ΘΕΜΑΤΑΠρόσωπα

Ποιος είναι ο Ξαβιέ Ντολάν;

Δεν φοβάμαι τη φιλοδοξία. Δεν φοβάμαι εάν η ταινία μου δεν θα αρέσει στον κόσμο ή εάν θα τη μισήσουν. Έχω φόβους: Φοβάμαι να πέσω στα σκαλιά με το κόκκινο χαλί εκεί έξω, φοβάμαι μήπως αρχίσω να τραυλίζω ενώ δεν θα έπρεπε, αλλά δεν φοβάμαι να αφηγηθώ μια ιστορία με τους ανθρώπους που με εμπνέουν…

Ο 25χρονος Καναδός σκηνοθέτης μπορεί να μην κέρδισε Χρυσό Φοίνικα (έχει ακόμα καιρό μπροστά του για αυτό), αλλά συγκέντρωσε τα βλέμματα στις Κάννες. Έχει χαρακτηριστεί enfant terrible του καναδικού κινηματογράφου και έκανε ακόμα και την Τζέιν Κάμπιον να τον χαρακτηρίσει «ιδιοφυΐα». Εκείνος είχε φροντίσει να κάνει τη δική του φιλοφρόνηση νωρίτερα, λέγοντας ότι τα Μαθήματα Πιάνου ήταν μια ιδιαίτερα επιδραστική ταινία για αυτόν.

Ο Ντολάν γεννήθηκε το 1989 στο Κεμπέκ του Καναδά. Είναι γιος του γνωστού κωμικού και μουσικού Μανουέλ Ταντρός. Έκανε τα πρώτα του βήματα στην υποκριτική στα 5 του μόλις χρόνια, παίζοντας σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.

Σε ηλικία 16 ετών το πρώην παιδί-ηθοποιός αποφάσισε να στείλει ένα σενάριο στην Καναδή ηθοποιό Αν Ντορβάλ.

Η Αν Ντορβάλ –θρύλος του καναδικού θεάτρου και σινεμά- θυμάται την ημέρα που ο Ξαβιέ Ντολάν χτύπησε την πόρτα του στούντιο και με τρεμάμενα χέρια της έδωσε το σενάριο.

«Ήταν τόσο φοβισμένος, έτρεμε και αποφάσισα να το διαβάσω» είπε η Αν Ντορβάλ

Εκείνη εντυπωσιάστηκε, του τηλεφώνησε και του έκανε κάποιες προτάσεις, αλλά ο Ντολάν της είπε να ξεχάσει το σενάριο αυτό και της πρότεινε να γυρίσουν μια ταινία για μία σχέση αγάπης-μίσους ανάμεσα σε μια μητέρα και τον ομοφυλόφιλο γιο της, όπου εκείνη θα έπαιζε τη μητέρα.

Το αποτέλεσμα ήταν το ημι-αυτοβιογραφικό J’ai tué ma mere (Σκότωσα τη Μητέρα μου), ταινία που ο Ντολάν προέβλεψε ότι θα πήγαινε στις Κάννες. Έτσι και έγινε. Η ταινία προβλήθηκε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών και κέρδισε τρία βραβεία, ενώ ο Ντολάν ήταν υποψήφιος και για το βραβείο Camera d’ Or για πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες.

Ο Ντολάν απέσπασε εγκώμια κοινού και κριτικών, που τον βάφτισαν παιδί-θαύμα του γαλλόφωνου κινηματογράφου.

Η συνέχεια ήταν απογειωτική για τον Ντολάν. Η δεύτερη ταινία του  Les Amour Imaginaires (Φανταστικές Αγάπες), μια ιστορία ερωτικού τριγώνου ανάμεσα σε νεαρούς φίλους προβλήθηκε στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα των Καννών το 2010.

Η επόμενη ταινία του Λόρενς Για Πάντα συμμετείχε στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα Φεστιβάλ Καννών το 2012. Αφηγείται την ιστορία του Λόρενς, ο οποίος λέει στη φίλη του, την Φρεντ, ότι θέλει να γίνει γυναίκα. Παρά τις αντιξοότητες και παρά τις μεταξύ τους δυσκολίες, θα αντιμετωπίσουν μαζί τις προκαταλήψεις των φίλων τους, θα αγνοήσουν τις συμβουλές της οικογένειας, και θα αψηφήσουν τις φοβίες και τις συμβάσεις της κοινωνίας που παραβαίνουν.

Η τέταρτη ταινία του Ντολάν, Ο Τομ στη Φάρμα, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Καναδού συγγραφέα Μισέλ Μαρκ Μπουσάρ, μιλάει για έναν άνδρα που ενώ πενθεί για το θάνατο του συντρόφου του, έρχεται σε επαφή με τους γονείς του εραστή του, οι οποίοι αγνοούσαν την ερωτική ζωή του γιου τους.

Απέσπασε εξαιρετικές κριτικές, χαιρετίσθηκε ως η πιο ώριμη ταινία του Ντολάν και προτάθηκε για Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας το 2013.

Μπορεί ο Τομ στη Φάρμα να θεωρείται η πιο ώριμη ταινία του, το Mommy όμως, για το οποίο διαγωνίστηκε για Χρυσό Φοίνικα και κέρδισε το βραβείο της Επιτροπής, θεωρείται η πιο παθιασμένη.

Εξετάζοντας και πάλι τη σχέση μιας μητέρας με τον γιο της, ο Ντολάν αφηγείται την ιστορία της χήρας Ντιάν που αναλαμβάνει να μεγαλώσει τον υπερκινητικό γιο της που έχει και προβλήματα συγκέντρωσης όταν κλείνει το ίδρυμα που τον φιλοξενούσε. Προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με την βοήθεια της αινιγματικής γειτόνισσας Κάιλα. Οι κριτικοί αποθέωσαν την ταινία, κάνοντας λόγο για μια μαύρη κωμωδία με σπαρακτικές σκηνές.

«Προσπαθώ πάντα να κάνω ότι μου αρέσει να κάνω και με σταματάω μόνο όταν δεν ξέρω πως να το κάνω» συνοψίζοντας τη στάση του απέναντι στο σινεμά –αλλά και τη ζωή.

Στις Κάννες μίλησε και για την ταινία που τον ενέπνευσε, τον Τιτανικό (ναι, έχει  αρχίσει αυτή η γενιά και κάνει σινεμά!) που είδε σε ηλικία οκτώ ετών. «Ο Τιτανικός ήταν μια τόσο φιλόδοξη ταινία που μου έδωσε πίστη στις τρελές και φιλόδοξες ιδέες και αυτό δεν το φοβάμαι. Δεν φοβάμαι τη φιλοδοξία. Δεν φοβάμαι εάν η ταινία μου δεν θα αρέσει στον κόσμο ή εάν θα τη μισήσουν. Έχω φόβους: Φοβάμαι να πέσω στα σκαλιά με το κόκκινο χαλί εκεί έξω, φοβάμαι μήπως αρχίσω να τραυλίζω ενώ δεν θα έπρεπε, αλλά δεν φοβάμαι να αφηγηθώ μια ιστορία με τους ανθρώπους που με εμπνέουν…»

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *