ΜΗΛΑ
Βαθμολογία : ***
Επιδημία που προκαλεί ξαφνική αμνησία στους ανθρώπους, βρίσκει τον Άρη (Άρης Σερβετάλης), να ακολουθεί ένα πρόγραμμα αποκατάστασης που έχει ειδικά σχεδιαστεί για να χτίσει ένας αμνησιακός μια καινούργια ζωή. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει καθημερινές αποστολές που είναι ηχογραφημένες από τους γιατρούς του. Μετά την ολοκλήρωση κάθε αποστολής, ο Αρης βγάζει μια φωτογραφία polaroid ως αποδεικτικό στοιχείο. Προσπαθώντας να δημιουργήσει μια νέα ζωή και αναμνήσεις θα συναντήσει την Άννα (Σοφία Γεωργοβασίλη), μια γυναίκα που βρίσκεται στο ίδιο πρόγραμμα.
Από το τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας με επίσημη συμμετοχή στο τμήμα των Οριζόντων και από εκεί ως αγαπημένη ταινία της Κέιτ Μπλάνσετ και επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το ξενόγλωσσο Oscar (αν και η ταινία δεν σκόραρε την υποψηφιότητα) τα ΜΗΛΑ του Χρίστου Νίκου είναι μία ταινία καθαρά φεστιβαλική από τη μία αλλά και με αρετές που αξίζει να σημειωθούν από την άλλη, ως ταινία για την σκοτεινή αίθουσα και για το κοινό. Επίκαιρη όσο ποτέ, διαθέτει ένα ιδιαίτερο και έξυπνο σενάριο που μπορεί να μην αναπτύσσεται όσο θα έπρεπε ώστε να δώσει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που η ταινία η ίδια θέτει, αλλά εισάγει ένα περίεργο και δυστοπικό σύμπαν μίας Αθήνας με κύριο πρωταγωνιστή τον άνθρωπο που προσπαθεί να επιβιώσει ( ή μήπως καλύτερα να ξεφύγει από το παρελθόν;). Ψυχρότητα στην σκηνοθεσία και στο μοντάζ, μία καλλιτεχνική διεύθυνση που στηρίζεται στον μινιμαλισμό και με το ελλειπτικό σενάριο, ο σκηνοθέτης στο ντεμπούτο του φαίνεται πως εξελίσσει μια ιδέα για μικρού μήκους ταινία , σε ταινία αξιώσεων.
Ο Άρης Σερβετάλης ως κεντρικό πρόσωπο αποδεικνύεται ένας πολύ καλός πρωταγωνιστής κερδίζοντας την συμπάθεια με την απάθεια που εκπέμπει (εξαιτίας του ρόλου όμως) και εδώ βρίσκεται και το μεγάλο κερδισμένο στοίχημα της ταινίας. Οι δεύτεροι ρόλοι δεν λειτουργούν ή δεν αναπτύσσονται ως μοχλοί στήριξης του κεντρικού ρόλου αλλά ούτε ως υποστηριχτές της ιστορίας, απλά δικαιολογούν με την εμφάνιση τους την κεντρική ιδέα της ταινίας. Αν και στο σύνολο του πετυχαίνει ως έργο, το μεγάλο κινηματογραφικό ερώτημα που τίθεται στο τέλος είναι ένα γιατί. Η απουσία εξήγησης στο σινεμά οδηγεί πάντα στο ερώτημα γιατί παρακολουθήσαμε κάτι που δεν μπορέσαμε να έχουμε μία-έστω και υποτιθέμενη-εξήγηση.
Τα ΜΗΛΑ λοιπόν, που σύμφωνα με την ταινία βοηθάνε και στη μνήμη, διαθέτουν κινηματογραφική ωριμότητα και μία πολύ καλή ερμηνεία στον πυρήνα τους αλλά ξέχασαν στην πορεία το σπουδαιότερο όλων. Την γεύση που αφήνουν για να τα θυμόμαστε ώστε να τα αγοράσουμε ξανά.
Η ταινία προβάλλεται από 3 Ιουνίου στους κινηματογράφους σε διανομή της feelgood.