξυπνα ο Σορεντίνο τοποθετεί την υπόθεση της ταινίας τα έτη 2006 – 2010. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο επιτρέπει και τον αντίλογο: δεν είναι πλέον όλη η Ιταλία μαγεμένη από τον Καβαλιέρε (κάτι που φαίνεται και στον διάλογο του ίδιου με τη σύζυγό του, Βερόνικα)
Εκεί που η ταινία το «χάνει» είναι στο υπερβολικό στυλιζάρισμα. Χαρακτηριστικό του Σορεντίνο και σε προηγούμενες ταινίες, εδώ κατέχει κυρίαρχη θέση με αποτέλεσμα κάποιες σκηνές να μοιάζουν μεγάλες, άλλες να μην χρειάζονται καθόλου.