Σινεμά

O Φρανκ και το ρομπότ του

Robot & Frank ή πως μπορεί ένα άψυχο ρομπότ να γίνει ο καλύτερος φίλος ενός ηλικιωμένου:

Λένε ότι ο σκύλος είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου. Χμ, σκεφτείτε το καλύτερα λέει ο σκηνοθέτης που βάζει στη ζωή του Φρανκ έναν μεταλλικό ηλεκτρονικό φίλο. Ο τίτλος “το Ρομπότ κι ο Φρανκ” βάζει πρώτο το ανδροειδές προϊδεάζοντας μας για το ποιος είναι ο κεντρικός μας ήρωας. Θα μου πείτε ως φαν του διάσημου ρομποτο-συγγραφέα Isaac Asimov είδα το Bicentennial Man (1999), είδα και το I Robot (2004), έμαθα και τους τρεις νόμους της ρομποτικής, τι παραπάνω θα μου προσφέρει αυτή η ταινία; Την οργάνωση ληστείας ή κρύβεται κάτι παραπάνω κάπου εκεί μέσα;

[highlight color=”eg. yellow, black”]Πέταξε με απέναντι και στο ξωτικό ούτε λέξη – Gimli[/highlight]

 Στρώση 1η : Βρισκόμαστε κάποια χρόνια μπροστά από το σήμερα, όταν οι σχέσεις των ανθρώπων έχουν ατονίσει λίγο περισσότερο. Ο ηλικιωμένος Φρανκ (Frank Langella) πάσχει από ανία και κλεπτομανία. Η μόνη που του μιλά με συμπάθεια είναι η βιβλιοθηκάριος της τοπικής βιβλιοθήκης (Susan Sarandon).  Τα παιδιά του (James Marsden και Liv Tyler) έχουν το καθένα τη δική τους ζωή και δεν μπορούν να τον επισκέπτονται συχνά. Σε μια προσπάθεια να τον βοηθήσει ο γιος του του αφήνει ένα ρομπότ (φωνή: Peter Sarsgaard) με σκοπό να τον παρακινήσει να έχει ενδιαφέροντα και πρόγραμμα στη ζωή του. Ο δύστροπος παππούλης φυσικά γίνεται έξω φρενών με τη νέα μηχανοκίνητη νταντά που του ΄κατσε στο κεφάλι του και θα ακολουθήσουν αρκετές αστείες ατάκες. Το ρομπότ θα κερδίσει τη φιλία του παππού που θα αρχίσει να ξυπνά το μυαλό του, αλλά κι ο Φρανκ θα βρει στο ρομπότ τον σύντροφο που πάντα έψαχνε για να οργανώσει την τέλεια ληστεία!

Στρώση 2η : Υπάρχουν κι άλλα στρώματα ανάλυσης στο σενάριο που δίνουν στην ταινία περισσότερο ενδιαφέρον και οδηγούν στην τελική της έκβαση. Ο συμβολισμός του ρομπότ σαν κάτι που επιζητούσε περισσότερο από όλα ο παραιτημένος από τη ζωή Φρανκ κι ας μη το ήξερε. Η βιβλιοθήκη και η συμπαθητική βιβλιοθηκάριος κρύβουν τη γνώση στην οποία ο Φρανκ θέλει να έχει πρόσβαση, αλλά κάτι του το απαγορεύει και θα προσπαθήσει να την διαρρήξει. Η απόφαση αν θα σβήσει τη μνήμη του ρομπότ ή όχι συνδυάζεται σίγουρα με τη δική του μνήμη, ένα κουβάρι που ξετυλίγεται αργά. Τα παιδιά του, που κάνουν ξεχωριστά τη ζωή τους, αρχικά φαίνονται να αδιαφορούν για τον παραμελημένο τους πατέρα, ή μήπως νοιάζονται; Έχει πολύ ενδιαφέρον η μελλοντολογική προσέγγιση της ταινίας στο θεσμό της οικογένειας που αλλάζει. Τα παιδιά απευθύνονται στον πατέρα τους ως “Φρανκ” αλλά του δίνουν το χρόνο τους όταν τον χρειάζεται. Από την άλλη και τα δύο παιδιά τον επισκέπτονται μόνα τους, χωρίς τη σχέση τους ή τα παιδιά τους (τα εγγόνια του). Γιατί παρουσιάζονται έτσι μεμονωμένα;  Ίσως για να δώσει περισσότερη βαρύτητα στην παρουσία του κάθε παιδιού, ίσως όμως και γιατί πλέον μεγαλώνοντας αναγνωρίζει μόνο τα οικεία πρόσωπα κι όλα τα υπόλοιπα γύρω του είναι εντελώς αδιάφορα.

Το σετ είναι στο μεγαλύτερο μέρος του αφαιρετικό και η μελλοντική ατμόσφαιρα δημιουργείται από σπασμωδικά περιφερόμενα ρομπότ ή ενίοτε περίεργα οχήματα. Δυστυχώς, ο χαμηλός  προϋπολογισμός της ταινίας θα απογοητεύσει τους λάτρεις των sci-fi καθώς τα ρομποτάκια μοιάζουν λίγο-πολύ ετοιμόρροπα, ενώ τα υπόλοιπα αυτοκίνητα είναι λίγο πολύ σημερινά, για να μη πω και παλαιότερα μοντέλα! Όπως και να έχει η κρίση έχει αγγίξει το Χόλιγουντ, που ως γνωστό εκτός από τις “υπερπαραγωγές” αποφεύγει να ρίξει πολύ χρήμα. Δεν πειράζει θα μου πείτε, ας ξαναθυμηθούμε να χρησιμοποιούμε και τη φαντασία μας που και που, καλό θα μας κάνει. Αν και το κατανεμημένο ποσό εδώ πήγε περισσότερο στην βασική τετράδα ηθοποιών, από τους οποίους -εκτός του Φρανκ (Frank Langella) οι υπόλοιποι δεν χρησιμοποιήθηκαν ιδιαίτερα. Πάντως, το φιλμ απέσπασε καλές κριτικές από το κοινό, ενώ βραβεύτηκε και στο Sundance. Ας ελπίσουμε στο μέλλον ο πλούσιος χώρος της επιστημονικής φαντασίας να δώσει κι άλλες τέτοιες ταινίες σκέψης και ανώτερες κι όχι μόνο ανούσιων εφέ και δράσης.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *