ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

Η ταινία «Digger» του Τζώρτζη Γρηγοράκη στο 33o Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου

Για όσους δεν πρόλαβαν την sold out πρεμιέρα του στο online Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το «Digger» θα είναι δωρεάν διαθέσιμο προς προβολή στην πλατφόρμα του 33ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου την Παρασκευή 27/11 και για 24 ώρες. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη, ο οποίος έχει ήδη τραβήξει τα βλέμματα στο παρελθόν με τις μικρού μήκους ταινίες, κάποιες εκ των οποίων είναι οι «45 Βαθμοί», «Και γω για μένα» και «Revolving».

Στο φιλμ παρακολουθούμε τον Νικήτα (Βαγγέλης Μουρίκης), έναν ιδιαίτερο άνθρωπο της ελληνικής υπαίθρου ο οποίος παλεύει καθημερινά να σώσει το κτήμα του και το δάσος που τόσο αγαπά από την επιθετική βιομηχανοποίηση που μοιάζει άτρωτη. Την ζωή του έρχεται να ταράξει ακόμη περισσότερο η απροειδοποίητη εμφάνιση του γιού του (Αργύρης Πανταζάρας), με την απαίτηση να πουληθεί το κτήμα και να εισπράξει το μερίδιο που του αναλογεί από την περιουσία, βάσει της διαθήκης της μητέρας του. Η μεταξύ τους κόντρα αποτελεί την βάση στην οποία ο έλληνας δημιουργός δομεί τις θεματικές του.

Η μοναχικότητα, η αγάπη του ανθρώπου για τη φύση αλλά και η σύγκρουση μαζί της, η ελληνική ύπαιθρος, η σύγχρονη κοινωνία, η βία, οι προβληματικές σχέσεις και κυρίως η πίστη και η ηθική του ανθρώπου, είναι κάποιοι από τους πυλώνες της κινηματογραφικής αφήγησης του Γρηγοράκη. Η σχέση πατέρα και γιού έχει το κέντρο βάρους και ο σκηνοθέτης την επεξεργάζεται αρκετά πρωτότυπα. Μέσα από την αμοιβαία άρνηση των συναισθημάτων και των ρόλων τους, οι δύο ήρωες σταδιακά ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλον και έτσι ανοίγει ο δρόμος της αποδοχής και της λύτρωσης. Με την σκηνοθεσία του ο Γρηγοράκης καταφέρνει να προσεγγίσει όλα τα παραπάνω οπλισμένος με μια αφηγηματική δεξιότητα που φέρνει την ισορροπία στην κινηματογραφική εξέλιξη, μέσα από διαλόγους ναι μεν απλούς αλλά ιδιαίτερα ποιοτικούς.

Ταυτόχρονα, ο συναισθηματισμός που διακρίνει την ταινία αναπτύσσεται και κλιμακώνεται στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που πάλλεται, βαθιά διχασμένης μεταξύ της διατήρησης της φύσης και της οικονομικής ανάπτυξης. Το αιχμηρό κοινωνικοπολιτικό σχόλιο του σκηνοθέτη είναι ξεκάθαρο και δε μπορούμε να μη σκεφτούμε αυτόματα τις Σκουριές στην Χαλκιδική. Ο Έλληνας σκηνοθέτης καταπιάνεται με μια κωμόπολη της ελληνικής επαρχίας και την εκεί απειλητική επενδυτική πολιτική, αλλά τελικά μιλά παγκόσμια. Με την φρέσκια σκηνοθετική του ματιά καταδεικνύει πώς η παγκοσμιοποίηση, όχι μόνο στην ελληνική αλλά και σε κάθε σύγχρονη κοινωνία, δεν αλλοιώνει μόνο το φυσικό τοπίο αλλά και τους ίδιους τους ανθρώπους.

Η φύση παίζει επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο στη ταινία. Το επιβλητικό και ψυχρό τοπίο κινηματογραφείται με εξαιρετικά πλάνα που εντυπωσιάζουν τον θεατή, ενώ αυτό αλληλεπιδρά με τους ήρωες αντικατοπτρίζοντας τις εσωτερικές τους συναισθηματικές εξάρσεις και αντιμαχίες. Τέλος, σπουδαίο ρόλο στην δυναμική της ταινίας έχει φυσικά το πολύ αξιόλογο καστ, με τους Βαγγέλη Μουρίκη, Αργύρη Πανταζάρα και Σοφία Κόκκαλη να ερμηνεύουν με άριστη φυσικότητα και άνεση, συνθέτοντας αρμονικά στα πρόσωπά τους μια αγριάδα (όπως αυτή του δάσους) με μια πηγαία τρυφερότητα.

Ηρώ Εμμανουήλ

Εθισμένη στην τέχνη του σινεμά με αδυναμία στον παλιό καλό βωβό κινηματογράφο… Mη τρομάζετε όμως, βλέπω και καινούριες ταινίες και ήρθε η ώρα να μοιραστώ μαζί σας τις εντυπώσεις μου για κάθε μία από αυτές… Ευτυχώς, ποτέ δεν είναι αρκετές!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *