Οζ, Μέγας και Παντοδύναμος
Η αλήθεια είναι αυτή. Εν έτει 2013 δεν μπορείς να φτιάξεις κάτι που το 1939 φαινόταν αξεπέραστο. Καλώς ή κακώς έχουμε εκπαιδευτεί ως θεατές στον εντυπωσιασμό πολύ περισσότερο. Γι’ αυτό και δεν αρκεί μόνο ο εντυπωσιασμός. Χρειάζεται και κάτι ακόμα. Χρειάζεται ψυχή, χαρακτήρες, σενάριο. Μαγεία που δεν θα βασίζεται στα εφέ μόνο, αλλά και στη φαντασία του θεατή.
Δυστυχώς, τίποτα από όλα αυτά δεν διαθέτει το Οζ, Μέγας και Παντοδύναμος.
Ξεκινά σε ένα ασπρόμαυρο Κάνσας που, σε αντίθεση με τον Μάγο του Οζ, καταλήγεις να το προτιμάς από την πολύχρωμη χώρα του Οζ. Γιατί, τελικά, είναι πιο ειλικρινές και ενδιαφέρον.
Ο Όσκαρ (Ζωροάστρης Φάντριγκ Ισαάκ Νόρμαν Χένκελ Εμμανουήλ Αμβρόσιος) Ντιγκς είναι ένας απατεωνίσκος ερασιτέχνης μάγος, που δουλεύει σ’ ένα περιπλανώμενο τσίρκο στο Κάνσας. Ένας ανεμοστρόβιλος τον φέρνει με αερόστατο στη Χώρα του Οζ. Εκεί γνωρίζει τρεις μάγισσες και καλείται να σώσει τη Χώρα του Οζ και να γίνει ο σπουδαίος μάγος και άνθρωπος που όλοι περιμένουν.
Υπάρχουν σκηνές εντυπωσιακές: εκείνη με τα λουλούδια που γίνονται πεταλούδες, ή η πορσελάνινη κούκλα, ο στρατός των σκιάχτρων που προελαύνει σε ένα λιβάδι με παπαρούνες. Η ταινία ντύνεται με εντυπωσιακά εφέ, κοστούμια και υπέροχα σκηνικά. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν στιγμές που αισθάνεσαι ότι, όπως στο μεγάλο κόλπο του Όσκαρ, έχεις εξαπατηθεί.
Η υπόθεση είναι άκρως προβλέψιμη, οι χαρακτήρες αδιάφοροι και οι ερμηνείες κακές. Ο Τζέιμς Φράνκο επιδίδεται σε μια σειρά από γκριμάτσες, ενώ δεν σε πείθει ως μετανοημένος απατεωνίσκος. Η Μισέλ Ουίλιαμς είναι τόσο γλυκανάλατη που κινδυνεύεις να πεθάνεις από την καλοσύνη και την πλήξη που σου προκαλεί. Η Μίλα Κούνις πριν τη… μετατροπή της είναι και αυτή αδιάφορη και μετά δεν μπορούμε να πούμε ότι δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας. Μόνο η Ρέιτσελ Βάις είναι πολύ καλή σε έναν ρόλο που ισορροπεί ανάμεσα στο καλό και στο κακό.
Εκεί που ο Μάγος του Οζ ήταν παράξενος και τρυφερός, γεμάτους χαρακτήρες που αγαπούσες (το Σκιάχτρο, τον Τενεκεδένιο Ξυλοκόπο, το Δειλό Λιοντάρι), ο Οζ, Μέγας και Παντοδύναμος δεν έχει κανέναν: ούτε τον φτερωτό πίθηκο, ούτε το κορίτσι πορσελάνη, ούτε τον νάνο.
Άσε που υπάρχουν σκηνές όπου σχεδόν βλέπεις τους ηθοποιούς να περνάνε μπροστά από μία πράσινη οθόνη.
Παρ’ όλα αυτά, μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου παιδί, να βλέπει την ταινία και να μαγεύεται από τις εικόνες. Είναι ιδανική για τους ανήλικους θεατές, όσο και αν χάνει τη μαγεία της για τους ενηλίκους.
Όσο για τη σύγκριση με την Αλίκη του Τιμ Μπάρτον (λογική καθώς οι παραγωγοί είναι οι ίδιοι); Μπορεί η ταινία του Τιμ Μπάρτον να υπολειπόταν σε εφέ, είχε, όμως, περίσσευμα σε καρδιά.
Pingback: Αntr3as
ΝΑΙ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΠΑΙΔΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ, ΕΝΩ Η ΠΑΛΙΑ ΕΙΧΕ ΑΡΚΕΤΑ ΝΟΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΔΩ ΟΙ ΦΛΟΙΝΤ ΕΜΝΕΥΣΤΗΚΑΝ ΤΟ DARK SIDE OF THE MOON!