ΑφιερώματαΘΕΜΑΤΑΜαθήματα Κιν/κής Ιστορίας

Μουντιάλ: Κινηματογραφικό ταξίδι στις χώρες του 4ου Ομίλου

Τέταρτος Όμιλος (Αγγλία, Ιταλία, Κόστα Ρίκα, Ουρουγουάη)

Αυτές τις ημέρες όλη η υφήλιος γυρίζει γύρω από μια μπάλα. Το Παγκόσμιο Κύπελο είναι η μεγάλη γιορτή του ποδοσφαίρου και μας δίνει μια υπέροχη αφορμή: να παρουσιάσουμε ένα κινηματογραφικό πανόραμα προς τιμήν των χωρών που συμμετέχουν στη φετινή διοργάνωση.

Χωρισμένο σε ομίλους, κάθε άρθρο δίνει μία σύντομη επισκόπηση της κινηματογραφικής ιστορίας κάθε χώρας. Φυσικά, δεν χωράνε ούτε όλες οι ταινίες, ούτε όλοι οι δημιουργοί (γι’ αυτό ονομάζεται και σύντομη επισκόπηση).

Από τα αριστουργήματα των επιδραστικότατων ιταλικών και αγγλικών ταινιών, στις απόπειρες της Ουρουγάης να ανταγωνιστεί τις γειτονικές λατινοαμερικάνικες χώρες, μέχρι τις ελάχιστες κινηματογραφικές προσπάθειες της Κόστα Ρίκα, o Τέταρτος Όμιλος έχει μεγάλη… ιστορία στο σινεμά.

Αγγλία

Ένας από τους πρωτοπόρους του βρετανικού σινεμά υπήρξε ο Ρόμπερτ Ουίλιαμ Πολ, ο οποίος από το 1899 αρχίζει να ασχολείται με το σινεμά, χτίζει μια μικρή εταιρεία και γυρίζει ταινίες κυρίως από λογοτεχνικά έργα. Μία από τις γνωστότερες ταινίες του είναι το Η τρελή αυτοκινητοδρομία του Πικαντίλι (1900) (μπορείτε να την δείτε εδώ – http://www.britishpathe.com/video/the-runaway-car/query/CAFE) Μαζί με τον Μπιρτ Έικρες ήταν οι πρώτοι που κατασκεύασαν μία κάμερα των 35 mm. Την ίδια περίοδο στην Αγγλία γυρίζει ταινίες και ο Τζορτζ Άλμπερτ Σμιθ μαζί με τον Τζέιμς Ουίλιαμσον, καταγράφοντας την πραγματικότητα, κυρίως στην αγγλική ύπαιθρο Ο δεύτερος θεωρείται και ένας από τους εμπνευστές του ντεκουπάζ (το να χωρίζεις κάθε σκηνή σε πλάνα). Κάποιοι θωρητικοί χαρακτηρίζουν τους άγγλους πρωτοπόρους ως «Σχολή του Μπράιτον», καθώς αντί για ζωγραφισμένα σκηνικά αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν το φυσικό τοπίο της αγγλικής υπαίθρου. Το βρετανικό σινεμά είναι γεμάτο πρωτιές:

Για παράδειγμα, ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο ντοκιμαντέρ ήταν ο Τζον Γκρίρσον, σκηνοθέτης δύο μόλις ταινιών (Drifters 1929 και The Fishing Banks of Skye 1933). Η λεγόμενη ως «αγγλική σχολή» του ντοκιμαντέρ θα άνθιζε τη δεαετία του 1930, με σημαντικό της εκπρόσωπο τον Ρόμπερτ Φλάερτι. Μέσα στα επόμενα χρόνια, το Λονδίνο θα λειτουργούσε ως καταφύγιο για πολλούς σκηνοθέτες (κυρίως κεντροευρωπαίους και γερμανούς, οι οποίοι προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τη σκιά του ναζισμού), με στόχο να καταλήξουν στην Αμερική. Από τους Άγγλους σκηνοθέτες, εκείνη την περίοδο ξεχωρίζουν ο Άντονι Άσκουιθ με τις φλεγματικές κομεντί, ο Κάρολ Ριντ (Τρίτος Άνθρωπος), ο Μάικλ Πάουελ (του διδύμου Μάικλ και Πρέσπουργκερ (και φυσικά ο Άλφρεντ Χίτσκοκ που στη δεκαετία του 1930 εργάζεται στην Αγγλία, δίνοντας τις πρώτες του εξαιρετικές ταινίες, ενώ σπουδαίοι ηθοποιοί γίνονται γνωστοί –για παράδειγμα ο Τσαρλς Λότον και αργότερα ο Λόρενς Ολίβιε.

