Κάποια να με προσέχει (The Carer)
O παλαίμαχος σκωτσέζος ηθοποιός Μπράιαν Κοξ, ενσαρκώνει ένα κινηματογραφικό alter ego του, τον Σερ Μάικλ Γκίφορντ, καταξιωμένο ηθοποιό του χθες, αλλά ηλικιωμένο και εξασθενημένο από την ασθένεια του Πάρκνινσον, που διαμένει παροπλισμένος στην πλούσια εξωχική του κατοικία και αποφεύγει τις δημόσιες εμφανίσεις.
Ο Σερ Μάικλ ήταν πάντοτε δύστροπος, αλλά τα τελευταία χρόνια η διάθεση του έχει χειροτερεύσει κάνοντας τον σχεδόν ανυπόφορο τόσο προς την κόρη του όσο και προς το υπηρετικό προσωπικό του, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να σταυρώσει αποκλειστική γυναίκα να τον φροντίζει. Αυτό όμως θα αλλάξει όταν τον αναλάβει η νεαρή Ντορότια, μια χαμογελαστή κοπέλα από την Ουγγαρία, που το όνειρο της είναι να σπουδάσει υποκριτική.
Ο Μπράιαν Κοξ, που έχει και ο ίδιος πολύχρονη εμπειρία σε θέατρο και κινηματογράφο, με αξέχαστη ερμηνεία του στο δραματικό ρόλο του μοναχικού ηλικιωμένου με το σκύλο, στη μεταφορά του βιβλίου Red το 2008, αλλά και συμμετοχές σε μεγάλες παραγωγές, όπως τα Braveheart, Troy και τις ταινίες του Bourne, αποδίδει ωραία τον χαρακτήρα του, με έπαρση του σταρ αλλά και αφοπλιστικό ρεαλισμό στα προβλήματα της τρίτης ηλικίας. Δεν χάνει ευκαιρία να απαγγέλλει αποσπάσματα μεγάλων ρόλων, αλλά και να λέει ατάκες που «πάντα ήθελε να τις πει».
Γίνονται κάποιες κινηματογραφικές αναφορές και σε ταινίες που πραγματικά έπαιξε ο Μπράιαν Κοξ, προσθέτοντας μια έξτρα σταγόνα αληθοφάνειας, χιούμορ, αλλά και ψευδοντοκιμαντέρ στην ταινία, εναλλάσσοντας την ρεαλιστική κινηματογραφική αφήγηση με την κλασική βρετανική κινηματογράφιση. Ίσως πάλι αν γίνει στο μυαλό ότι πραγματικά ο γνωστός ηθοποιός έχει μεγαλώσει και εν μέρει παίζει τον εαυτό του ίσως κάνει μέρος του κοινού να νιώθει αμήχανα. O σκωτσέζος ηθοποιός, έγινε περισσότερο δημοφιλής σε μεγάλη ηλικία, με τη συμμετοχή του στο Braveheart και γύρω στο 2000 και μετά, με απανωτές ταινίες όπως τη Δίκη της Νυρεμβέργης, L.I.E., Adaptation, the Good Heart και The Escapist. Οι προσωπικές μου αγαπημένες του, είναι το υπέροχο δράμα Red βασισμένο στο γνωστό μυθιστόρημα, που παίζει τον μοναχικό ηλικιωμένο που του σκοτώνουν τον σκύλο του, καθώς και το περσινό χιουμοριστικό τρόμου The Autopsy of Jane Doe που είδαμε στο Λονδίνο στο τελευταίο BFI.
Πληθωρικός και αυτάρεσκος ο παλαίμαχος ηθοποιός κορδώνεται σαν το λιοντάρι στο θρόνο του, ενσαρκώνοντας έναν ηλικιωμένο ηθοποιό ντίβα που προσπαθεί να κρατήσει τις σωματικές ανάγκες του για τουαλέτα και μαζί την αξιοπρέπεια του ψηλά. Η ραγισμένη του υγεία τον κάνει ακόμα πιο μονόχνωτο, δύστροπο και ουσιαστικά δυστυχισμένο, όσο κι αν προσπαθεί να το κρύψει. Μένει λοιπόν τελικά φυλακισμένος στο ίδιο το κάστρο του, αποκομμένος από τον υπόλοιπο κόσμο. Από την άλλη, η νεαρή δροσάτη κοπέλα που θα αναλάβει να τον προσέχει ως αποκλειστική είναι γεμάτη χαμόγελο και κέφι και δείχνει να μη το βάζει κάτω στις παραξενιές του. Αυτό θα ήταν από μόνο του ενδιαφέρον ως σενάριο. Έξτρα γαρνιτούρα ότι είναι μετανάστρια από την Ουγγαρία, καθώς και ότι όνειρο της ήταν να γίνει ηθοποιός.
Από την άλλη, θα βρείτε στην ταινία μπόλικες αναφορές στη συμβολή της Ουγγαρίας στον παγκόσμιο κινηματογράφο, πράγμα που δε πρέπει να σας ξενίζει, μιας που είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας Ούγγρος και συνυπογράφει το σενάριο.
To Carer είναι περισσότερο μια ταινία για την τρίτη ηλικία και επιλέγει να κινηθεί ανάλαφρα, να είναι περισσότερο συναισθηματική παρά χιουμοριστική ή αφηγηματική. Έτσι το κάπως αδύναμο παίξιμο της κοπέλας δεν είναι τόσο φανερό, όπως αντίστοιχα και το χλιαρό σενάριο. Υπάρχει ελαφρύ χιούμορ, όχι όσο θα μπορούσε, ενώ οι ερμηνείες δεν είναι κακές αλλά ούτε και θα σας ενθουσιάσουν. Την νεαρή Ντορότια ενσαρκώνει Κοκό Κούνιγκ, που είδαμε σε μικρό ρόλο και στο Assassin’s Creed, ενώ εμφανίζονται η Εμίλια Φοξ (Cashback), η Άννα Τσάνσελορ (4 Γάμοι και 1 Κηδεία) ενώ ο Ρότζερ Μουρ κάνει ένα μικρό cameo προς το τέλος.
Δεν μπορούμε παρά να σκεφτούμε πόσο διαφορετική ταινία θα ήταν αν αντί του Κοξ ήταν ο αγαπημένος μας σκωτσέζος ηθοποιός Σον Κόνερι, τον οποίον φωτογραφίζει σιωπηρά σε πολλά σημεία το έργο. Ή πάλι, ο αγαπημένος Ρότζερ Μουρ που είχαμε τόσο καιρό να δούμε, μας χάριζε λίγες περισσότερες σκηνές. Κρατάμε την πολυτελή κατοικία και την ωραία παρουσία του Μπράιαν Κοξ, που το σενάριο δεν τον αφήνει να συναρπάσει, αλλά γεμίζει πληθωρικά την οθόνη.