Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Ο μπαμπάς μου ο κλόουν

15 TONI ERDMANN

Φανταστείτε να πνίγεστε στη δουλειά, να κοντεύετε να πάθετε έμφραγμα απ’ το άγχος, και ξαφνικά να μπουκάρει στο γραφείο σας ο πατέρας σας, θέλοντας επιμόνως να σας δείξει μία συνταγή για τυρόπιτα με μπεσαμέλ που ψάρεψε σερφάροντας στο διαδίκτυο… Θέλετε να τον καρυδώσετε, έτσι;

Η ταινία της Maren Ade με τίτλο  TONI ERDMANN (και σενάριο δικό της) είναι ας πούμε, μία άκρως πρωτότυπη προσέγγιση της τραγελαφικής φύσης της σχέσης πατέρα-παιδιού (ενήλικου και κόρης εν προκειμένω) περιγραφόμενης χονδρικώς όπως παραπάνω. Η αμφιθυμία που μου προκάλεσε (την λάτρεψα και ταυτόχρονα σιχάθηκα) συμβαδίζει με τις εκ διαμέτρου αντίθετες αξιολογήσεις που άκουσα από φίλους : «ό,τι χειρότερο υπάρχει στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα τα τελευταία 35 χρόνια» είπε ο ένας. «Από τις αν όχι 10, σίγουρα 20 τοπ του 2016 και από τις κορυφαίες του 21ου αιώνα. Period.» είπε ο άλλος. Θεωρώ, πως η Ade μ’αυτήν την παράξενα άβολη, χιουμοριστική (έστω ιδιόμορφα) και υπογείως τρυφερή ταινία, κατόρθωσε να μεταδώσει στον θεατή αυτή την απερίγραπτη αίσθηση οργής, ντροπής, αμφιθυμίας που πολλάκις διαποτίζει τη σχέση γονέα-ενήλικου παιδιού, ιδίως όταν, όπως εδώ, ο γονέας είναι ένας πολύ χύμα τύπος, έξω απ΄τα στεγανά του ρόλου και με μία μόνιμη κλίση προς τη φάρσα που σου σπάει τα νεύρα, και το παιδί του είναι ένας αγχωμένος, εργασιομανής ενήλικας, που ζει  για να δουλεύει και ζει στα διαλείμματα της δουλειάς…

Το πρωταγωνιστικό δίδυμο των Simonischek- Huller είναι εξαίρετο. Πειστικότατοι και οι δύο, υποδύονται απολύτως φυσικά ο μεν τον δάσκαλο μουσικής Γουίνφρεντ,η δε την workaholic κόρη του Ινές, στέλεχος επιχείρησης μ’ έδρα το Βουκουρέστι και επιθυμία σφοδρή να βελτιώσει τη θέση της. Πόσες ταινίες πάνω στη, συχνά δύσκολη, σχέση πατέρα-κόρης έχουμε δει μέσα στα χρόνια; σίγουρα πολλές. Η ταινία της Ade έχει όμως σαφή πρωτοτυπία: ούτε η κόρη (συνήθως ο αποδέκτης της όποιας προβληματικής προσωπικότητας του πατέρα) είναι η μικρή και τριανταφυλλένια που δεινοπαθεί φερειπείν, ούτε το φινάλε της ταινίας είναι το αναμενόμενο.   η πολυπόθητη κάθαρση των συναισθημάτων, εδώ έρχεται πριν το φινάλε και το πολύ έξυπνο έσχατο πλάνο μας αφήνει ν’ αναρωτιόμαστε: έφυγε ή δεν έφυγε; πήγε όντως να κάνει αυτό που είπε ή αποχώρησε με ικανοποίηση γι’ αυτό που πέτυχε;

4 TONI ERDMANN

5 TONI ERDMANN

Η Ινές είναι πρότυπο businesswoman, μία νέα και πολύ ωραία γυναίκα, που ξέρει τι θέλει και στη δουλειά της και στο σεξ ( απερίγραπτη η ερωτική σκηνή, ας το πω έτσι), δεν είναι στα μαχαίρια με τον πατέρα της, απλώς… δεν έχει χρόνο γι’ αυτόν, ίσως κάπου μέσα της τον θεωρεί δεδομένο γι’ αυτό και τον αγνοεί, όπως αγνοούμε το χαλάκι της πόρτας που ποδοπατούμε κάθε μέρα. Η Ινές δεν έχει χρόνο για ενδοσκόπηση κι άλλα τέτοια «αντιπαραγωγικά», σ’ αντίθεση με τον νωθρό πατέρα της που έχει την «πολυτέλεια» να κοιτάζει κάτω απ΄την επιφάνεια, και δη κάτω απ΄την clean και κομψή επιφάνεια της κόρης του.

Ακριβώς οι εξαιρετικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, δίνουν σάρκα και οστά σε δύο αντιστικτικά μοντέλα ανθρώπου: ο χύμα και «ρε δε με παρατάτε με τα πλάνα σας;» και η «δεν προλαβαίνω, να κοιτάξω το πρόγραμμά μου, φτιάξε τα μαλλιά σου παιδί μου, πως είσ’ έτσι;», που τους έλαχε να είναι συγγενείς.

Είπα παραπάνω ότι σιχάθηκα επίσης, την ταινία. Ομολογώ πως μία ελαφριά αηδία με διαπερνούσε καθώς την παρακολουθούσα, οφειλόμενη στην παρουσία του ανοικονόμητου Γουίνφρεντ (ή για να είμαι πιό ακριβής, της περσόνας  που είχε σκαρφιστεί , ονόματι Τόνι Έρντμαν).   ένας ενοχλητικά εξωστρεφής άνθρωπος, άχαρος, άκομψος που εισβάλλει στην τακτοποιημένη ζωή της κόρης του και την κάνει μπάχαλο (κανονικά θα έπρεπε να έχω λυθεί στα γέλια με τα κατορθώματά του, και τις επίμονες προσπάθειες να χαρεί χρόνο με το παιδί του, αλλά φοβάμαι πως το χιούμορ της ταινίας γερμανίζει υπό την έννοια ενός αηδιαστικού, βλακώδους εν τέλει και χαζοχαρούμενου  αστείου που μάλλον αγγίζει περισσότερο τους κεντρο-ευρωπαίους θεατές παρά εμάς τους μεσόγειους που έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε ακόμα (θέλω να πιστεύω) μετατραπεί σε ξενέρωτα και αντισεξουαλικά εργασιακά αυτόματα…

10 TONI ERDMANN

«Η πραγματικότητα της ξεφτισμένης γιαπίλας» απεικονίζεται κατά τον ένα απ΄τους προαναφερόμενους φίλους στην ταινία, και πιστεύω πως η περιγραφή είναι πολύ εύστοχηδεν είναι τυχαίο ότι το πλαίσιο-φόντο της ιστορίας είναι η Ρουμανία (μία Βαλκανική χώρα, η οποία τρέχει να εκμοντερνιστεί με καπιταλιστικούς όρους όπως βλέπουμε), όπως είναι και εντελώς διαφωτιστική η σεκάνς στο νυχτερινό κέντρο με την Ινές και τους συναδέλφους της, και φυσικά η καταπληκτική σεκάνς του γυμνού πάρτι, όπου εκεί παρακολουθούμε μία εντελώς πρωτότυπη αλληγορία για την απελευθέρωση του σύγχρονου ανθρώπου-σκλάβου της εργασίας του, απ΄όλες αυτές τις πανηλίθιες, κρυπτοφασίζουσες και καταπιεστικές απαιτήσεις (βλ. φερειπείν το περιβόητο dress-code). Η Ade θα μπορούσε (και θα ‘πρεπε) πιστεύω να τραβήξει τη σκηνή στ’ άκρα, δεν το έκανε όμως, αγνοώ το λόγο.

Είτε ως μία απ΄τις καλύτερες ταινίες της περσινής χρονιάς, είτε ως μία εμετική μπούρδα (ναι, μου το είπαν και αυτό), η ταινία της Ade εξετάζει την θεμελειώδη για τις υπόλοιπες σχέσεις μας σχέση, αυτή με τον πατέρα μας, χωρίς να παραλείπει και μία ωραιότατη απεικόνιση του σύγχρονου εργασιακού κάτεργου.

13 TONI ERDMANN

14 TONI ERDMANN

 

Κατερίνα Καρά

Την πρώτη ταινία την είδε πριν πολλά χρόνια σε συνοικιακό σινεμά. Τραυματική εμπειρία... Επική η ταινία. Από τότε δηλώνει ανερυθριάστως ότι οι ταινίες (όπως και τα βιβλία) την έχουν πάρει κανονικά στο λαιμό τους. Πιστεύει ότι το σινεμά, όπως και η Τέχνη γενικώς, ΔΕΝ θα πεθάνει ποτέ, επειδή η τρισάθλια πραγματικότητα ειρωνεύεται χοντρά τις προθέσεις και τα όνειρά μας... Άρα κάπως πρέπει να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *