Ανασκόπηση Outview Festival: Είναι ανάγκη να υπάρχει;
Outview 2015: το Σινεμά «έξω από την Ντουλάπα»
Ρίχνει αυλαία σήμερα το 9ο Outview Festival, το μεγαλύτερο φεστιβάλ LGBT ταινιών της χώρας. Δε θα σταθούμε στα “πολύχρωμα αγόρια και κορίτσια” που κατέκλυσαν την Ταινιοθήκη της Ελλάδος αυτές τις μέρες – είναι κοινή παραδοχή πλέον ότι το φεστιβάλ, εκτός από την τελευταία φουρνιά ταινιών γκέι θεματικής που παρουσιάζει, αποτελεί μια καλή ευκαιρία για νέες γνωριμίες! Δε θα σταθούμε ούτε στην προβληματική έναρξη, όπου πολύς κόσμος ταλαιπωρήθηκε για να δει το πολύ καλό Pride του Matthew Warchus. Θα αναρωτηθούμε όμως για την ανάγκη ύπαρξης ενός τέτοιου φεστιβάλ σήμερα, στεκόμενοι σε μερικές μόνο στιγμές του Outview.
Το λεγόμενο queer cinema βρισκόταν πάντα σε κατάσταση κρίσης. Αρχικά ανήκε σε ένα underground ρεύμα και το περιορισμένο κοινό του θα το παρακολουθούσε μόνο και μόνο επειδή άγγιζε συγκεκριμένες θεματικές. Πλέον υπάρχει έντονη η αίσθηση ότι επαναλαμβάνεται, ότι έχει φτάσει σε ένα τέλμα. Πόσες ταινίες πια να δεις που αφορούν μια παρέα ομοφυλόφιλων με χαρακτήρες καρικατούρες; Πόσες ταινίες δεν έχουν ασχοληθεί με το coming out σε γονείς και φιλικό περιβαλλοντική; Πόσες ταινίες μπορούν να γυριστουν πάνω στα αιώνια προβλήματα μιας στερεοτυπικής μικροαστικής γκέι σχέσης; Αν σε όλα αυτά προστεθεί και η περιορισμένη οικονομική, αλλά και τεχνική δυνατότητα των φιλόδοξων γκέι κινηματογραφιστών, τότε καταλαβαίνουμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα σινεμά μέτριο, κακοφτιαγμένο, που έχει χάσει την ακτιβιστική του ταυτότητα αφενός και αφετέρου έχει πάψει να ενδιαφέρει και το θεατή. Από την εποχή του Boys in the Band, της πρώτης mainstream queer ταινίας, έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Ο ομοφυλόφιλος θεατής δεν ταυτίζεται με χαρακτήρες ταινιών μόνο και μόνο επειδή έχουν ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό. Αναζητά ταινίες καλοδουλεμένες, σενάριο έξυπνο και πρωτότυπο και σκηνοθεσία ευρηματική.

Το βραβευμένο Eat With Me του David Au που προβλήθηκε στο φετινό Outview Festival, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κινηματογραφικού αχταρμά, που ο σκηνοθέτης νομίζει ότι είναι κωμωδία. Ένας νέος γκέι σεφ δέχεται την εισβολή της ανήξερης μαμάς του στο σπίτι του, όταν αυτή αποφασίζει να παρατήσει το σύζυγό της. Κατά τη διάρκεια της προσωρινής συγκατοίκησης τους, το μυστικό αποκαλύπτεται και η σχέση μεταξύ μητέρας και γιου ταλαντεύεται. Το κέντρο βάρους όμως της ιστορίας πέφτει τελικά στην αδυναμία του νεαρού σεφ να κρατήσει ανοιχτό το εστιατόριό του. Στο μεταξύ, εμφανίζεται η γειτόνισσα του σεφ, ο μοναδικός πραγματικά κωμικός χαρακτήρας της ταινίας, ένας πρώην του σεφ, ο νυν του σεφ και οι αδιάφοροι φίλοι του σεφ, και μέσα από αμήχανους και αδιάφορους διαλόγους πασαλείβονται θέματα όπως το σεξ της μιας νύχτας, η δυσκολία να κάνεις σχέση όταν είσαι γκέι και η σχέση ενός γκέι με τη μητέρα του. Η Sharon Omi στο ρολο της μητέρας και η Nicole Sullivan στο ρόλο της γειτόνισσας έχουν πάρει όλη την ταινία πάνω τους, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν να τη σώσουν.

Στο ίδιο φεστιβάλ είδαμε τις μικρού μήκους Sic. του Joshua Hinksonο (δυο άντρες στη σάουνα έχουν μια έντονη συνομιλία), Lonely του Κωνσταντίνου Μενελάου (αυνανιστική ελεγεία πάνω σε μια σχέση που τελείωσε, προφανώς επηρεασμένη από τις δημιουργίες του Bruce LaBruce), Fawns του Θανάση Τσιμπίνη (όμορφο αισθητικά, αλλά κενό, το πρόβλημα δηλαδή των περισσότερων ελληνικών ταινιών μικρού μήκους εν γένει) και The One Left του Νικόλα Πουρλιάρου (όπου ένα σινεματικό κλισέ γίνεται απίστευτα κουραστικό). Η Βασίλισσα Αντιγόνη του Τηλέμαχου Αλεξίου κινείται στα γνώριμα σουρεαλιστικά μονοπάτια αυτού που πλέον μπορούμε να ονομάζουμε “σχολή Λανθιμου”, με αφύσικες ατάκες και υπερβολικές αντιδράσεις, ακίνητα πλάνα και ελλειπτική δράση. Ο Αλεξίου μάλλον ενδιαφέρεται περισσότερο να δημιουργήσει κλειστοφοβικά πλάνα και μια αίσθηση πνιγμού στο θεατή, παρά να διηγηθεί συμβατικά μια ιστορία – κάτι που, ενώ το έχουμε ξαναδεί, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον.

Πέρα από τις ταινίες του σωρού με τα τετριμμένα σενάρια, το queer cinema λάμπει κυρίως μέσω εκείνων των ταινιών που πιάνουν τον παλμό του σήμερα. Τα ντοκιμαντέρ, σε αντίθεση με τις ταινίες με πλοκή, είναι ενδιαφέροντα και δοσμένα συνήθως με φρέσκια οπτική. Αξιόλογο παράδειγμα το Do I Sound Gay? του David Thorpe, που καταπιάνεται με το μόνιμο κόμπλεξ πολλών ομοφυλόφιλων ανδρών σχετικά με τη θηλυπρέπεια της φωνής τους και κατ’επέκταση όλης τους της συμπεριφοράς. Από την άλλη, το Out in the Night της Blair Doroshwalther αφορά την επίθεση τεσσάρων λεσβιών σε έναν ετεροφυλόφιλο άντρα λόγω των ομοφοβικών σχολίων που έκανε σε βάρος τους στο δρόμο. Είναι προφανείς οι καλές προθέσεις της σκηνοθέτιδας να παρουσιάσει το θέμα όσο πιο σφαιρικά μπορούσε, παρόλο που η ταινία χρησιμοποιεί κάπου κάπου τηλεοπτικά τεχνάσματα και κυλά στο μελοδραματισμό.
Εκτός από τα ντοκιμαντέρ και τις ταινίες με υπόθεση, στο Outview προβλήθηκε και ένα αφιέρωμα στο γαλλικό σινεματικό γκέι πορνό των 70s καθώς και μια συλλογή με ανέκδοτες συνεντεύξεις του Reiner Werner Fassbinder – ρίχνοντας έτσι και μια ματιά στο παρελθόν του queer cinema.
Αξίζει τελικά να διοργανώνεται το Outview; Κι όμως, ναι. Όχι μόνο γιατί η ύπαρξη του και μόνο είναι ένα ηχηρό μήνυμα υπέρ της ανοχής στη διαφορετικότητα, αλλά κυρίως γιατί μας συνδέει με τη σημερινή γκέι κουλτούρα ανά τον κόσμο. Οι περισσότερες ταινίες μπορεί να είναι μέτριες και απογοητευτικές, άλλα δεν παύουμε να ελπίζουμε και να ανταλλάζουμε τις απόψεις μας – με τις καινούργιες μας γνωριμίες στο φουαγιέ, εννοείται.
Ανταπόκριση: Τrelkovsky