Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Πετάνε μωρέ τα μοσχάρια;

 

O Ρομπέρτο ειναι ιδιοκτήτης  καταστήματος  με είδη κιγκαλερίας κάπου στην  Αργεντινή. Το μαγαζί του ειναι  μικρό και βρίσκεται ακριβώς από κα΄τω απ΄το σπίτι του, πολύ βολικό. Κάθε  μέρα  ο  Ρομπέρτο  μετράει υπομονετικά τις βίδες που αγόρασε απ’ τον προμηθευτή του και πάντα τις βρίσκει  λιγότερες απ΄όσες αναγράφει η συκευασία τους- ο τσόγλανος  πάλι τον κορόϊδεψε. Κάθε πρωί ο Ρομπέρτο παίρνει το λιτό πρωινό του , ψίχα από ψωμί( μονο την ψίχα τρώει σκάβοντας  το  καρβέλι) και τσάϊ. Καθε μέρα ο Ρομπέρτο  ξεφυλλίζει με προσήλωση  ερευνητή  έναν πάκο εφημερίδες  ψάχνοντας  για τις πιό παράλογες  ειδήσεις, και τις βρίσκει.  Κάνει συλλογή  από τέτοιες ιστορίες. Κάθε βράδυ ο Ρομπέρτο  κοιτάζει  μ’ανυπομονησία  το ψηφιακό  ρολόϊ  πάνω στο κομοδίνο του  και μόλις  δείξει  23.00, σβήνει το φως και ξεραίνεται. Μόνος, κατάμονος, σαν κούτσουρο. Ο Ρομπέρτο , ένας  συμπαθής, ορφανός από γονείς  έμπορος, μάλλον μεσήλικας, ένας  “μαγκούφης”.

Η ταινία του Sebastian Borensztein   UN CUENTO CHINO (CHINESE TAKE-AWAY)  είναι απολαυστικόα κωμικοτραγική. Βασισμένη σε αληθινό   περιστατικό το οποίο  παρατίθεται στους  τίτλους  τέλους, διαθέτει έναν ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ   πρωταγωνιστή , τον Ricardo Darin, αστεία  και τόσο ταιριαστή  μουσική  απ΄τον Lucio Godoy  και τα συστατικά  εκείνα που  την καθιστούν  αυτόχρημα συμπαθητική.  Όχι απλώς συμπαθητική δηλαδή, συμπαθέστατη.

Ο Borensztein  έφτιαξε μια  πανέξυπνη ταινία για την  επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπινων όντων , όταν αυτή η ρημαδα η γλώσσα  δεν συμπίπτει, όπως επίσης κι ενα σχόλιο  πάνω στις κρατικές   υποδομές  που την διευκολύνουν ή τη δυσχεραίνουν. Πως διάολο συννενοείσαι μ’ έναν άνθρωπο που δεν μιλάει λέξη  αργεντίνικα , όπως κι εσύ δεν ξέρεις λέξη  κινέζικα; Διότι ο Ρομπέρτο , μέσα στην ακύμαντη  θάλασσα του βίου του, δέχεται ωσάν κοτρώνα την παρουσία του δύστυχου και ορφανού Τζούν που  έφυγε απ ΄την Κίνα κι  έφτασε στην   Αργεντινή  ψάχνοντας τον θείο του.

Ο Τζούν κουβαλάει  μία ασύλληπτη ιστορία  στις ελάχιστές  αποσκευές του. Πού να φανταζόταν ο ευγενικός  Ρομπέρτο  ότι το απίθανο  που διαβάζει  στην ασφάλεια του σπιτιού του και συλλέγει με ζέση, του χτυπησε την πόρτα , έχει δύο πόδια, δύο μάτια και απέραντη θλίψη μέσα του;

 

Η ταινία  του  Borensztein   μου θύμισε  έντονα τις ταινίες του   Ζαν-Πιέρ Ζενέ:  τύποι ασυνήθιστοι, άκρως   ενδιαφέροντες  τελικά,  που αποδεικνύουν οτι η “λοξή” ματιά  είναι η πιό  αναζωογονητική  και δηγμιουργική όλων , και η γνωριμία μαζί τους είναι μονάκριβη   εμπειρία. Ο συμπαθέστατος  και μεγαλόψυχος Ρομπέρτο  (τόσο υπέροχος στην ερμηνεία του ο Darin , στις   μικρολεπτομέρειες ,στην κίνηση ,σε όλα- βραβεύστε τον επιτέλους! ), κι ο ευγενικός , συνεσταλμένος   και  κατατρομαγμένος  Τζούν , είναι δύο  πλανήτες που διαγράφουν παράλληλες   τροχιές: μία αγελάδα έπεσε, κυριολεκτικά, στην κεφάλα του άτυχου Κινέζου, κι ο ίδιος έπεσε τροπον τινά πάνω στον αμέριμνο Ρομπέρτο που χάζευε τ’αεροπλάνα. Μιά απώλεια σημάδεψε ανεξίτηλα  τον Τζούν, μια απώλεια επίσης  σημάδεψε τον Ρομπέρτο – το παράλογο του βίου  έπαιξε  άσχημα μαζί του. ‘Ισως  η εκνευριστική  προσήλωσή του στην επανάληψη  και την αδιατάραχτη καθημερινότητα , να είναι το δικό του σωσίβιο  απέναντι  σ’αυτη την τρικυμία  που βίωσε. Αρκέιται στο να συλλέγει την απιθανότητα ( που δια  της καταγραφής της   βάζει  υποψηφιότητα για πιθανότητα τελικά ) και αντιστέκεται στην ερωτική πολιορκία  της Μαρί (πολύ καλή η Muriel Santa Ana) , οι σκηνές με την  οπτική απόδοση  των εξωφρενικών ιστοριών που διαβάζει ο Ρομπέρτο είναι όλα τα λεφτά.

 

Ο Τζουν από την άλλη  έχασε τα πάντα, αλλά κατά παράδοξο τρόπο , με την απραξία του, τη σιωπή του, την όλη παρουσία του συμβάλλει  με απίθανο τρόπο στο να ευτυχήσει ο συνάνθρωπός του. Αν αυτό δεν είναι  προσφορά απ΄το υστέρημα , τότε τί είναι;

Σίγουρα η τεράστια  αγελάδα  που είναι ζωγραφισμένη στον τοίχο του Ρομπέρτο, θα μουγκανίζει  ικανοποιημένη.

Διαβάστε επίσης: To άρθρο του Γκίμλι: πετάει, πετάει… η γελάδα; (η ιπτάμενη αγελάδα, ή πως περνά ο καιρός μετρώντας πρόκες!) 

 

 

Κατερίνα Καρά

Την πρώτη ταινία την είδε πριν πολλά χρόνια σε συνοικιακό σινεμά. Τραυματική εμπειρία... Επική η ταινία. Από τότε δηλώνει ανερυθριάστως ότι οι ταινίες (όπως και τα βιβλία) την έχουν πάρει κανονικά στο λαιμό τους. Πιστεύει ότι το σινεμά, όπως και η Τέχνη γενικώς, ΔΕΝ θα πεθάνει ποτέ, επειδή η τρισάθλια πραγματικότητα ειρωνεύεται χοντρά τις προθέσεις και τα όνειρά μας... Άρα κάπως πρέπει να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Μια σκέψη για το “Πετάνε μωρέ τα μοσχάρια;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *