Αφιερώματα

Κινηματογραφικές εμπειρίες: Ποιες ταινίες μας έκαναν να κλάψουμε;

Η πρόσκληση σαφής: ως ένα είδος κινηματογραφικής εμπειρίας, οι cinεπιβάτες κληθήκαμε να βγάλουμε τα σώψυχά μας στη φόρα και να αποκαλύψουμε για ποιες ταινίες βγήκαν τα χαρτομάντιλα από τις τσάντες, δάκρυσαν τα μάτια, πρήστηκε το βλέμμα, έπεσε το δάκρυ κορόμηλο. Χωρίς φόβο, αλλά με πολύ πάθος, αφηγούμαστε τις δικές μας κινηματογραφικές εμπειρίες για το ποιες ταινίες μάς έκαναν να κλάψουμε.

 Click, η ζωή σε Fast Forward

Το να κλάψω σε μια ταινία είναι απόλυτα συνηθισμένο για μένα! Θα περιγράψω όμως την φορά όπου δεν ήταν φυσιολογικό να κλάψει ο οποιοσδήποτε.. Κάποτε που δούλευα σε πολυκινηματογράφο, αποφάσισα τελειώνοντας την βάρδια, Κυριακή απόγευμα, να μπω να δω το Click με τον Adam Sandler. Κωμωδία λέω, ωραία θα περάσω, θα ξεχαστώ!! Βρήκα μια θέση στο πλάι, σχεδόν μοναχική… μόνο ένα ζευγάρι καθόταν πίσω μου. Έλα όμως που η ταινία είχε μια σκηνή στην οποία ο Sandler συνειδητοποιεί ότι μέσα σ’ όλα αυτά που έβαλε σε fast forward στην ζωή του ήταν η ασθένεια και ο θάνατος του πατέρα του.

Την εποχή εκείνη ο πατέρας μου ήταν στο νοσοκομείο και επηρεασμένη όπως ήμουν, βάζω κάτι ασταμάτητα κλάματα… Θυμάμαι να λέω από μέσα μου, ευτυχώς που έκατσα απόμερα, το ζευγάρι πίσω μου σιγά που θα το ξαναδώ…

 Την επόμενη Κυριακή λοιπόν μια συνάδελφος μου λέει:

 -Σκέφτομαι να δω ταινία σήμερα, έχεις δει καμία;

-Είδα το Click, ευχάριστο είναι!

-Δεν ξέρω μωρέ, είχε έρθει η αδερφή μου με τον άντρα της και τον είδαν την προηγούμενη Κυριακή και μου είπαν ότι μια κοπέλα που καθόταν μπροστά τους σπάραξε στο κλάμα μ’ αυτό το έργο..Μήπως δεν είναι κωμωδία;;

– Ναι ε; Τι να σου πω… εμένα κωμωδία μου φάνηκε!

Nemo

2046

Με ποια ταινία έχω κλάψει. Ωραία ερώτηση. Δεν είναι λίγες αυτές που μου έχουν ενεργοποιήσει συναισθήματα και έχουν φύγει δάκρυα, αλλά στην ερώτηση με ποια ταινία έχεις κλάψει η απάντηση είναι μία: «2046» Και το clue της υπόθεσης είναι ότι έκλαψα πολύ τότε που την είδα και κλαίω ακόμα και σήμερα όποτε τη βλέπω. Ακόμη κι όταν ακούω το soundtrack. Μιλάμε για «κόλλημα», όχι αστεία

Παρά το γεγονός ότι έκανε τα δάκρυά μου να κυλάνε ανεξέλεγκτα, έγινε και παραμένει η αγαπημένη μου ταινία. Τότε και τώρα, τώρα και τότε. Αν εκείνη τη μέρα του Δεκέμβρη, το κλάμα ήταν προφητικό ή όχι δεν γνωρίζω.

Έκλαψα γιατί έβλεπα το πώς ένας άνθρωπος που έχει βιώσει τον ανεκπλήρωτο έρωτα εγκλωβίζεται ακραίως μαζοχιστικά και συνειδητά ή μπορεί και ασυνείδητα σε ό,τι του τον θυμίζει. Κάνει προσπάθεια να ξεχάσει, αλλά δεν τα καταφέρνει γιατί τα στοιχειά αποδεικνύονται ισχυρότερα ή εκείνος είναι αυτός που τους δίνει τροφή.

Βλέποντας σήμερα την ταινία, το δάκρυ φέρνει η συμπόρευση με τον ήρωα; Οι ίδιες κινήσεις; Οι ίδιες προσπάθειες; Η ίδια τροφή στα στοιχειά; Η ταύτιση τελικά. Η αέναη μάχη του να ξεφύγεις από το φαύλο κύκλο.

Οι ήχοι, οι εικόνες, οι μουσικές, τα χρώματα, οι ώρες οι στιγμές στροβιλίζονται ψυχεδελικά, χωρίς να σε αφήνουν να βρεις την έξοδο για την πόλη «2046», του Τσόου. Στην πόλη που όποιος πηγαίνει, δεν γυρίζει πίσω ποτέ… Ό,τι μπορεί να σημαίνει «πίσω», θα πω εγώ…

Satin

 PS I Love You (volume 1)

Συνήθως δεν κλαίω σε κάποια ταινία. Όχι επειδή δεν συγκινούμαι- το ακριβώς αντίθετο: επειδή συγκινούμαι εξαιρετικά εύκολα, επιλέγω να μην βλέπω δακρύβρεχτες ταινίες για την αποφυγή… μουτζουρώματος της μάσκαρα, στο cinema και υπερβολικής κατανάλωσης χαρτομάντηλων, στο σπίτι.

Επίσης με ενοχλεί να κλαίνε οι γύρω μου! Αυτό το «σνιφ-σνιφ» και «φρρρρρπ» ρουφήγματος της μύτης την ώρα που απολαμβάνεις τα ποπ- κορν σου το θεωρώ τρομερά αηδιαστικό.

Αλλά επειδή αυτά που κοροϊδεύουμε τα λουζόμαστε, όπως έλεγε κι η γιαγιά μου, κατάφερα κι εγώ μια φορά να γίνω εγώ η ενοχλητική που ρουφούσε τη μύτη της και φόρεσε… γυαλιά ηλίου για να βγει από το σινεμά για να κρύψει τα πρησμένα της μάτια!

Το P.S. I love you είναι μια ρομαντική ταινία, που σε όποιον δε γνωρίζει την πλοκή φαντάζει ανάλαφρη και θετική. Αμ δε! Μιλάμε για μια ταινία που ο απόλυτα τέλειος άντρας της ηρωίδας πεθαίνει στα πρώτα 10 λεπτά και της στέλνει γράμματα από… τον άλλο κόσμο καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας!

Με οδηγό τα γράμματά του η νεαρή χήρα καταφέρνει να προχωρήσει και να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Φροντίζει, μάλιστα, να της γνωρίσει ακόμα και τον καλύτερό του φίλο, γιατί ξέρει ότι εκείνος θα την αγαπήσει όσο την αγαπούσε κι ο ίδιος!

Ρομαντική και στενάχωρη, γλυκιά κι απρόσμενα θετική η ταινία με «κατέστρεψε» για παραπάνω από μια νύχτα. Πέντε (και ίσως και παραπάνω) χρόνια μετά κι ακόμα δεν τολμώ να την ξαναδώ κι ας είναι ένα από τα αγαπημένα μου «ροζάκια»!

P.S. …I love you!

Bridget

Το κορίτσι μου

Το ότι κλαίω συχνά σε ταινίες είναι γνωστό. Αρκεί μία σκηνή για να με κάνει να πλαντάξω στο κλάμμα. Οι ήρωες του Toy Story που ενώνουν τα χέρια μπροστά στον φαινομενικά επικείμενο θάνατο, το τσουνάμι που έρχεται να χωρίσει μια οικογένεια στο The Impossible, ο Τσόου Μο-Γουάν στην Ερωτική Επιθυμία που φωνάζει το μυστικό του σε μία πέτρα, η σκηνή στον σταθμό στο Fruitvale Station. Το κλάμμα που έχω ρίξει όμως στο Κορίτσι Μου (My Girl) δεν το έχω ρίξει πουθενά αλλού.

