Στον κόσμο του Blade Runner
Τριάντα πέντε χρόνια πριν, ο Ρίντλεϊ Σκοτ μάς χάριζε ίσως την πιο εμβληματική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μία ταινία που συνδύαζε φιλοσοφία και θέαμα, ένα μελλοντολογικό νεο-νουάρ που μιλούσε για οικολογική καταστροφή και την ηγεμονία των επιχειρηματικών συμφερόντων, που παρουσίαζε μια σκοτεινή όψη του Λος Άντζελες και κατ’ επέκταση του πλανήτη.
Σε αυτόν τον κόσμο μάς εισήγαγε το Virtual Reality project που δημιουργήθηκε με αφορμή το σίκουελ του Blade Runner. Ένα βροχερό Λος Άντζελες, ολογράμματα – διαφημίσεις που «απαιτούν» να τα προσέξεις, κυνηγητά με spinner στον γεμάτο φώτα βραδινό ουρανό της αμερικανικής μεγαλούπολης.
Πρόκειται, φυσικά για ένα παιχνίδι –τον έλεγχο του οποίου δεν έχει ο θεατής στην προκειμένη περίπτωση- το οποίο παρουσίαστηκε στο The VR Project στο Μοναστηράκι.
Σίγουρα το 1982, όταν ο Ρίντλεϊ Σκοτ έβγαζε την ταινία του στις αίθουσες, δεν είχε φανταστεί πόσο αυτή θα επηρέαζε την ποπ κουλτούρα, πόσες συζητήσεις θα προκαλούσε μέσα στα επόμενα χρόνια –κυρίως για το εάν και ο Χάρισον Φορντ είναι ρέπλικα ή όχι.
Do Androids Dream of Electric Sheep?
Στην πραγματικότητα όλα ξεκίνησαν το 1968, χρονιά κατά την οποία εκδίδεται το μυθιστόρημα του Φίλιπ Κ. Ντικ, «Do Androids Dream of Electric Sheep?». To βιβλίο αποτελεί πηγή έμπνευσης για την ταινία, αν και το μαύρο χιούμορ του θα αφαιρεθεί. Θα μείνει, όμως, το βασικό ερώτημα: τι σημαίνει το να είσαι άνθρωπος; Και μπορεί μια ρέπλικα να εκφράζει πιο «ανθρώπινα» συναισθήματα από έναν άνθρωπο;
Στη διάρκεια συγγραφής και επανα-συγγραφής του σεναρίου, ο Ρικ Ντεκάρτ μετατράπηκε από «χαρτογιακά» σε σκληροτράχηλο ντετέκτιβ. Σύμφωνα με το Vanity Fair, ο Χάμπτον Φάντσερ, ένας εκ των σεναριογράφων της ταινίας και από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με το πρότζεκτ, ήθελε στον ρόλο του Ντεκάρτ τον Ρόμπερτ Μίτσαμ. Ο Ρίντλεϊ Σκοτ ήθελε έναν ηθοποιό που να εκφράζει το αντίθετο του «κλασικού αρσενικού»: τον Ντάστιν Χόφμαν. Ο ηθοποιός αντιμετώπισε με ενθουσιασμό το ενδεχόμενο να πρωταγωνιστήσει στην ταινία. Με τόσο ενθουσιασμό μάλιστα που η παραγωγή άρχισε να αισθάνεται ότι η ταινία δεν θα κατάφερνε να ολοκληρωθεί ποτέ εν μέσω τόσου «θορύβου».
Τελικά ο Σκοτ επέλεξε τον Χάρισον Φορντ όταν τον είδε στα γυρίσματα του Raiders of the Lost Arc του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το υπόλοιπο καστ ακολούθησε σύντομα: ο Ρούτγκερ Χάουερ και η Σον Γιάνγκ ανέλαβαν δύο από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Τα προβλήματα, όμως, με τη χρηματοδότηση δεν έλειπαν. Η παραγωγή δεν μπορούσε να συγκεντρώσει το ποσό που απαιτούσαν τα γυρίσματα της ταινίας. Ο Βρετανός παραγωγός Μάικλ Ντίλι κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό από διάφορες πηγές, ανάμεσά τους και από τον Τζέρι Περέντσιο.
Είναι γνωστό ότι ο Ρίντλεϊ Σκοτ θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο των ταινιών του. Σε συνέντευξη που μου έδωσε στο in.gr ο Μάικλ Φασμπέντερ, ο οποίος έχει συνεργαστεί τρεις φορές μαζί του, τον χαρακτηρίζει «καπετάνιο που διοικεί αυστηρά το πλοίο του». Ο ίδιος ο Σκοτ έχει πει σε συνέντευξή του ότι το σκηνοθετικό του στυλ μοιάζει με «καλοκάγαθη δικτατορία».
Η ένταση στο σετ ήταν αναμενόμενη και ενισχύθηκε από τις υπερβολικές απαιτήσεις του Σκοτ, τις καθυστερήσεις στα γυρίσματα και το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης δεν έδειχνε ιδιαίτερη διάθεση συνεργασίας. Στα μισά των γυρισμάτων άρχισε να τοποθετεί στοιχεία που έδειχναν ότι ο Ρικ Ντεκάρτ δεν ήταν άνθρωπος, χωρίς να το πει στον Χάρισον Φορντ, ο οποίος ξέσπασε όταν το κατάλαβε.
Καθώς η ημερομηνία εξόδου της ταινίας στις αίθουσες πλησίαζε, η κατάσταση δεν γινόταν καλύτερη. Τα πρώτα test screenings άφησαν τους θεατές μπερδεμένους και οι Σκοτ και Ντίλι αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε αρκετές αλλαγές –ανάμεσά τους και ένα voice over που ο Χάρισον Φορντ απρόθυμα ηχογράφησε. Η ταινία δίχασε και τους κριτικούς με την θρυλική Πολίν Καέλ να γράφει ότι «ο Σκοτ μοιάζει εγκλωβισμένος στα ίδια του τα σοκάκια, χωρίς χάρτη».
Στη σκιά της τεράστιας επιτυχίας του E.T., το Blade Runner έμοιαζε προορισμένο να αποτύχει.
Ωστόσο, μία δεύτερη ζωή το περίμενε στα ράφια των βίντεοκλαμπ, όπου οι σινεφίλ θα το ανακάλυπταν και τελικά θα το αποθέωναν. Το 1989 ένας υπάλληλος της Warner Bros. ανακάλυψε μια κόπια των 70mm χωρίς το voice over και το happy ending. Αυτή η εκδοχή προβλήθηκε το 1991 στο Σαν Φρανσίσκο, ακολουθούμενη το 1992 από ένα director’s cut και το 2007 από ένα final cut.
Από το 2019 στο 2049
Ήταν θέμα χρόνου να έρθει το σίκουελ της ταινίας, σε μια εποχή που το Χόλιγουντ αναζητά θεματικές –μερικές φορές ψάχνοντας στο παρελθόν της.
Σε ρόλο παραγωγού, ο Ρίντλεϊ Σκοτ απευθύνθηκε στον σεναριογράφο Χάμπτον Φάντσερ που είχε μόλις γράψει ένα διήγημα που διαδραματιζόταν στον κόσμο του Blade Runner.
«Ο Χάμπτον δεν έγραψε ένα συμβατικό σενάριο: έγραψε μια νουβέλα με τους πανέμορφους διαλόγους του. Μετά φέραμε τον Μάικλ Γκριν και τη μετέτρεψε σε σενάριο» λέει ο Σκοτ.
Τον ρόλο του σκηνοθέτη κλήθηκε να αναλάβει ο Ντενί Βιλνέβ, ο οποίος είχε δει σε ηλικία 14 ετών το Blade Runner στην πατρίδα του, τον Καναδά και είχε εντυπωσιαστεί.
Η πίεση ήταν μεγάλη, όπως έχει αναγνωρίσει ο ίδιος ο Βιλνέβ. «Λατρεύω το ρίσκο. Πιστεύω ότι η ταινία που κάνουμε θα βρει την ταυτότητα και τον χώρο της, ενώ την ίδια στιγμή θα είναι πιστή στην πρωτότυπη και θα συνδέεται με αυτήν. Αυτή είναι η ισορροπία που αναζητάμε» σημείωσε.
«Το Blade Runner διαδραματίζεται το 2019 και ήταν προφητικό με κάποιον τρόπο, αλλά ξέρουμε ήδη ότι το δικό μας 2019 θα είναι διαφορετικό. Οπότε πήραμε την απόφαση να δημιουργήσουμε το δικό μας 2049, για να σπρώξουμε την ταινία στο δικό της αναμενόμενο σύμπαν. Ο κόσμος του Blade Runner 2049 είναι μια επέκταση του πρώτου Blade Runner, δεν είναι απλώς μια επέκταση της πραγματικότητας» λέει ο Βιλνέβ.
Ο Βιλνέβ επέλεξε να συνεργαστεί με τον διευθυντή φωτογραφίας Ρότζερ Ντίκινς (ο οποίος φαίνεται να έχει σχεδόν «σίγουρο» το Όσκαρ για τη δουλειά του στην ταινία). Ο Βιλνέβ επέλεξε παράλληλα έναν από τους πιο ενδιαφέροντες νέους ηθοποιούς για τον ρόλο του ντετέκτιβ Κ, τον Ράιαν Γκόσλινγκ, φέρνοντας πάλι στο σετ και τον Χάρισον Φορντ στον ρόλο του Ρικ Ντεκάρτ (η ταινία διαδραματίζεται 30 χρόνια μετά τα γεγονότα της πρώτης). Τζάρεντ Λέτο και Ρόμπιν Ράιτ συμπληρώνουν το καστ.
Οι πρώτες -διθυραμβικές κριτικές- για την ταινία φαίνεται πώς δικαιώνουν το τελικό αποτέλεσμα. Και ενισχύουν τον μύθο του Blade Runner.
* To «Blade Runner 2049» θα προβάλλεται στις αίθουσες από τις 5 Οκτωβρίου σε διανομή Feelgood.