Σινεμά

Επικίνδυνη Οικογένεια

Κατ’ αρχάς προτιμώ τον αγγλικό τίτλο. Malavita. Που σημαίνει κακή ζωή, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση παραπέμπει στο όνομα του σκύλου της οικογενείας. Ο οποίος σκύλος δεν έχει και μεγάλο ρόλο στην ταινία, εδώ που τα λέμε. Δυστυχώς.

Ο Τζουζέπε Μανζόνι, πάτερ φαμίλιας και πρώην μαφιόζος που «κάρφωσε» τα φιλαράκια του και τώρα γυρίζει την Γαλλία αναζητώντας καταφύγιο από τον «νονό» που έστειλε στη φυλακή, φτάνει στη Νορμανδία με την οικογένειά του, κανένα από τα μέλη της οποίας δεν μπορεί να θεωρηθεί «φυσιολογικό». Ο γιος αναλαμβάνει να… βάλει τάξη στο σχολείο του, η κόρη ξέρει από ξύλο, ειδικά με αντιπάλους επίδοξους εραστές που δεν συμπαθεί, ενώ η σύζυγος δεν ανέχεται προσβολές, ειδικά από ντόπιους υπαλλήλους σουπερμάρκετ. Βάλτε σε όλα αυτά την μαφία που αναζητά τον Μανζόνι και το FBI που προσπαθεί να τον προστατεύσει και τι έχετε;

Στα χέρια του Λικ Μπεσόν μια σπιρτόζικη κωμωδία αναφοράς σε ταινίες γκανγκστερικές, όπως τα Καλά Παιδιά (στο οποίο άλλωστε γίνεται και άμεση αναφορά). Άραγε αυτό είχε στο μυαλό του ο Μπεσόν ή κάνει το χατήρι στον Μάρτιν Σκορσέζε, που είναι και παραγωγός της ταινίας;

Σκηνοθετικά έχει ενδιαφέρον. Για τον Λικ Μπεσόν μιλάμε άλλωστε. Προς το τέλος υπάρχει μια σκηνή που έχει γυριστεί μόνο κάτω από τα φώτα του δρόμου. Γι’ αυτήν πρέπει να κάνουμε, λοιπόν, ιδιαίτερη μνεία και στον φωτογράφο Τιερί Αρμπογκάστ. Επίσης, έχει κάνει μερικές καλές μουσικές επιλογές.

Δεν είναι όλα τα μέλη της οικογένειας τόσο επιτυχημένα. Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ειρωνεύεται τους ρόλους που έχει παίξει κατά το παρελθόν και κάνει σαν μικρό παιδί όταν ανακαλύπτει μια γραφομηχανή. Βέβαια, παρόμοιο ρόλο έχει κάνει και στο Ανάλυσέ το, όπου οι ψυχολογικές αναζητήσεις ήταν, φυσικά, μεγαλύτερες. Η Μισέλ Φάιφερ δεν έχει και κανέναν σπουδαίο ρόλο -εάν εξαιρέσεις τη μανία της να ανατινάζει σούπερ μάρκετ. Φαίνεται αρκετά μεγαλύτερη από όσο τη θυμόμαστε, αλλά τουλάχιστον δεν είναι όλη πλαστική, όπως άλλες ηθοποιοί της γενιάς της -και κατά πολύ νεότερες (βλέπε Κίντμαν). Ο γιος της οικογένειας (Τζον Ντι Λίο) ήταν καλός, αλλά όχι ότι μοιάζει και στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο επειδή του έβαλαν μια ελιά! Από την άλλη, ο ρόλος της Νταϊάνα Άγκρον (του Glee) είναι μάλλον αλλοπρόσαλος. Ρομαντική και φονική μηχανή ταυτόχρονα, δεν γίνεται! Για τον καθηγητή κάνει σαν άβγαλτη παιδούλα, ενώ σε άλλες φάσεις το παίζει πονηρή και προχωρημένη, μόνο και μόνο για να… σφυρίζει αδιάφορα μετά το «έγκλημα».

Μετά τη μέση, βέβαια, περιμένεις ακριβώς τι θα συμβεί. Δεν ανακαλύπτει και την πυρίτιδα ο Λικ Μπεσόν. Αλλά τελικά δεν έχει και τόση σημασία. Για μια κωμωδιούλα μιλάμε άλλωστε.

Τελικά να τη δω;

Δεν θα σας αλλάξει τον κόσμο, αλλά θα περάσετε ένα ευχάριστο βράδυ στο σινεμά. Και ύστερα θα το ξεχάσετε.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *