Σταύρος Τσίωλης aka ο Ταρκόφκσι ή ο Άντερσον του φτωχού, Η Απόδειξη
ΓΥΝΑΙΚΕΣ BACK 2 BACK
Η ανάλυση ενός σκηνοθέτη-σεναριογράφου τόσο πολύπλοκου και πληθωρικού όπως ο Σταύρος Τσιώλης είναι εξαιρετικά δύσκολη. Ο λόγος; Έχει περάσει από κάθε στάδιο της Ελληνικής κινηματογραφικής πορείας από το 1960-σήμερα και έχει δημιουργήσει εντελώς διαφορετικού ιδιώματος διαμάντια σε κάθε βήμα. Οπότε η ενταξή του, ή έστω η τοποθετησή του σε κάποιο ρεύμα είναι αδύνατη. Οπότε και η ταυτισή του γίνεται με πρόσωπα και στην τελική ναι, για την ευκολία μου. Εδώ να διευκρινίσω ότι με την έννοια ταύτιση εννοώ την ύπαρξη βαθιάς εσωτερικής και δομικής συνάφειας και τίποτα παραπάνω.
Για να αναλύσω την αποψή μου θα χρησιμοποιήσω δύο από τις ταινίες του, τις υπόλοιπες ρεμάλια βρείτε τις μόνες σας. Πρώτον και κύριον γιατί θέλω να γράψω κι άλλα άρθρα για τον κο Τσιώλη και δεύτερον γιατί μου αρέσει η βαθιά αντιπαράθεση των δύο αυτών ταινιών μεταξύ τους. Οι εν λόγω ταινίες λοιπόν είναι το Γυναίκες μην κλαίτε και το Ας περιμένουν οι γυναίκες. Οι ταινίες αυτές υπάρχουν ολόκληρες στο διαδίκτυο, οπότε μην με πολυσκοτίζετε.
Αυτές οι δύο ταινίες λοιπόν ενώ αποτελούν την ίδια οπτική για την Ελλάδα, αποτυπώνουν εντελώς διαφορετικά στοιχεία η κάθε μία, σχεδόν για τα ίδια πρόσωπα, επιλέγοντας δύο αντιδιαμετρικά σημεία ενός παράλληλου σύμπαντός. Η μία στήνει τα πλάνα της προσεκτικά, νωχελικά και ποιητικά και η δεύτερη τα στήνει, γρήγορα, πρόχειρα και πρόστυχα. Η μία βασίζεται στην σκοτεινή, εικαστική και ιερή εικόνα ενώ η δεύτερη στην τυχάρπαστη, λιγδιάρικη και φτηνιάρικη εικόνα. Τα κοστούμια της μιας δένουν, τονίζουν ή αντιφάσκουν με τον σκηνικό χώρο ενώ της άλλης είναι τετριμμένα και αδιάφορα. Η μία στέκει μακριά από τους χαρακτήρες της, σχεδόν εσωστρεφής ενώ η δεύτερη ορμάει μέσα στα πρόσωπα και τα φτύνει με φόρα στην οθόνη. Η μία παρουσιάζει έναν στυγερό αδιαμφησβήτητο πλατωνικό έρωτα, η δεύτερη τον πλατωνικό τον κάνει αφορμή για έναν παιχνιδιάρη, πεταχτούλη βιωμένο έρωτα. Η μία σέβεται και προσκυνά τα προσωπά της όσο σκοτεινά κι ανόσια κι αν είναι, η δεύτερη κάνει βασικό της σλόγκαν, το πρέπει να’σαι λέρα για να κυβερνάς γαλέρα. Θα μπορούσαν άνετα να μαχαιρωθούν πισώπλατα αυτές οι δύο ταινίες.
Γυναίκες μην κλαίτε―
Δυο διάσημοι αγιογράφοι (και αστρονόμοι) καταφθάνουν από την Αθήνα σ’ ένα ορεινό χωριό της Αρκαδίας, για να αποκαταστήσουν τις κατεστραμμένες τοιχογραφίες μιας μικρής βυζαντινής εκκλησίας του 15ου αιώνα. Κοντά τους θα μαθητεύσει, στην υψηλή τέχνη, μια νεαρή κι αγνή κοπέλα, η Άννα (Δώρα Μασκλαβάνου). Η άφιξή τους κατακλύζει με νέα ζωή την ξεχασμένη εκκλησία, αλλά η ταινία αναγκάζεται να παρακολουθεί την…μη επιτέλεση του έργου έως και τον ερχομό του χειμώνα, οπότε και οι δυο διάσημοι αγιογράφοι (και αστρονόμοι) κατεβαίνουν προς τη θάλασσα για να ξεχειμωνιάσουν…
Το Γυναίκες μην κλαίτε, είναι ένα ποίημα. Κάθε του πλάνο σου κόβει την ανάσα και η ροή του σου σφίγγει το στομάχι ενώ γελάς υποχρεωτικά με κάθε ατάκα. Δύο ήρωες και από ένα σημείο και πέρα μία ηρωϊδα, βιώνουν έναν μόνιμο τραγέλαφο, τοποθετημένο στην αυλή μιας εκκλησίας και φροντίζουν κάθε λεπτό να μένουν εκτεθειμένοι, σε έναν ήσυχο και βουβό κίνδυνο. Αυτόν της επιβίωσης. Ένας ακόμα ο έρωτας, άσχημος, βίαιος, πάντα ανεκπλήρωτος κι ανέκφραστος. Δεν είναι ποτέ σαφές τι τους οδηγεί και μέχρι ποιου σημείου είναι ικανοί να πράξουν ούτε αν είναι ικανοί να σταματήσουν. Γιατί διακατέχονται από μυστικά, από την πιο μικρή λεπτομέρεια μέχρι την πιο βασική πλοκή, τα οποία αποκαλύπτονται διακριτικά ή μεσουρανούν. Σε κάθε στιγμή λοιπόν, κάθε εκβαση είναι πιθανή. Όλα αυτά σε συνδυασμό, κάνουν κάθε σκηνή να στέκει ανεξάρτητα μόνη της στο χρόνο, χωρίς την ανάγκη της υπόλοιπης ροής.
Οπότε η αλήθεια δεν έχει καμμία θέση εδώ. Ή τουλάχιστον η αλήθεια όπως έχουμε συνηθίσει να την βλέπουμε. Και γύρω από όλα αυτά, συνοδεία δημοτικής κατά βάση μουσικής, ένα σωρό υπέροχα, μαθηματικά επιλεγμένα αντικείμενα που δημιουργούν μία διακριτική εικαστική πανδαισία. Εν τέλει είναι μία ταινία απόσπασμα μίας σουρρεαλιστικής καθημερινότητας, χωρίς περιστροφές ή φοβίες που αποφασίζει κατά βούληση την δόση κωμικοτραγικότητας της και δεν ολοκληρώνει κάποια πλοκή.
Αυτή η ταινία, μοιράζεται την οπτική του Ταρκόφσκύ και σε πολλά σημεία την δομή και τα στοιχεία του. Από το στήσιμο των πλάνων του όσον αφορά τον τρόπο χρήσης των τοπίων, των σκηνικών αντικειμένων, τις αναφορές σε πίνακες και τις μπανάλ φιγούρες που περνοδιαβαίνουν μέχρι αρκετά δομικά στοιχεία όπως η ταχύτητα, η φωτογραφία, τα συμβολικά σκηνικά αντικείμενα-τύπου τηλεσκόπιο, υπολογιστής, πίνακες κλπ. Δες Stalker, The Sacrifice, Mirror. Μοιράζονται επίσης και κάτι πολύ βαθύ, τον τρόπο χρήσης του χρόνου. Όπως και ο Ταρκόφσκυ ο Τσιώλης σε αυτήν την ταινία σε κάνει να έχεις απόλυτη επίγνωση του χρόνου που περνάει.
↔
Ας περιμένουν οι γυναίκες,
η ιστορία τριών μπατζανάκηδων, δύο φτωχομπινέδων και του πετυχημένου. Ο Πάνος κι ο Μιχάλης είναι μικροβιοτέχνες από τη Θεσσαλονίκη. Ξεκινούν κεφάτοι για τη Θάσο, όπου βρίσκονται ήδη οι οικογένειές τους. Στο ύψος της λίμνης Βόλβης, μια νεαρή κοπέλα αλλάζει τα σχεδιά τους γιατί την ερωτεύεται σφόδρα ο Πάνος. Ο Αντώνης, ο τρίτος μπατζανάκης, ο πετυχημένος, που ανησυχεί για την καθυστέρησή τους, έρχεται να διαπιστώσει τι συνέβη και ερωτεύεται σφόδρα κι αυτός.
Το Ας περιμένουν οι γυναίκες, είναι όργιο. Σε κάθε του πλάνο παίρνεις μία ανάσα πριν γελάσεις στο επόμενο. Τα ΚΑΠΗ Μακεδονίας φιλοξενούν τους δύο ερωτοχτυπημένους μπατζανάκηδες οι οποίοι λόγω φύσης και θέσης ζουν τον έρωτα με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ο ένας πλατωνικά και συμπιεσμένα και ο άλλος απολαυστικά και πραγματικά μέχρι την αποκάλυψη της πολιτικής πλεκτάνης. Τρεις ήρωες ο ένας πιο μπανάλ από τον άλλο που είναι αφάνταστα αγαπημένοι και μισιούνται θανάσιμα συνυπάρχουν βρίζοντας και εκθιάζοντας ο ένας τον άλλο σε κάθε στιγμή. Με αποτέλεσμα τους γρήγορους και απολαυστικούς διαλόγους αυτής της ταινίας.
Το απόλυτο παζλ συμπηρώνουν: Δύο γιάγιουσκες που παίζουν τον πόνο του πλατωνικού μπατζανάκη σε CD, ατάκα και στο φτερομπάμ τραγούδι του πόνου και του αναστεναγμού. Η ανακοίνωση του τρίτου πετυχημένου γιάπη μπατζανάκη με ένα φοβερό jingle. Ένα cello στην παραλία, Το συνέδριο της Βόλβης και Η άσπρη μερσέντα του γιάπη. Μικροκομματισμοί, μικροαστισμοί, μισογυνισμοί, είναι η τέλεια αποδόμηση της βρώμικης νεοελληνικής πραγματικότητας. Οι καλύτερες σκηνές, γιατί ποτέ δεν φτάνει μόνο μία…
Εδώ ο Τσιώλης μοιράζεται ακριβώς την αίσθηση χιούμορ και την χρήση των χαρακτήρων του Άντερσον που δεν θα δίσταζε να δημιουργήσει ακριβώς τους ίδιους διαλόγους, για τα ίδια ακριβώς θέματα στις ίδιες ακριβώς στιγμές. Όπως επίσης μοιράζεται με τον Άντερσον και τον τρόπο που επικεντρώνεται στους χαρακτήρες, μέσω κουστουμιών, ήχων, κινήσεων ή στάνταρ εκφράσεων. Μαζί με την χρήση ανθρώπων και αντικειμένων όπως κυάλια, γιαγιάδες, cd, τραγουδίστρια κλπ. Δες Royal Tenembaums, Life Aquatic, και φυσικά Darjeeling Limited. Μόνο που ο Τσιώλης είναι η λίγο πιο straight εκδοχή του ή έστω ή λίγο λιγότερο clean cut.
Ενδεικτικές ατάκες:
Μην σταματάς! Σταμάτα! – Αυτούς που από έρωτα εκπέσανε – Μετανιώνω – 5*5 – Ψαριιιι – Κερασέ τον να σταματήσει – ου ου… ου ου – Η μανούλα σου – Σαβούρη – Θα ψηφίσω Πασόκ – Ψήφισε η μάνα μου Νέα Δημοκρατία – Τα θέλω άπλυτα ρε Κωλοαλβανοί…
Συμπερασματικά μόνο να πω, πως για μένα ο Τσιώλης αποτελεί αυτό που θα ονόμαζα κινηματογραφική εγκυκλοπαίδεια. Έχει καταφέρει να απορροφήσει διαφορετικά κομμάτια από κάθε εποχή, να τα επεξεργαστεί και να παράγει ένα άκρως ενδιαφέρον καλλιτεχνικό έργο. Λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα και η ανάγνωση των ταινιών του είναι λίγο σαν ένα βιβλίο.
Ταρκόφσκύ ή Άντερσον του φτωχού…; Διαλέγετε και παίρνετε.
↔
Το prequel είναι εδώ: Σταύρος Τσίωλης aka ο Ταρκόφκσι ή ο Άντερσον του φτωχού, Η προσωπικότητα
[highlight color=”yellow, black”]Πηγές:[/highlight]
Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε: περιγραφή // φωτογραφικό υλικό
Ας περιμένουν οι γυναίκες: έμπνευση για περιγραφή // φωτογραφικό υλικό
Ένας κριτικός κινηματογράφου που μπορεί να βρει τεμνόμενες ευθείες ανάμεσα στον Ταρκόφσκι τον Τσιώλη και τον Άντερσον με γνώμονα την δομική συνάφεια του έργο τους , τότε σίγουρα μπορεί δικαίως να φέρει μαζί του το μαγικό εκείνο κλειδί που ελευθερώνει τον αναγνώστη του από την οποιαδήποτε διανοητική αγκύλωση του , τόσο στην καλλιτεχνική δημιουργία, όσο και στη ικανότητα του να διακρίνει το ωραίο δίπλα του.
Μην ξανακούσω λοιπόν : έεελα μωρέ ο Τσιώλης είναι μισογύνης ,ή τι τον έβαλε τώρα τον Ζουγανέλη και τον Μπούλα ή ελα τώρα ,δεν καθόταν στην Φίνος καλύτερα που την άκουσε και κουλτούρα και άλλες τέτοιες π@@@ες γιατί θα σας βάλω να γράψτε 100 φορές το άρθρο αυτό ….
χαχαχα, μετά από αυτό ποιός να τολμήσει; είναι και μεγάλο το άρθρο! ο Frankenweenie μπορεί να αποδείξει ακόμα και ότι η γη δεν κινείται άμα θέλει και με ακλόνητα επιχειρήματα! …Κεράστε τον ένα κόκκαλο να σταματήσει!!! 😀 ΄
Ένα άρθρο πραγματεία για τους λάτρεις του είδους.
Ενδιαφέρουσα αρχή, Frankenweenie, ελπίζω να συνεχίσεις και με άλλα αφιερώματα σε έλληνες σκηνοθέτες, με παραλληλισμούς ή όχι δεν έχει σημασία. Να μαθαίνουμε και κάτι εμείς οι αδαείς…
Pingback: Cinepivates – ΕΜΠΡΟΣ στον Σταύρο Τσιώλη
να προσθέσω την εμμονή με τον Αργύρη Μπακιρτζή όπως ο Wes Anderson με τον Bill Murray