Βότκα-μαρτίνι
Από πού κι ως πού, ο γοητευτικότατος Τζόναθαν Πάϊν, υπεύθυνος νυχτερινής βάρδιας στο ξενοδοχείο ΝΕΦΕΡΤΙΤΗ του Καϊρου, έμπλεξε με παράνομο εμπόριο όπλων, και τις Μυστικές Υπηρεσίες Ηνωμένου Βασιλείου και Η.Π.Α;
Την απάντηση σ’ αυτό το εκ πρώτης όψεως εύλογο ερώτημα, δίνει με τον καλύτερο τρόπο η εκπληκτική μίνι σειρά (6 επεισοδίων) της Susanne Bier THE NIGHT MANAGER , τηλεοπτική μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος του John le Carre, το οποίο εκδόθηκε το 1993.
Ο Τζόναθαν Πάϊν, Βρετανός, πρώην στρατιώτης με 2ετή θητεία στο Ιράκ και νυν δ/ντής ξενοδοχείου, στρατολογείται απ΄την πρώην δικηγόρο του Δημοσίου και νυν υπάλληλο-πράκτορα της Διεθνούς Υπηρεσίας Επιβολής του Νόμου μ’έδρα το Λονδίνο, προκειμένου να διεισδύσει στον κύκλο του πλέον επικίνδυνου ανθρώπου στον κόσμο, του μεγιστάνα-εμπόρου χημικών όπλων και φιλάνθρωπου Ρίτσαρντ Ρόπερ, ώστε ν’ αποκαλυφθούν οι παρανομίες του και να συλληφθεί. Η σειρά αποτελεί ένα έξοχο δείγμα «Τζεημσμποντικής» δουλειάς , χωρίς να έχει σχέση με τον θρυλικό πράκτορα,ούτε κατ’ όνομα ούτε κατά περιεχόμενο, κι εκεί ακριβώς βρίσκεται το πολύ ενδιαφέρον— στο ότι μας προσφέρει μιά εντυπωσιακότατη, άκρως κοσμοπολίτικη και σαγηνευτική ιστορία που διαποτίζεται σε κάθε πλάνο της απ΄τις ταινίες του 007, αλλά που δεν είναι τέτοια.
Τα γυρίσματα σε Ισπανία, Τουρκία, Ηνωμ.Βασίλειο, Ελβετία, Μαρόκο κι Αίγυπτο, εξασφαλίζουν τον κοσμοπολίτικο αέρα της σειράς, και οι φοβερές ερμηνείες του καστ την κάνουν αξέχαστη. Ο Tom Hiddleston στον πρωταγωνιστικό ρόλο του ωραίου Πάϊν, είναι ένας εξαίρετος μη- Bond, Bond : γοητευτικός, καταμάχητα αβρός, με εξαίσια αγγλική προφορά και φωνή, απέχει και απ’ την ερμηνεία-λεπίδι του D.Graig, και απ΄τον κυνισμό παλιάς καραβάνας του P.Brosnan ( έχουν υποδυθεί το ρόλο του θρυλικού πράκτορα αμφότεροι), εν ολίγοις θέτει σοβαρή υποψηφιότητα να είναι ο επόμενος 007.
Το άκρως ιντριγκαδόρικο στην περίπτωση του Πάϊν είναι πως ΔΕΝ είναι μυστικός πράκτορας κατ’ επάγγελμα. γίνεται τέτοιος από μία διαβολική (ή μήπως θεϊκή ; ) σύμπτωση της πορείας του μ’αυτήν της Άντζελα Μπαρ η οποία επί 10 χρόνια καταδιώκει το κάθαρμα Ρόπερ. Η Olivia Colman είναι απολαυστικότατη στο ρόλο της επίμονης πρώην δικηγόρου του Δημοσίου και νυν πράκτορα Μπαρ, σε προχωρημένη εγκυμοσύνη μεν, κάτι που δεν την πτοεί δε, ούτε ανακόπτει τη λύσσα της να συλλάβει τον Ρόπερ ( θεωρώ αξιέπαινο σεναριακά, το ότι ο χαρακτήρας που υποδύεται τόσο ωραία η Colman, ενώ στο βιβλίο είναι ανδρικός, στη σειρά έγινε γυναικείος και έγκυος).
Η ευσυνείδητη, επίμονη Άντζελα, με την εκνευριστική τσιριχτή φωνή, μοιάζει σαν το alter–ego του Κόρκοραν, του κοντοπίθαρου, καχύποπτου σαν πιστό μπουλντόγκ και ομοφυλόφιλου, πρωτοπαλίκαρου του αδίστακτου Ρόπερ, τον οποίο υποδύεται απολαυστικά ο Tom Hollander. Και η Μπαρ, και ο Κόρκοραν/Κόρκι, είναι ας πούμε στο περιθώριο του «μεγάλου παιχνιδιού», παρατηρητικοί και σκληρά καρύδια αμφότεροι, με μάλλον αδιάφορη εμφάνιση, φαίνονται ελαφρώς γελοίοι δίπλα στους πανέμορφους Πάϊν και Τζεντ. Σα να βλέπεις δύο λευκούς κύκνους να κάνουν παρέα με μαϊμούδες.
Η Μπαρ υπηρετεί με ζέση τη νομιμότητα, ενώ ο Κόρκι με την ίδια ζέση, την παρανομία. Παρόλο που επιδεικνύουν αμφότεροι αφοσίωση σ’ αυτό που κάνουν, οι προϊστάμενοί τους δεν διστάζουν να τους θυσιάσουν, θεωρώντας τους αναλώσιμους ή ακόμη κι ενοχλητικούς.
Ο Κόρκοραν, το δεξί χέρι του Ρόπερ, ανησυχεί τα μάλα με την εμφάνιση του ωραίου και τόσο γοητευτικού Πάϊν/Κουίνς/Μπερτζ, και διαισθάνεται πως πολύ σύντομα θα πάρει τη θέση του, όπως και γίνεται. Στην καταπληκτική σκηνή στο εστιατόριο, ο Hollander δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, ενσαρκώνοντας έναν Κόρκοραν πικρόχολο και αφόρητα ζηλιάρη, όχι μόνο επειδή ο Μπερτζ του έφαγε τη θέση δίπλα στο «Αφεντικό», αλλά κι επειδή συνειδητοποιεί μ’ απελπισία ότι αυτό το λαχταριστό αγόρι δε θα γίνει ποτέ δικό του. το πρόλαβε η πανέμορφη και νεότατη (πιό νέα απ΄τον Ρόπερ σίγουρα) Τζεντ Μάρσαλ.
Η Elizabeth Debicki είναι χάρμα οφθαλμών, και απ΄τους βασικούς πόλους έλξης σ’αυτή τη σειρά με τη μοναδική ατμόσφαιρα. Μιά φίνα, υπέρκομψη ελαφίνα (αξιοζήλευτη η γκαρνταρόμπα της απ΄την Signe Sejlund), πόρνη πολυτελείας, πρώην ναρκομανής η Τζεντ. Έχει ταιριάξει υπέροχα η Debicki με τον Hiddleston– ίδιο μπόϊ, ίδια χρώματα- «το ταίριασμα της χάρης και της κομψότητας», όπως παρατηρεί ειρωνικά ο χολωμένος Κόρκοραν.
Αλλά το Αφεντικό κάνει ό,τι γουστάρει και δε δίνει σε κανέναν αναφορά, ο Hugh Laurie είναι πειστικότατος, τρομακτικός σχεδόν, στο ρόλο του επικίνδυνου μεγιστάνα. « Το ναπάλμ είναι υπέροχο το βράδυ» λέει, και σκορπίζει ανατριχίλες με τον αηδιαστικό καιροσκοπισμό του. Πολύ καλοί είναι και οι υπόλοιποι ηθοποιοί, ο Tobias Menzies υποδυόμενος τον επικεφαλής της ΜΙ6, ο Douglas Hedge επίσης, προϊστάμενος της ‘Αντζελα ( «σφιχτοκώλης που θέλει να κάνει όνομα» κατά τον Ρόπερ). Πολύ καλός επίσης είναι και ο David Harewood (γνωστός απ΄το Homeland ).
Αυτό που εκ πρώτης όψεως φαντάζει ακατανόητο και ξεκάρφωτο (η εμπλοκή ενός χαμηλότονου και εν πολλοίς άσχετου με το χώρο των Μυστικών Υπηρεσιών και του εγκλήματος ανθρώπου, σ’αυτή τη δίνη των όπλων μαζικής καταστροφής, διαφθοράς κρατ.αξιωματούχων και ζείν επικινδύνως) αποτελεί τελικά το βασικό συστατικό της γοητείας αυτής της σειράς : φαίνεται πως υποκρύπτεται η ιδέα ότι οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει μυστικός πράκτορας, αρκεί να έχει τη θέληση και το κίνητρο για να το κάνει— ο ωραίος Πάϊν είχε και τα δύο. Η εξαιρετική μουσική του Victor Reyes καθώς και οι εντυπωσιακοί τίτλοι έναρξης «μυρίζουν» Bond αλλά είναι ακόμα καλύτεροι. Η Brier μας πρόσφερε ένα άκρως απολαυστικό δείγμα δημιουργικής αφομοίωσης των ταινιών του είδους, το καστ αξέχαστες ερμηνείες και ιδίως ο Tom Hiddleston την ελπίδα πως το αρχέτυπο του ανθρώπου, ασχέτως φύλου, που ρίχνεται στον κίνδυνο επειδή πρόκειται για πρώτης τάξεως ψυχοτρόπο, δεν θ’ ατονήσει ποτέ—αρκεί να συνοδεύεται απ’ το σωστό δέλεαρ : πολυτέλεια και γοητευτικά πλάσματα να του περιποιούνται τις πληγές.
Η σειρά ανοίγει και κλείνει στην ίδια τοποθεσία : το ξενοδοχείο ΝΕΦΕΡΤΙΤΗ του Καϊρου (δεν υπάρχει τέτοιο ξενοδοχείο, χρησιμοποιήθηκε το El Saadi Resort ) με τον ακαταμάχητοτ Πάϊν να στέκεται μπροστά στην είσοδο σαν κυρίαρχος του χώρου.
Το Καλό δικαιώνεται, το κάθαρμα συλλαμβάνεται , κι ο ωραίος μη-πράκτορας σώζει το τομάρι του, παίρνει και το κορίτσι. Η σειρά της Bier αποτελεί μία εξαιρετική διαμάχη μεταξύ καλών (πρακτόρων) και κακών (επιχειρηματιών που πουλάνε θάνατο) με τη διαχωριστική γραμμή να θολώνει σε ανησυχητικό βαθμό. όχι μόνο επειδή ο καλός της ιστορίας, συχνά για να παραπλανήσει τους εχθρούς του φοράει την προβειά του κακού, αλλά κυρίως επειδή βουτάει τον απλό και άσχετο άνθρωπο και τον ρίχνει στα βαθιά νερά της διεθνούς εγκληματικής δραστηριότητας με όλα τα συμπαρομαρτούντα : πλούσια ζωή και ωραίες γυναίκες. Ο Hiddleston μας χαρίζει έναν απολαυστικό πράκτορα από σπόντα.
Το αν αυτή η εξωφρενική ιστορία πετυχαίνει το make believe , λίγη σημασία έχει εν προκειμένω. η γοητεία της σειράς είναι τέτοια που εξισορροπεί αυτή τη λεπτομέρεια. Εδώ ο σαγηνευτικός κύριος Πάϊν/Μπερτζ παραπλάνησε ολόκληρο Ρόπερ, το θεατή δε θα πείσει;