Moonlight
Ιστορίες μαύρων ομοφυλόφιλων δεν είναι συχνές στη σύγχρονη Αμερική. Και μάλιστα ιστορίες που να φτάνουν μέχρι τα Όσκαρ, ενώ προηγουμένως έχουν κερδίσει αρκετά βραβεία στο πέρασμά τους από τις ενώσεις κριτικών και τα σωματεία των επαγγελματιών. Ο σκηνοθέτης Μπάρι Τζένκινς φτιάχνει μια θαρραλέα ταινία, μία ταινία επίκαιρη και τρυφερή, μία ταινία για την εποχή του Τραμπ και τις δυσκολίες της αφροαμερικανικής κοινότητας. Και ας μη μιλάει για τίποτα από όλα αυτά. Το Moonlight παραμένει μια βαθιά πολιτική ταινία.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Σαϊρόν σε τρεις πράξεις. Η πρώτη πράξη με τίτλο Little δείχνει τον Σαϊρόν μικρό αγόρι τρέχει για να ξεφύγει από τα αγόρια που τον κυνηγούν και τον κοροϊδεύουν, συναντώντας τον Χουάν, έναν έμπορο ναρκωτικών με τρυφερή ψυχή. Το δεύτερο κεφάλαιο -με τίτλο Σαϊρόν- δείχνει το αγόρι στην εφηβεία, να προσπαθεί να κατανοήσει ποιος είναι και τι θέλει, να προσπαθεί να βρει τη θέση του στον κόσμο, έχοντας να αντιμετωπίσει μία εθισμένη στα ναρκωτικά μητέρα. Στο τρίτο κεφάλαιο ο Σαϊρόν είναι Black, ζει σε μια μεγαλούπολη και βγάζει χρήματα από τους δρόμους, αναζητώντας, όμως, πάντα την ευτυχία.
Ο Μπάρι Τζένκινς έρχεται μετά από μία χρονιά γεμάτη περιστατικά βίας κατά Αφροαμερικανών να μιλήσει για τη ζωή τους. Όχι με διάθεση επαναστατική, ούτε με διάθεση… κηδείας, αλλά με έναν τρόπο βαθιά ρεαλιστικό: αυτή είναι η ζωή ενός Αφροαμερικανού που ζει στα γκέτο, μοιάζει να λέει, εκθέτοντας την κατάσταση όπως είναι. Υπάρχουν πολλά πράγματα που ο σκηνοθέτης αποφασίζει να μη μας τα δείξει: γεγονότα κρίσιμα για τη ζωή ενός νεαρού παιδιού που περνάει από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση. Δεν είναι ότι δεν ενδιαφέρεται για αυτά τα γεγονότα που σαφώς τον καθόρισαν. Είναι ότι επιλέγει να σταθεί στις καθημερινές στιγμές της ζωής του ήρωά του. Ο Σαϊρόν δεν γίνεται υπερβολικά δραματικός, δεν φωνάζει, δεν αντιδρά. Μοιάζει να έχει αποδεχθεί την ύπαρξή του. Έτσι μεγαλώνει γιατί έτσι έμαθε.
Ο Τζένκινς σκηνοθετεί τους ηθοποιούς του με τρόπο κινηματογραφικό. Δεν πρόκειται για μία ντοκιμαντερίστικη γραφή. Επιλέγει σινεμασκόπ και συνδυάζει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Σαϊρόν με ονειρικά πλάνα, για να μας δείξει ότι τίποτα δεν είναι όπως το έχουμε συνηθίσει και τίποτα δεν θα έπρεπε να μπαίνει σε καλούπια. Με τον ίδιο τρόπο, οι κεντρικοί χαρακτήρες είναι δύσκολο να μπουν και αυτοί στα καλούπια. Ο Χουάν είναι μια πατρική φιγούρα, μια φιγούρα που καθορίζει τον Σαϊρόν, του αγοράζει φαγητό και τον μαθαίνει κολύμπι. Αλλά και η εθισμένη στα ναρκωτικά μητέρα του Σαϊρόν εμφανίζεται πότε σκληρή, πότε τρυφερή. Πότε σοφή και πότε ανόητη. Τα πρόσωπα που κινούνται γύρω από τον νεαρό μοιάζουν πραγματικά γιατί αντιδρούν σαν πραγματικοί άνθρωποι.
Στην ιστορία του Τάρελ Άλβιν ΜακΚρένι, ο Μπάρι Τζένκινς έρχεται να προσθέσει μία τρίτη πράξη: εκείνη του Σαϊρόν ως ενηλίκου, ενός ανθρώπου που ακολουθεί τον Χουάν μέχρι και στο παρουσιαστικό, ενός άνδρα που αποζητά την αγάπη, αλλά που προσπαθεί να κρύψει τα σημάδια της ομοφυλοφιλίας του προκειμένου να μην πληγώσει και -κυρίως- να μην πληγωθεί. Σε αυτό το κομμάτι το δραματουργικό βάρος πέφτει κυρίως σε έναν διάλογο και μια συνάντηση, η οποία είναι πανέμορφα κινηματογραφημένη, αν και δεν αποκλείεται να κουράσει τον θεατή.
Σπουδαίες ερμηνείες από όλους τους πρωταγωνιστές, με τον Μαχερσάλα Άλι να ξεχωρίζει. Πρόκειται για ηθοποιό μεγάλης στόφας που αποδεικνύει ότι μπορεί να παίξει οτιδήποτε: από τον καλοντυμένο χαρτογιακά σύμβουλο στο House of Cards μέχρι τον άνθρωπο της «πιάτσας». Εδώ η ερμηνεία του δίνει τον γλυκόπικρο τόνο της ταινίας και καθορίζει την πορεία του κεντρικού ήρωα.
Τελικά να τη δω;
Μπορεί εδώ στην Ελλάδα να φανεί πως το θέμα της ταινίας είναι κάτι που δεν μας αφορά άμεσα. Και όμως, ο Μπάρι Τζένκινς χειρίζεται το θέμα του με τρόπο κινηματογραφικό και υπέροχο και φτιάχνει μια ταινία που φανερώνει την επιτακτική ανάγκη για ένα πραγματικό πολιτικό σινεμά στις ΗΠΑ.