The Greatest Showman
Αντλώντας -χαλαρή- έμπνευση από τα έργα και τις ημέρες του Φ.Τ. Μπάρνουμ, το The Greatest Showman αναφέρεται στις απαρχές του θεάματος και συγκεκριμένα του τσίρκου. Ο Φινέας Μπάρνουμ είναι ένας ονειροπόλος που επιλέγει να επενδύσει στο γκροτέσκο και το παράξενο, χτίζοντας αρχικά ένα μουσείο, το οποίο στη συνέχεια εξελίσσεται σε τσίρκο, συγκεντρώνοντας ανθρώπους περιθωριοποιημένους.
Η ταινία δεν αποτελεί, φυσικά, βιογραφία, το πρόβλημα όμως είναι ότι χρησιμοποιώντας το όνομα ενός πραγματικού προσώπου δίνει μια τέτοια αίσθηση. Θέλοντας υπερβολικά να μοιάσει στο Moulin Rouge, χρησιμοποιεί ένα σάουντρακ γεμάτο από μάλλον αδιάφορα ποπ τραγουδάκια που ο θεατής τα ξεχνάει αμέσως μόλις τα ακούσει.
Εντυπωσιάζουν μεν τα σκηνικά και τα κοστούμια και η ταινία καταφέρνει να κρατήσει τους γρήγορους ρυθμούς της, ωστόσο τα σεναριακά προβλήματα δεν είναι εύκολο να αγνοηθούν. Η ταινία ξεμπερδεύει γρήγορα με τις «σκιές» στην ηθική του κεντρικού χαρακτήρα, αναδεικνύοντας τον ως έναν ακέραιο ήρωα. Κάτι περισσότερο: ως πρωτοπόρο ανθρωπιστή. Προβληματικός και ο χαρακτήρας της Μισέλ Γουίλιαμς που μπορεί να έχει εδώ έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν της δίνεται ωστόσο η ευκαιρία να αναδείξει το ταλέντο της, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για έναν ρόλο άχρωμο. Υπάρχει εδώ και άλλο ένα παράδοξο. Ενώ υποτίθεται ότι η ταινία δείχνει τους δύο χαρακτήρες ως παιδιά σχεδόν συνομήλικα, στην ενήλικη ζωή τους η διαφορά ηλικίας των δύο ηθοποιών δεν μπορεί να κρυφτεί.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Χιού Τζάκμαν έχει ταλέντο και ότι τέτοιοι ρόλοι είναι γραμμένοι στα μέτρα του, όπως και ότι είναι προτιμότερο ο Ζακ Έφρον να ασχολείται με το μιούζικαλ παρά με αδιάφορες χαζοκωμωδίες, αλλά μόνο οι δύο πρωταγωνιστές δεν αρκούν για να κάνουν το τελικό αποτέλεσμα ενδιαφέρον.