Η περίοδος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά αποτελεί χρυσή εποχή για το αγγλικό σινεμά. Μεταπολεμικά, ξεχωρίζουν οι κωμωδίες του στούντιο Ealing που χαρακτηρίζονται από το φλεγματικό βρετανικό χιούμορ και τα φυσικά τοπία. Σημαντικές προσωπικότητές της ήταν οι Αλεξάντερ Μακέντρικ και Ρόμπερτ Χέιμερ με ταινίες όπως τα Ουίσκι Χωρίς Δελτίο (1949), Συμμορία των Εντιμοτάτων (1955), ενώ ο Ρόμπερτ Χέιμερ σκηνοθετεί το Δέκατο Τρίτο Κληρονόμο (1948), στο οποίο ένας κληρονόμος που βρίσκεται στη 13η θέση για την παραλαβή της κληρονομιάς σκηνοθετεί έναν έναν τους προκατόχους του. Την ίδια περίοδο αναπτύσσεται και το σινεμά του φανταστικού της Hammer, που παρουσιάζουν δύο γνωστούς ήρωες: τον Δράκουλα (με τον Κρίστοφερ Λι στον ομώνυμο ρόλο) και τον Φρανκενστάιν, αλλά και πλήθος άλλων ταινιών.

Αναφορά στον Πάουελ κάναμε και παραπάνω, αλλά κατά τη δεκαετία του 1940 και του 1950 συνεργάζεται με τον Πρέσπουργκερ και παραδίδουν μια σειρά σημαντικότατων ταινιών: Η ζωή και ο θάνατος του ταγματάρχη Μπλιμπ (1943), Μαύρος Νάρκισσος (1946), Τα κόκκινα παπούτσια (1948). Την ίδια περίοδο εμφανίζεται και ο σημαντικός άγγλος σκηνοθέτης –από τις σημαντικότερες φιγούρες του βρετανικού σινεμά-, Ντέιβιντ Λιν που θα φτάσει στο αποκορύφωμα της καριέρας του με ταινίες όπως Ο Λόρενς της Αραβίας (1962). Τα επόμενα χρόνια στη Γαλλία εμφανίζεται η νουβέλ βαγκ. Στην άλλη πλευρά του περάσματος της Μάγχης αναπτύσσεται το free cinema, ο «κινηματογράφος της μεσαίας τάξης» όπως είχε πει ο Λίντσεϊ Άντερσον. Το free cinema κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1956 με μία προβολή που προκαλεί σάλο και προβάλλει τρεις ταινίες μικρού μήκους τεσσάρων νέων σκηνοθετών: το O! Dremland του Άντερσον, Mama don’t allow των Κάρελ Ράιζ και Τόνι Ρίτσαρντσον και Together της Λορέντσα Ματσέτι. Όλοι αυτοί θα γυρίσουν σημαντικές ταινίες στη διάρκεια των επόμενων ετών, στις οποίες σημαντικό ρόλο παίζει η εμφάνιση ηθοποιών. Ταινίες όπως τα Μπίλι ο Ψεύτης (1963) του Τζον Σλέσιντζερ και Εάν του Τόνι Άντερσον αποτελούν σημαντικά δείγματα του αγγλικού σινεμά της περιόδου του 1960.

Έχοντας αυτοεξοριστεί από το Χόλιγουντ, ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ γυρίζει ταινίες στην Αγγλία (Sos Πεντάγωνο καλεί Μόσχα 1963, Η Οδύσσεια του Διαστήματος 1968, Το Κουρδιστό Πορτοκάλι 1971), ενώ και η βρετανική περίοδος του Τζόζεφ Λόουζι παρουσιάζει ενδιαφέρον με ταινίες όπως Ο υπηρέτης (1963), Το μεγάλο μυστικό της (1969). Στο ψυχαγωγικό σινεμά, την εμφάνισή του κάνει τη δεκαετία του 1960 ένας από τους γνωστότερους κινηματογραφικούς ήρωες: ο Τζέιμς Μποντ, ο πράκτορας που ζει περιπέτειες σε κοσμοπολίτικα μέρη, γνωρίζει όμορφες γυναίκες και πίνει το μαρτίνι του «shaken, not stirred».

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 οι τρομεροί Monty Python κατακτούν το βρετανικό σινεμά, ενώ την περίοδο της Θάτσερ, το αγγλικό σινεμά φθίνει. Η ανακαμψή του θα έρθει τη δεκαετία του 1980 με εμφάνιση σκηνοθετών όπως ο Στίβεν Φρίαρς και θα συνεχιστεί μέχρι σήμερα, καθώς μία σειρά σπουδαίων και νεότερων σκηνοθετών έχουν αναλάβει τη σκυτάλη. Από το Quadrophenia (1979) του Φρανκ Ρόνταμ, μέχρι το σινεμά του Στίβεν Φρίαρς, του Κεν Λόουτς, του Μάικ Λι και του Πήτερ Γκρίναγουεϊ και από εκεί στους Ιρλανδούς Τζιμ Σέρινταν και Νιλ Τζόρνταν, το σινεμά της Γηραιάς Αλβιώνας (με τη σημαντική παρουσία του BBC και του Channel 4)δίνει σπουδαίες ταινίες. Στην πιο σύγχρονη περίοδο, ξεχωρίζουν οι ταινίες του Ντάνι Μπόιλ (Trainspotting), ενώ η παλιά φρουρά (Μάικ Λι, Κεν Λόουτς) συνεχίζουν να γυρίζουν σπουδαίες ταινίες.

Χαρακτηριστικές ταινίες: Ο Τρίτος Άνθρωπος, Τα κόκκινα παπούτσια, SOS Πεντάγωνο καλεί Μόσχα, Εάν, Ο Λόρενς της Αραβίας, Life of Bryan, Μυστικά και Ψέμματα, Trainspotting

Ιταλία

Η πρώτη προβολή ταινίας στην Ιταλία γίνεται στις 12 Μαρτίου του 1986, ενώ η πρώτη ιταλική ταινία, Η άλωση της Ρώμης, προβάλλεται τον Σεπτέμβριο του 1905. Κοινωνικά δράματα, διασκευές από όπερες, λογοτεχνικές αναφορές βρίθουν στον ιταλικό κινηματογράφο. Η ιταλική ύπαιθρος, το γεγονός ότι οι Ιταλοί μοιάζουν να αγαπούν το νέο μέσο, το φυσικό ιταλικό φως βοηθά στην ανάπτυξη πολλών εταιρειών παραγωγής. Σε αυτά τα πρώτα χρόνια κυριάρχησε το ψευδο-ιστορικό έπος με ταινίες όπως η Πτώση της Τροίας (1910) και Οι Τελευταίες ημέρες της Πομπηίας (1908) ή η επιβλητική Καμπίρια (1914).

Δείτε το Νέρο του Λουίτζι Μάτζι του 1908:

Μέσα στα επόμενα χρόνια κάνει την εμφάνισή της και η ιταλίδα ντίβα, έναν μύθο που έχτισαν με την παρουσία τους ηθοποιοί όπως οι Ιτάλια Αλμιράντε Μαντσίνι, η Πίνα Μενιτσέλι, η Λίντα Μπροέλι, η Μαρία Τζακομπίνι.

Το 1914 εμφανίζεται και η ιδιαίτερα επιδραστική για το σινεμά ταινία, Χαμένοι στο Σκοτάδι του Νίνο Μορτόλιο που κάποιοι θεωρούν ως προάγγελο του νεορεαλισμού. Σήμερα δεν σώζεται καμία κόπια της ταινίας. Μετά την περίοδο του βωβού κινηματογράφου, η παραγωγή περιορίστηκε εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων. Ο Μουσολίνι ήταν αυτός που ζήτησε να δημιουργηθεί το πρώτο κινηματογραφικό φεστιβάλ του κόσμου: ο λόγος για τη Μόστρα της Βενετίας που ιδρύθηκε το 1932, ενώ την ίδια περίοδο ιδρύθηκε στην Ιταλία κινηηματογραφική ένωση, πειραματικό κέντρο κινηματογράφου, καθώς και η Cinecitta, τα στούντιο έξω από τη Ρώμη. Από τη μία επικές ταινίες, από την άλλη αστικά μελοδράματα που εξαιτίας της παρουσίας ενός άσπρου τηλεφώνου σε κάποια στιγμή της ταινίας, ονομάστηκε «κινηματογράφος των άσπρων τηλέφωνων».

Η σημαντικότερη συνδρομή του ιταλικού κινηματογράφου έρχεται μετά τον πόλεμο. Ο λόγος για τον ιταλικό νεορεαλισμό ένα κίνημα που επηρέασε ιδιαίτερα πολλές κινηματογραφίες και αφηγείται ιστορίες που προκύπτουν μέσα από τις πληγές του πολέμου. Όπως είπε και ο σκηνοθέτης Αλμπέρτο Λατουάντα σε ένα μανιφέστο: «Ώστε λοιπόν φοράμε κουρέλια; Ε, ας δείξουμε τα κουρέλια! Είμαστε νικημένοι; Ας δείξουμε τις πληγές μας!» Ως αποτέλεσμα, ο σεναριογράφος Τσεζάρε Τσαβατίνι και οι σκηνοθέτες Λουκίνο Βισκόντι, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Βιτόριο Ντε Σίκα δημιουργούν αριστουργήματα: από το Η Γη Τρέμει, στο Ρώμη Ανοχύρωτη Πόλη και στον Κλέφτη Ποδηλάτων.

Το ιταλικό σινεμά ακμάζει τις δεκαετίες του 1950 και 1960 με τις δημιουργίες ενός από τους σπουδαιότερους ευρωπαίους κινηματογραφιστές, του Μικελάντζελο Αντονιόνι, το σινεμά των ονειροπολήσεων και των αλλόκοτων ανθρώπινων πλασμάτων του Φετνερίκο Φελίνι (Vitelloni, La Strada, Γλυκειά Ζωή), ενώ ο Βισκόντι συνεχίζει να σκηνοθετεί σπουδαίες ταινίες (Senso, Ο Ρόκο και τ’ αδέλφια του). Τη δεκαετία του 1960 εμφανίζονται νέοι σκηνοθέτες: ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι, ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, οι αδελφοί Ταβιάνι, ο Σέρτζιο Λεόνε αφήνουν το δικό τους στίγμα στο ιταλικό και παγκόσμιο σινεμά, ενώ η παλαιότερη γενιά συνεχίζει να παραδίδει αριστουργήματα (8 ½ -Φελίνι, Περιπέτεια, Έκλειψη, Blow Up –Αντονιόνι). Ο Παζολίνι τάσσεται υπέρ του κινηματογράφου της ποίησης και δημιουργεί ταινίες όπως τα Ακατόνε, Μάμα Ρόμα, Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Παράλληλα, αναπτύσεται και το σπαγγέτι γουέστερν, η ιταλική «απάντηση» στις ταινίες για την Άγρια Δύση. Δημοφιλέστατο είδος και η κωμωδία αλά ιταλικά, με σημαντικότερο εκπρόσωπος τον Μάριο Μονιτσέλι (Ο Κλέψας του Κλέψαντος 1959, Οι εντιμότατοι φίλοι μου 1974), ενώ όλο και περισσότεροι δημιουργοί εισάγουν τα ερωτικά μπερδέματα στις ταινίες τους.

Η δολοφονία του Παζολίνι το 1975 αποτελεί σημείο καμπής για τον ιταλικό κινηματογράφο που μετά τις αναλαμπές σκηνοθετών όπως ο Φελίνι (Amacord, Θάνατος στη Βενετία) και Μπερτολούτσι (Κομφορμίστας, Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι) αρχίζει να παρακμάζει. Στη δεκαετία του 1980 ενδιαφέρουσες ταινίες βλέπουμε από τους αδελφούς Ταβιάνι, κάποιες δημιουργίες του Φράνκο Τζεφιρέλι (ο οποίος νωρίτερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 έχει δώσει τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα), ενώ ο Τζουζέπε Τορνατόρε σκηνοθετεί το Σινεμά ο Παράδεισος και κλέβει καρδιές. Τα επόμενα χρόνια έχουμε την εμφάνιση του Νάνι Μορέτι (Το Δωμάτιο του Γιου), του οποίου το σινεμά κυριαρχείται από μία εγωκεντρική αφήγηση, καθώς και την εμφάνιση του Ρομπέρτο Μπενίνι (Η Ζωή είναι Ωραία).

Χαρακτηριστικές ταινίες: Ο Κλέφτης Ποδηλάτων, Ρώμη Ανοχύρωτη Πόλη, La Strada, Blow Up, 8 1/2, Ο Ρόκο και τα αδέλφια του, Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Σινεμά ο Παράδεισος

Κόστα Ρίκα

 

Η μεγάλη έκπληξη του Παγκοσμίου Κυπέλου διαθέτει ελάχιστη κινηματογραφική παράδοση. Η Κόστα Ρίκα χρησιμοποιείται κυρίως ως τόπος γυρισμάτων ξένων, παρά εγχώριων, παραγωγών. Μία από τις πρώτες ταινίες της χώρας είναι το El Retorno του 1930, κωμωδία γυρισμένη από τον Άλμπερτ Φράνσις Μπερτόνι. Άλλες γνωστές ταινίες είναι το Final: The Rapture του 2013, το The Return του Χερνάν Χιμένες (2011), ενώ το Italia 90 (2014) ασχολείται με πέντε παίκτες ποδοσφαίρου που καλούνται για πρώτη φορά να συμμετάσχουν σε Μουντιάλ.

Ουρουγουάη

Στην Ουρουγουάη το σινεμά ξεκινά νωρίς. Οι πρώτες κινούμενες εικόνες προβάλλονται στο Μοντεβίδεο, ενώ το 1898 ο γαλλικής καταγωγής Φελίξ Όλιβερ γυρίζει την πρώτη ταινία της με τίτλο «Α bicycle race in the velodrome Arroyo Seco». Επιστρέφει στη Γαλλία, μαθαίνει σινεμά δίπλα στον Ζορζ Μελιέ και επιστρέφει ξανά στην Ουρουγουάη όπου γυρίζει αρκετές ταινίες.

Ένας από τους σημαντικούς σκηνοθέτες της χώρας είναι ο Λορέντσο Αντρόερ, ο οποίος είχε εργαστεί με τους αδελφούς Λιμιέρ και ανοίγει το πρώτο στούντιο στη χώρα. Αν και στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική το σινεμά ακμάζει, στην Ουρουγουάη τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα θεωρείται… χόμπι. Το Παγκόσμιο Κύπελο αποτελεί ένα από τα θέματα που ενδιαφέρει ντοκιμαντέρ και ταινίες στη χώρα με τη μεγάλη ποδοσφαιρική παράδοση. Η έλευση του ήχου δυσκόλεψε το γύρισμα ταινιών στις φτωχές χώρες της Λατινικής Αμερικής –που δεν διέθεταν τα μέσα για ταινίες με ήχο. Το 1936 εμφανίζεται η πρώτη ομιλούσα ταινία το Dos destinos, μια ματιά στο Μοντεβιδέο της δεκαετίας του 1930.

Χρήματα από την Αργεντινή εισρέουν στη χώρα και από το 1946 και μετά η παραγωγή αρχίζει να αυξάνεται και αρκετές κωμωδίες και ντοκιμαντέρ σημειώνουν επιτυχία. Το 1959, ο Ούγκο Ουλίβε έκανε το Ένα τραγούδι για τον Ιούδα, μία ρεαλιστική ωδή στους τροβαδούρους. Τα κοινωνικά θέματα που απασχολούν όλο τον πλανήτη απασχολούν και τους κινηματογραφιστές της Ουρουγουάης, ωστόσο, μετά την εξορία του Μάριο Χάντλερ (ο οποίος κινηματογραφούσε κινητοποιήσεις και απεργίες) το 1972 στη Βενεζουέλα, οι σκηνοθέτες περιορίζονται σε παραδοσιακά θέματα. Το χρηματοδοτούμενο από τη χούντα Land of Smoke του 1979 «πατώνει», ευχής έργον καθώς το 1980, το γραφείο δημοσίων σχέσεων του δικτατορικού καθεστώτος αφήνει ελεύθερο τον σκηνοθέτη Εντουάρντο Νταρίνο να δημιουργήσει το Guri, μία ιστορία για γκάουτσο (γελαδάρηδες), που οδήγησε σε μία αναγέννηση της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Τα τεράστια κοινωνικό-οικονομικά προβλήματα οδηγούν σε βιντεοταινίες με πολιτικά ή κοινωνικά θέματα. Τα τελευταία χρόνια, κυκλοφόρησαν οι ταινίες A Way to Dance του Αλβάρο Μπουέλα, και Otario, ενώ από το 2000 και μετά γυρίζονται αξιοπρόσεκτες ταινίες όπως το Whisky του 2003 που κέρδισε βραβείο στο Ένα Κάποιο Βλεμμα στις Κάννες ή το Noise (2005).

Χαρακτηριστικές ταινίες: Dos Destinos, Ένα τραγούδι για τον Ιούδα, Guri, Whiskey, 25 Watts, Tanta Agua

Πηγές: Ιστορία του Κινηματογράφου (Στάθης Βαλούκος), Wikipedia, The Oxford History of World Cinema

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *