Δύο απόψεις για μία Λιμουζίνα
Gimli: «Ευφιέστατη και ατμοσφαιρική»
Κάποιοι είπαν ότι δεν είναι ταινία για πολλούς. Γιατί ταινίες για πολλούς θεωρούν για παράδειγμα ταινίες όπως το Nymphomaniac! Δεν θα συμφωνήσω. Θεωρώ τη Λιμουζίνα από τα καλύτερα δείγματα τωρινού ελληνικού σινεμά, μακριά από μελοδράματα εποχής όπως η Μικρά Αγγλία ή καλουπωμένη σε ρεύματα «μόδας» weird cinema που πολλοί κάνουν χωρίς καν να το κατανοούν ή να το αισθάνονται.
Μια σουρεάλ σύγχυση στο Παρίσι του τότε και την Ελλάδα του σήμερα, βασισμένη στο «Περιπέτειες στην Ευρώπη» του Ζάχου Παπαζαχαρίου, είναι αν θέλετε η δικιά μας εκδοχή του Μεσάνυχτα στο Παρίσι, του Γούντι Άλεν. Η ταινία αρχίζει σαν μικρά θεατρικά σκετσάκια, μόλις μπείτε όμως στο κλίμα της θα την απολαύσετε κι ίσως σας βάλει να σκεφτείτε κι όλας. Καταπληκτικός πρωταγωνιστής ο Νίκος Κουρής, γεμίζει το πλάνο με άνεση. Ευχάριστη έκπληξη ερμηνεία της Δούκισας Νομικού ως αισθησιακή «Λιμουζίνα» της νουβέλ βάγκ, θα πρέπει να επαναλάβει σίγουρα το τόλμημα της. Ωραίες ερμηνείες και από το υπόλοιπο καστ, Δημήτρης Καταλειφός, Παύλος Χαϊκάλης, Τάκης Σπυριδάκης, Σταμάτης Φασουλής, Δημήτρης Πιατάς, Μάκης Παπαδημητρίου. Επίσης, στη «Λιμουζίνα» παίζει και ο Λευτέρης Βογιατζής στην τελευταία του εμφάνιση πριν από τον θάνατό του.Λογοτέχνες και θεατρικοί συγγραφείς όπως ο Μπέκετ ή ο Μέιλερ, αλλά και απλοί κλεπταποδόχοι θα παραδώσουν μαθήματα ζωής και ενηλικίωσης στον μικρό, αλλά σκεπτόμενο, σύγχρονο Έλληνα.
Η ταινία πρωτοπροβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας, όπου πριν από την προβολή βραβεύτηκε ο σκηνοθέτης για την προσφορά του. Ο Παναγιωτόπουλος που αφιέρωσε την ταινία στους συμμετέχοντες ηθοποιούς, δήλωσε ότι τον τιμά το συγκεκριμένο βραβείο μιας που την Αθήνα την έχει χιλιοκινηματογραφήσει. Εν συγκρίσει με άλλους που απαξιώνουν την πόλη δήλωσε αιώνια ερωτευμένος μαζί της. Φυσικά, αναφέρθηκε στη δήλωση του που δημιούργησε εντάσεις «Να ακούς παρά να βλέπεις», ότι όποιοι λένε ο κινηματογράφος είναι εικόνα… προφανώς αναφέρονται στον βουβό! «Μπήκα στο σινεμά ως εικονολάτρης κι ίσως τελικά βγω ως εικονομάχος. Παρότρυνε το κοινό να ακούσει την ταινία του, (που όντως είχε καλή ηχοληψία, με έμφαση στους μικρούς ήχους) και τόνισε ότι κατά τη διάρκεια της ταινίας εν αντιθέσει με το Μέγαρο οι θεατές μπορούν και να γελούν και να χειροκροτούν κι αυτό δείχνει ότι ο κινηματογράφος είναι δημοκρατική τέχνη.
Oldboy: «Τίποτα παραπάνω από μία συρραφή μικρών σκετς με σουρεαλιστική διάθεση»
Τη νέα ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου θα τη δω μόνο ως ένα road movie που κινείται μεταξύ Παρισιού, Αθήνας και Μάνης, παρουσιάζοντας το οδοιπορικό τριών φίλων.
Ο Μάρκος, η Κολέτ και ο Μαξ περνούν από τα παριζιάνικα καφέ, σε underground συνοικίες της Αθήνας και από εκεί στα ειδυλλιακά τοπία της Μάνης. Και μονάχα αυτό το στοιχείο συγκεντρώνει ένα κάποιο ενδιαφέρον.
Κατά τα άλλα η «κωμωδία παρεξηγήσεων», όπως τη χαρακτηρίζει ο σκηνοθέτης της, δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια συρραφή μικρών σκετς με σουρεαλιστική διάθεση και χωρίς τίποτα παραπάνω.
Ακόμη και το πέρασμα σπουδαίων προσωπικοτήτων (Λ.Βογιατζής, Β.Βασιλικός) δεν καταφέρνει να ανεβάσει τον πήχη της ταινίας. Σεναριακά έχει ελάχιστα επιτυχημένες σκηνές, σκορπισμένες εδώ κι εκεί και μέτριο έως ανύπαρκτο χιούμορ.