Η ταινία είναι του 1991, αλλά εγώ θα την είδα μερικά χρόνια αργότερα στην τηλεόραση. Είναι η ιστορία της Βάντα, της οποίας η μητέρα έχει πεθάνει. Η Βάντα κάνει παρέα με τον Τόμας (Μακάλεϊ Κάλκιν) ένα αγόρι «αλλεργικό στα πάντα». Σε γενικές γραμμές η ταινία μου είχε φανεί μάλλον αδιάφορη. Στη σκηνή, όμως, που η Βάντα μαθαίνει ότι τον Τόμας τσίμπησαν μέλισσες και πέθανε άρχισε το δάκρυ να κυλά βροχή. Έκλαιγα με λυγμούς: το πρόσωπό μου είχε κοκκινίσει, η αδελφή μου δεν μπορούσε να καταλάβει την αιτία των δακρύων μου («καλά πώς κάνεις έτσι;» μου είχε πει) και εγώ δεν μπορούσα ούτε να σταματήσω, ούτε να αναπνεύσω. Χρειάστηκε μισή ώρα για να έρθω στα συγκαλά μου. Ακόμα και σήμερα δεν ξέρω τι είναι αυτό που με συγκίνησε: ο άδικος θάνατος, το ότι δεν το περίμενα, ή το γεγονός ότι την είδα σε μία εποχή που δεν είχα πολλούς φίλους –οπότε το θέμα της φιλίας που χάνεται ήταν μάλλον υπερβολικά «κοντινό» μου. Όπως και να ’χει, νομίζω ότι ποτέ δεν θα ξανακλάψω τόσο, όσο με τη σκηνή που η Βάντα κατεβαίνει τα σκαλιά του σπιτιού της και ακούει τα τραγικά νέα…

Tyler

Η θάλασσα μέσα μου

Aπό τις ταινίες που όσες φορές και να δω είμαι σίγουρη ότι θα κλάψω. Την είδα πρώτη φορά το 2004, όταν πρωτοβγήκε στους κινηματογράφους. Όλοι όσοι βρεθήκαμε σε εκείνη την κινηματογραφική αίθουσα στην Καλλιθέα, βγήκαμε με βλέμμα θολό και χαρτομάντιλα στο χέρι. 

Κανείς δεν σχολίαζε τίποτα. Σαν να δούλευε ακόμα μέσα μας η ταινία. Είναι από αυτά τα έργα που τα σκέφτεσαι ώρες μετά για να καταλήξεις αν συμφωνείς ή όχι με την εξέλιξή του. Και αυτό ακριβώς επιδιώκει να κάνει η ταινία. Να αφήσει στον θεατή την τελευταία λέξη, να τον αφήσει να κρίνει αν η απόφαση που πήρε ο πρωταγωνιστής είναι η σωστή. «Η θάλασσα μέσα μου» αγγίζει το πολύ λεπτό θέμα της ευθανασίας. Είναι η αληθινή ιστορία του Ισπανού συγγραφέα, Ραμόν Σαμπέδρο, ο οποίος κλινήρης επί 30 χρόνια, ύστερα από ένα ατύχημα που είχε στη θάλασσα, διεκδίκησε νομικά το δικαίωμα στην ευθανασία. Ρεσιτάλ ερμηνείας από τον Χαβιέρ Μπαρδέμ και πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Ο Αλεχάνδρο Αμενάμπαρ κατάφερε να δημιουργήσει έναν κατακλυσμό συναισθημάτων που κάνει ακόμη και τον πιο σκληρό θεατή να λυγίσει από τη συγκίνηση. Την ταινία την ξαναείδα πρόσφατα. Ίδιες σκέψεις, ίδια ερωτηματικά, ίδια συγκίνηση και πολλά χαρτομάντιλα δίπλα μου.

Oldboy

Philadelphia

Πάντα θυμάσαι την πρώτη φορά, εκείνη την στιγμή που κάτι σου συμβαίνει, που κάτι νέο μαθαίνεις για τον εαυτό σου. Πριν 20 χρόνια (1993) ήμουν πρωτοετής φοιτητής στην Πάτρα. Είχα μπει στην σχολή της επιλογής μου, μόνος σε δικό μου σπίτι, σε ξένη φοιτητούπολη, με ολοκαίνουργιο υπολογιστή 486. Ειλικρινά νόμιζα ότι ήμουν ακατανίκητος. Μέχρι τότε οι επισκέψεις μου στο σινεμά περιοριζόντουσαν σε ταινίες του τύπου Blood Sport, Rocky VI, Cyborg etc, δράση, ξύλο, hitech.

Έλα όμως που στην παρέα με την οποία ξενύχταγα στο πρώτο έτος (δεν άνοιξα βιβλίο τους 5 πρώτους μήνες) υπήρχαν αρκετοί σινεφίλ. Οπότε τους ακολούθησα στην πρώτη avant premier του Philadelphia στο Πάνθεον. Δράμα μου είπαν ότι ήταν, ένιωθα ήσυχος.

Καθώς ξετυλιγόταν η ιστορία κατάλαβα ότι πρόκειται για δράμα που χειριζόταν ένα θέμα ταμπού για εκείνη την εποχή, ταινία πρωτοποριακή, άκρως καυστική και συναισθηματική. Είχε και εκείνο το τρομερό τραγούδι του Bruce Springsteen “The Streets of Philadelphia” οπότε ούτε λίγο ούτε πολύ στο σημείο που αποχαιρετούσε ο Tom Hanks τον σύντροφο του Antonio Banderas έκλαιγα λες και ήμουν κοριτσάκι. Στο τέλος της ταινίας είχα καταλάβει ότι είμαι πολύ πιο open-minded και συναισθηματικός από ότι νόμιζα. Καθώς με κορόιδευαν οι φίλοι μου, σκεφτόμουν μια φράση που συνήθιζε να μου λέει ο Γερμανός παιδίατρος μου όταν ήμουν μικρός.

«Ντίμι μην ντρέπεσαι να κλαις, στην αρχαία Ελλάδα ακόμα και οι ήρωες επιτρεπόταν να κλάψουν».

Trinity

Οι γέφυρες του Μάντισον

Φθινόπωρο 1995.

Κινηματογράφος «Μετροπόλιταν» στην Δάφνη.

Εγώ στα 16 παρέα με μια φίλη στα 28.

Το σινεμά είναι γεμάτο από γυναίκες όλων των ηλικιών που συνοδεύονται σε πολλές περιπτώσεις από τα ταίρια τους (έχει σημασία αυτό για την συνέχεια).

Βρίσκουμε θέση πολύ πιο μπροστά από όσο θα θέλαμε, βλέπεις τότε οι θέσεις δεν ήταν αριθμημένες…

Δεν θυμάμαι πως αποφάσισα να δω αυτή την ταινία τότε. Θέλω να πω, μου άρεσε το σινεμά αλλά δεν ήμουν και στη φάση που δεν έχανα ταινία… Κι επίσης, τότε δεν είχα συνείδηση του τι σημαίνει Meryl Streep!

Η ταινία εξελίσσεται σιγά σιγά, είναι συγκινητική (βοηθάει πολύ η ατμόσφαιρα που αποπνέει) αλλά σταδιακά τα υγρά μάτια και το βούρκωμα γίνονται δάκρυα… Που τρέχουν ακατάπαυστα, από εκείνα που δεν θες να σταματήσεις. Κάποια στιγμή γυρνάω να ζητήσω χαρτομάντηλο από την φίλη μου και την βλέπω στην ίδια κατάσταση… Για λίγο μας πιάνει εκείνο το σπαστικό νευρικό γέλιο, αλλά γρήγορα επανερχόμαστε στο …κλάμα. Κάποια στιγμή η ταινία φτάνει στο τέλος της. Η φίλη μου μου λέει «μην βιάζεσαι να σηκωθείς και δουν όλοι ότι είμαστε με μάτια κλαμένα», ρίχνω μια κλεφτή ματιά προς τα πίσω και αυτό που αντικρίζω θα το θυμάμαι πάντα!!! Όλος ο κόσμος είναι με τα χαρτομάντηλα στη μύτη, τα μάτια κόκκινα και οι άντρες σε κατάσταση πανικού προσπαθούν να συνεφέρουν τις γυναίκες τους… «Σήκω» της λέω, «δεν είμαστε οι μόνες», και κάπου εκεί μας ξαναπιάνει αυτό το σπαστικό νευρικό γέλιο…

Ακόμα και σήμερα, θυμάμαι πεντακάθαρα τη μάνα μου να αναρωτιέται τι μπορούσα να βρω ενδιαφέρον σε μια ταινία με ηλικιωμένους, εγώ το πιτσιρίκι…

Ε, δεν το μετάνιωσα ποτέ και δεν το ξέχασα ποτέ!

Σημειωτέον, την ταινία δεν την έχω ξαναδεί από τότε…

Ε.Τ. ο εξωγήινος

Τέλος Εποχής

Ξέρω ότι όλοι όσοι με ξέρετε περιμένετε να σας γράψω για το ‘Χάτσικο’, ταινία για την οποία έχω ρίξει καντάρια κλάματος. Θα κάνω όμως τη διαφορά και θα σας διηγηθώ μια ιστορία πολύ παλιότερη. Έφηβος τότε είχαμε κανονίσει να πάμε να δούμε όλη η παλιοπαρέα μια ελληνική ταινία που έκανε πάταγο, το Τέλος Εποχής. Ήταν τότε το σίριαλ ‘Λόγω Τιμής’ στα φόρτε του και η ανερχόμενη νέα γενιά Ελλήνων ηθοποιών διεκδικούσαν κι αυτοί το μερίδιο της προσοχής μας και η νεολαία τους το ανταπέδιδε απλόχερα. Πρέπει να ήταν από τις πρώτες φορές που πήγαινα μόνος σινεμά, χωρίς γονείς. Θυμάμαι το πόσο διαφορετική μου είχε φανεί η ταινία από τις ελληνικές που είχα δει ως τότε και το πόσο περήφανος είχα νιώσει για το στιλ της, το πρωτότυπο μοίρασμα της σε ασπρόμαυρο και έγχρωμο, τις καλές ερμηνείες και την καταπληκτική μουσική της. Ήταν η ταινία που με μύησε στους Froggs και το Wild Thing. Μετά από ένα σκαλωτό αφηγηματικό κρεσέντο και flash-back φτάνουμε στο σήμερα έξω από την είσοδο της συναυλίας των Froggs. Ο συμπρωταγωνιστής είναι στην ουρά και βγάζει δυο εισιτήρια. Σχεδόν άμεσα καταλαβαίνουμε ότι ο πρωταγωνιστής έχει πεθάνει και ο φίλος του αγόρασε και για αυτόν ένα εισιτήριο για τη συναυλία του αγαπημένου του συγκροτήματος. Το κλείσιμο ήταν αρκετά συγκινητικό και ωραία δοσμένο και ασυναίσθητα βούρκωσα. Το κακό με τα σινεμά τότε είναι ότι με το που έπεφταν οι τίτλοι τέλους άνοιγαν διάπλατα τα φώτα και εμείς είχαμε και μερικά κορίτσια στην παρέα κι ιδίως μια κοπέλα που με ενδιέφερε. Αυτή γύρισε και με κοίταξε και με ρώτησε αν ‘τα έμπηξα’. Απάντησα ότι κάτι είχε μπει στο μάτι μου και μετά ότι είχα χασμουρηθεί. Μέχρι σήμερα δεν της έχω παραδεχθεί ότι είχα συγκινηθεί.

Gimli

Η αδερφή μου και εγώ

Όταν θέλεις να δεις μια ταινία που να έχει κλάμα, ζήτα μου να σου προτείνω. Έχω κάνει διατριβή στο θέμα κλάμα. Τώρα όμως θα σου πω ποια ήταν εκείνη η ταινία που με έκανε να κλάψω με μαύρο δάκρυ. Η δακρύβρεχτη ιστορία –που βασίζεται σε ομώνυμο βιβλίο- μιας οικογένειας που το μεγαλύτερο της παιδί πάσχει από λευχαιμία και προκειμένου να σωθεί η μητέρα γεννά ένα «παιδί του σωλήνα» είναι από μόνη της έντονη συναισθηματικά, σωστά. Η τεχνική των φλαςμπακ που χρησιμοποίησε έξυπνα ο σκηνοθέτης για να αποκαλύψει το γολγοθά της οικογένειας είχε στόχο τη συναισθηματική φόρτιση του θεατή (και μάλιστα το πέτυχε). Όπως καταλαβαίνεις, ο θάνατος του άρρωστου κοριτσιού ήταν αναμενόμενος. Μάλλον, όμως, δεν είχα προετοιμαστεί και πολύ καλά και …με πήραν τα ζουμιά. Να σκεφτείς, η Cameron Diaz δεν έκλαιγε τόσο πολύ που, στο κάτω-κάτω, ήταν η μάνα! Μάρθα Βούρτση η Audrey! Το σκηνικό που επικρατούσε το φαντάζεσαι λίγο-πολύ: χαρτομάντιλα παντού και να λέω «μα γιατί; Είναι πολύ άδικο» και άλλα τέτοια εύθυμα. Το ζούσα όπως αντιλαμβάνεσαι. Μη βιαστείς όμως να μας κοροϊδέψεις εσύ ο «σκληρός» που μας διαβάζεις αυτή τη στιγμή. Δες τις ταινίες μας και περιμένουμε απόψεις.

Holly

Αόρατος Εραστής

Οι άντρες δεν κλαίνε; Ε, καλά τώρα…

Μπορεί στις μέρες μας η θεωρία περί του ισχυρού φύλου και του αδύναμου να μοιάζει ανεδαφική, υπάρχουν ωστόσο κάποια στερεότυπα, που αντέχουν στο χρόνο. Ένα από αυτά είναι πως οι άντρες δεν κλαίνε -τουλάχιστον, όχι στα φανερά…

Καταρρίπτοντας λοιπόν αυτό το μύθο και παρά το φόβο να κατηγορηθώ από τη λοιπή αρσενική αγέλη ότι προδίδω την «ομερτά», ομολογώ, δίχως φόβο και πάθος, ότι το δάκρυ πήγε κορόμηλο -και πάει ακόμα, κάθε φορά που την βλέπω- στην ταινία «Αόρατος Εραστής» (1990).

Θες που πήγε το παλικάρι (Πάτρικ Σουέιζ) σαν το σκυλί στο αμπέλι; Θες που η Ντέμι Μουρ ήταν ένα με τα… χαρτομάντιλα σε όλο το φιλμ; Θες το χαμένο ρομάντζο, το αξέχαστο «Unchained Melody» και η σκηνή λίγο πριν το τέλος, όπου ο νεκρός πρωταγωνιστής μπαίνει στο σώμα του μέντιουμ Γούπι Γκόλντμπεργκ (Ότα Μέι Μπράουν στην ταινία), για να αγγίξει και να φιλήσει την αγαπημένη του για τελευταία φορά; Ε, δεν ήθελε και πολύ η ευαίσθητη καρδιά του Σέρπικο να ραγίσει…

ΥΓ: Και αν τα δάκρυα στο «Ghost» είναι το… ένοχο μυστικό μου, που μόλις ήρθε στο φως, εκεί που έκλαψα… ανερυθρίαστα, ήταν στο «Η Ζωή είναι Ωραία» του Ρομπέρτο Μπενίνι (1997). Όσοι έχουν δει την ταινία, δεν νομίζω πώς θα αναρωτηθούν το «γιατί». Αρκεί μόνο να ανατρέξουν νοερά στη σκηνή που ο πατέρας θυσιάζεται για το γιο του. Ένα ολόκληρο, κατάμεστο «Ααβόρα» θυμάμαι να κλαίει…

Frank Serpico

Οι Ώρες

Η ταινία του Stephen Daldry, βασισμένη στ’ ομότιτλο βιβλίο του M.Cunningham, διαπλέκει αξέχαστα μια διάσημη (και βασανιζόμενη απ’ την ψυχασθένεια) συγγραφέα -τη Βιρτζίνια Γούλφ-, τον βασικό χαρακτήρα του βιβλίου της (την Κλαρίσα Ντάλογουεη), και μία αναγνώστρια της μυθιστορηματικής μοίρας των ηρώων της( τη Λώρα Μπράουν). Πάντα κλάμμα διαρκείας, και το ίδιο σφίξιμο στο λαιμό. 3 σκηνές-σφάχτες με στοιχειώνουν:

* Η αυτοκτονία της Γούλφ στο ποτάμι κοντά στο σπίτι της, τον Μάρτιο του 1941. Voice over η τελευταία επιστολή της προς το σύζυγό της Λέοναρντ, εκείνο το σπαρακτικό “ακριβέ μου”, που ξεκινάει το γράμμα της και μιά απ’ τις συγκλονιστικότερες σκηνές που ‘χω δει. ΕΞΟΧΗ η Nicole Kidman, πανάξιος και γλυκύτατος ο Stephen Dillaine ως Λέοναρντ Γούλφ.

* Σιδηροδρομικός σταθμός του Ρίτσμοντ, εντονότατη λογομαχία μεταξύ Λέοναρντ-Βιρτζίνια. Το ξέσπασμα αυτοπροσδιορισμού της λόγω της αφόρητα ήσυχης πόλης ,και του ιατρικού πατερναλισμού… Το ηττημένο, δακρυσμένο βλέμμα του Λέοναρντ. Και το πλάνο ανείπωτης τρυφερότητας, με τη Βιρτζίνια να του λέει τελικά: “Έλα, σήκω. Πάμε σπίτι μας”. Η απέραντη αγάπη που αντέχει και μακροθυμεί.

* Οικία των Γούλφ, άφιξη της θορυβώδους αδελφής της Βιρτζίνια, Βανέσσα, μετά των 3 διαολόπαιδών της. Η Γούλφ με το ένα πόδι εκεί, και τ’ άλλο στον κόσμο της, παρατηρεί αυτή την έκρηξη ζωής, με περιέργεια επιστήμονα. Η αξέχαστη σκηνή του αποχαιρετισμού των δύο αδελφών: η Βιρτζίνια στέκεται στην κάσα της πόρτας, με τα χέρια στις τσέπες ενός φρικτού εμπριμέ φορέματος: η διάνοια ντυμένη την πνιγηρή καθημερινότητα. Κοιτάζει τη “Νέσι” που ξεμακραίνει. Ναι, πάλι μόνη θα μείνει, με τους δαίμονές της που δε σκοτώνονται απ’ την πένα της, αλλά δαγκώνουν τη σάρκα της μέχρι να μη μείνει τίποτα. “Ω, Νέσι…” ψελλίζει δακρυσμένη και τόσο απερίγραπτα μόνη.

Frances

Ps: I love you (Υστερόγραφο: σ’ αγαπώ –volume 2)

To «Ps I love you» είναι η πρώτη που μου’ρθε στο νου, στο κάλεσμα από τους cinepivates για την ταινία που με έκανε να κλάψω. Εγώ πάλι δεν ντρέπομαι για οτιδήποτε και να μου χει προκαλέσει κλάμα ή λυγμούς, ή δάκρυα στα μάτια, μιας και το γιατί ένα θέαμα μας διακινεί συναισθηματικά είναι μάλλον μεγάλη ιστορία και αντικείμενο της επιστήμης και όχι του παρόντος θέματος.

Το «Ps I love you» είναι η ιστορία μιας ξαφνικής απώλειας, ενός θανάτου, της πιο περίεργης διεργασίας πένθους που χω δει. Ο πρωταγωνιστής (Gerard Butler) πεθαίνει λίγα χρόνια μετά τον γάμο του από έναν καλπάζοντα καρκίνο. Η σύζυγος (Hilary Swank) χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της. Aν και γύρω της έχει την οικογένειά της και τους φίλους της, το τραύμα είναι τέτοιο που δεν μπορεί να είναι καθόλου λειτουργική. Μέχρι, που αρχίζουν να φτάνουν γράμματα από τον νεκρό της σύζυγο. Ένα κάθε μήνα. Της μιλάει σε κασέτες, της ζητάει να κάνει πράγματα για κείνον και για τον εαυτό της. Με αυτό τον περίεργο τρόπο, ξαναείναι μαζί της, κοντά της και κάνουν πράγματα, ας πουμε μαζί.

Η ταινία με ταξίδεψε από την Αμερική στην υπέροχη Ιρλανδία, είναι γεμάτη με χρώματα, συναισθήματα, αναμνήσεις ανθρώπους. Ταινίες που είναι ταξιδιάρικες, που μου δείχνουν νέους τόπους, που μιλούν για ιδιαίτερους δεσμούς, για ξαφνικές απώλειες, με διακινούν έντονα. Κάπου εκεί μέσα, στα πλάνα, είμαι και γω, και νοερά αφήνω τα καθημερινά και ταξιδεύω αφήνοντας την ρουτίνα με πτήση στο άγνωστο.

Το ταξίδι της ζωής; Δεν ξέρω αλλά πιάνω συχνά πυκνά τον εαυτό μου να θέλω να βγάλω ένα one way ticket και να πετάξω στο νέο, που θα μου δώσει το έναυσμα γι αυτό που κάπου βαθιά ζητά να βγει στην επιφάνεια.

Dennis 

Χορεύοντας Στο Σκοτάδι

Το απόλυτο μαύρο. Έτσι ξεκινάει η ταινία. Και αυτό αντιπροσωπεύει. Σύντομα ο θεατής καταλαβαίνει ότι τίποτα σ’αυτήν την ταινία δε θα καλυτερεύσει. Είναι μια πορεία προς το μαύρο. Το σκοτάδι. Τι κι αν η πορεία αυτή διανθίζεται με εντυπωσιακές χορογραφίες και με μουσικές που γεννά η φαντασία της πρωταγωνίστριας; Η Σέλμα είναι μετανάστρια στις ΗΠΑ. Είναι και εργάτρια. Είναι και μάνα. Έχει και μια εκφυλιστική πάθηση στα μάτια. Την κληροδότησε και στο γιο της. Μαζεύει λεφτά για να του κάνει εγχείρηση. Κι όταν τα χάνει, χάνει κάθε αυτοσυγκράτηση. Το παιδί της πάνω απ’όλα. Ναι, είναι μια ιστορία μελό. Δράμα για το δράμα. Στα χέρια όμως του Λαρς φον Τρίερ γίνεται ένα μεγάλο αντι-μιούζικαλ. Χρησιμοποιώντας την πολύτιμη φωνή, το μουσικό ταλέντο και, όπως αποδείχτηκε, τις υποκριτικές ικανότητες της Μπιορκ, έφτιαξε μια ταινία για πολλά, πάρα πολλά δάκρυα. Δάκρυα όταν οδηγείται στο φόνο. Δάκρυα όταν ψάχνει ήχους μες στο κελί της για να πλάσει μουσική να της κρατά συντροφιά. Δάκρυα στη σπαραχτική της έκκληση λίγο πριν το τέλος. Και πάνω απ’όλα, δάκρυα για τα τραγούδια. Απ’αυτά τα δάκρυα που βγαίνουν όταν συνειδητοποιείς ότι παρακολουθείς μια εξαιρετική δημιουργία. Με λυγμούς έκλαιγα όταν την είχα δει στο σινεμά. Δίπλα μου ένας συμφοιτητής μου. Δεν ντράπηκα καθόλου.

Trelkovsky

cinepivates

Συντακτική ομάδα

2 σκέψεις σχετικά με το “Κινηματογραφικές εμπειρίες: Ποιες ταινίες μας έκαναν να κλάψουμε;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *