ΕΠΙΚΑΙΡΑ

Πέθανε ο Αλέν Ρενέ, «γίγαντας» του γαλλικού σινεμά

Πριν από λίγες ημέρες η τελευταία του ταινία προβλήθηκε -και βραβεύτηκε- στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου με Αργυρή Άρκτο. Με τον τίτλο του, το Να αγαπάς, να πίνεις και να τραγουδάς παραπέμπει σε εγχειρίδιο συμβουλών για μια ολόκληρη ζωή. Τέτοιο που μόνο ένας σπουδαίος σκηνοθέτης που έχει εργαστεί σκληρά εδώ και έξι δεκαετίες θα μπορούσε να παραδώσει στο κοινό του.

Το Σάββατο το βράδυ το παγκόσμιο σινεμά αποχαιρέτισε σε ηλικία 91 ετών ένας από τους σημαντικότερους -και πιο μοντέρνους- σκηνοθέτες που έχουν περάσει ποτέ από τις τάξεις του. Ο λόγος για τον Αλέν Ρενέ που με τα αριστουργήματά του Χιροσίμα Αγάπη μου (1959) και Πέρυσι στο Μάριενμπαντ (1961) άλλαξε το πρόσωπο του σινεμά.

Φυσικά, το έργο του το συνδέουν πολλοί με τη Nouvelle Vague, το νέο κύμα του γαλλικού σινεμά, αν και δεν υπήρξε μέλος των Cahiers Du Cinema, αλλά της αριστερής διανόησης του Κύματος.

Η καριέρα του εκτείνεται εδώ και έξι δεκαετίες. Ο Ρενέ γεννήθηκε το 1922 στη Βρετάνη. Ξεκίνησε από 12 ετών να γυρίζει φιλμάκια των 8mm και στη συνέχεια πήγε σε κινηματογραφική σχολή όπου εκπαιδεύτηκε ως μοντέρ.

Για την ταινία του μικρού μήκους  Chant Du Styrène, ο Ζαν Λικ Γκοντάρ έγραψε κάποτε: «Ο Αλέν Ρενέ είναι ο δεύτερος καλύτερος σκηνοθέτης στον κόσμο μετά τον Αϊζενστάιν».

Το 1955 ο Ρενέ σκηνοθετεί το Νύχτα και Καταχνιά, ένα ντοκιμαντέρ μνήμης για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ο πόλεμος υπήρξε συχνό θέμα στις ταινίες του. Το 1963 σκηνοθέτησε το Muriel, το οποίο αναφέρεται στον πόλεμο της Αλγερίας και το 1966 γύρισε το La guerre est Finie για τον ισπανικό εμφύλιο.

Η πρώτη του αγγλόφωνη ταινία υπήρξε το Providence, ενώ κέρδισε το μεγάλο βραβείο της επιτροπής των Καννών με την ταινία Ο Θείος μου από την Αμερική (1980).

Ο Αλέν Ρενέ υπήρξε ένας σκηνοθέτης που δύσκολα κατέτασε κανείς κάπου. Ένας φάρος δημιουργικότητας, την οποία συνέχισε να «εξαντλεί» μέχρι τα βαθιά του γεράματα, κάνοντας τις σκέψεις και τα όνειρά του ταινίες.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *