Μουντιάλ: Κινηματογραφικό ταξίδι στις χώρες του 6ου Ομίλου
Έκτος Όμιλος: Αργεντινή, Ιράν, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Νιγηρία
Αυτές τις ημέρες όλη η υφήλιος γυρίζει γύρω από μια μπάλα. Το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι η μεγάλη γιορτή του ποδοσφαίρου και μας δίνει μια υπέροχη αφορμή: να παρουσιάσουμε ένα κινηματογραφικό πανόραμα προς τιμήν των χωρών που συμμετέχουν στη φετινή διοργάνωση.
Χωρισμένο σε ομίλους, κάθε άρθρο δίνει μία σύντομη επισκόπηση της κινηματογραφικής ιστορίας κάθε χώρας. Φυσικά, δεν χωράνε ούτε όλες οι ταινίες, ούτε όλοι οι δημιουργοί (γι’ αυτό ονομάζεται και σύντομη επισκόπηση).
Έφτασε μέχρι τον τελικό και έχει μία από τις δυνατότερες κινηματογραφίες της Λατινικής Αμερικής. Ο λόγος για την Αργεντινή που και κατά το παρελθόν, αλλά και τα τελευταία 14 χρόνια μάς έχει χαρίσει σημαντικές ταινίες. Μία ξεχωριστή σχολή αναπτύχθηκε στο Ιράν, μία σχολή με λυρισμό και συμβολισμούς για την κατάσταση στη θεοκρατούμενη χώρα. Η Βοσνία προσπαθεί να βρει τον δρόμο της μετά τον πόλεμο, αν και τα κινηματογραφικά της βήματα περνούν και αυτά από τις αναπαραστάσεις της τραγωδίας της χώρας. Όσο για τη Νιγηρία, μπορεί να είναι φτωχή, αλλά έχει μια τεράστια κινηματογραφική βιομηχανία που αποκαλείται… Νόλιγουντ.
- Διαβάστε επίσης: Το κινηματογραφικό ταξίδι των Cinεπιβατών στις χώρες του Α Ομίλου
- Διαβάστε επίσης: Το κινηματογραφικό ταξίδι των Cinεπιβατών στις χώρες του Β Ομίλου
- Διαβάστε επίσης: Το κινηματογραφικό ταξίδι των Cinεπιβατών στις χώρες του Γ Ομίλου
- Διαβάστε επίσης: Το κινηματογραφικό ταξίδι των Cinεπιβατών στις χώρες του Δ Ομίλου
- Διαβάστε επίσης: Το κινηματογραφικό ταξίδι των Cinεπιβατών στις χώρες του Ε Ομίλου
Αργεντινή
Για το σινεμά της Αργεντινής, δεν υπάρχει καλύτερος για να εμπιστευθούμε από έναν ειδικό… ο σινεφίλ, αργεντίνικης καταγωγής δημοσιογράφος apos, μάς ξεναγεί στο σινεμά της χώρας του, η οποία συμμετέχει στον Τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου και τραβά τα βλέμματα.
«Από τα τέλη του 19ου αιώνα ο Κινηματογράφος της Αργεντινής έχει χαράξει τη δική του πορεία στη διαμόρφωση της τόσο ξεχωριστής πολιτιστικής ταυτότητας της χώρας. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους γεννήθηκε το 1897 και είχε διάρκεια 3 λεπτά. Το όνομα της, La bandera argentina (H αργεντινή σημαία). Είχε προφανώς ιστορική σημασία όσο και συμβολικό τίτλο. Ήταν αποτέλεσμα της συνεργασίας Γάλλων μεταναστών στη χώρα. Ο βωβός κινηματογράφος γνώρισε άνθηση τις επόμενες δεκαετίες, ενώ με την εισαγωγή του ήχου τη δεκαετία του 1930 στον κινηματογράφο «ενσωματώθηκε» και το tango. Το «παρών» έδωσαν μεγάλα ονόματα όπως ο θρύλος Carlos Gardel. Τις επόμενες δεκαετίες ο κινηματογράφος γνώρισε μεγάλη άνθηση, με ονόματα όπως η Νinί Μarshall, η Libertatd Lamarque και η Tita Merello.
Ωστόσο, η άνοδος του Περονισμού -από τα μέσα της δεκαετίας του 1940- αλλά και τα στρατιωτικά πραξικοπήματα που ακολούθησαν, είχαν τη δική τους επίδραση στην Έβδομη Τέχνη. Αρκετοί καλλιτέχνες και ηθοποιοί έφυγαν από την Αργεντινή και εγκαταστάθηκαν σε άλλες χώρες της Νοτίου ή της Κεντρικής Αμερικής, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία.
Η εισαγωγή της τηλεόρασης στην Αργεντινή -το 1951- άσκησε τη δική της πίεση στην ανάπτυξη του κινηματογράφου.
Εμφανίστηκαν όμως σπουδαία ονόματα, όπως ο Kurt Land (Αυστριακός που εγκαταστάθηκε στην Αργεντινή), ο Lautaro Murúa (Χιλιανός, που έζησε στην Αργεντινή και διακρίθηκε ως ηθοποιός και σκηνοθέτης κοινωνικών ταινιών) και ο Pino Solanas (βουλευτής της Αριστεράς σήμερα) με την πολιτική του ταινία La hora de los hornos (1968). Ο ίδιος γύρισε το 1987 τη σπουδαία ταινία Sur, κερδίζοντας τη διάκριση στο Φεστιβάλ των Καννών του 1988.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο κινηματογράφος πέρασε δύσκολες μέρες, λόγω των πραξικοπημάτων και της λογοκρισίας. Η θεματολογία έγινε πιο «ελαφρά», για ευνόητους λόγους.
Μετά τον Πόλεμο των Φώκλαντς -το 1982- ο οποίος προκάλεσε και την κατάρρευση της δικτατορίας, ο κινηματογράφος γνώρισε νέα άνθηση. Εμβληματική κωμωδία εκείνης της περιόδου ήταν το Esperando la Carroza (1985) μια «πικρή», μαύρη οικογενειακή κωμωδία, που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και ελληνική. Σε αυτήν πρωταγωνιστεί η σπουδαία ηθοποιός China Zorrilla, η οποία γεννήθηκε στην Ουρουγουάη, αλλά έκανε (και εξακολουθεί να κάνει) μεγάλη καριέρα στην Αργεντινή. Όπως και ο Antonio Gasalla, σπουδαίος κωμικός και «διασκεδαστής» με τηλεοπτικές και θεατρικές επιτυχίες.
Όμως η προσπάθεια μιας ολόκληρης κοινωνίας να μιλήσει για τη Δικτατορία δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερη διέξοδο από την Έβδομη Τέχνη. Γυρίστηκαν δεκάδες σπουδαίες ταινίες για τη δικτατορία, τις «εξαφανίσεις», τον Πόλεμο των Φώκλαντς, αλλά και τις υποθέσεις αρπαγής παιδιών αντιφρονούντων και «υιοθεσίας» τους από οικογένειες αξιωματικών της Χούντας. Χαρακτηριστικές ταινίες: La noche de los lapices (1986) του Hector Olivera, Τangos (1985) και Sur (1987) του Pino Solanas.
Η πιο γνωστή ταινία είναι το La Historia Oficial (1985) του Luis Puenzo, η οποία κέρδισε Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας. Πρωταγωνιστούν δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα του Αργεντινού Κινηματογράφου, ο Hector Alterio και η Norma Aleandro. Πρόκειται για ένα ζευγάρι που έχει υιοθετήσει ένα παιδί «εξαφανισμένων» γονιών. Η σύζυγος -δασκάλα στο επάγγελμα- γνωρίζει ελάχιστα για τις συνθήκες υιοθεσίας και αρχίζει να σκαλίζει το παρελθόν. Η αλήθεια είναι πιο σκληρή από όσο φανταζόταν.
Ανάλογες ταινίες γυρίστηκαν και τη δεκαετία του 1990 και 2000: Cautiva (2003), Garage Olimpo (1999), Cronica de una Fuga (2006) είναι μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές. Αρκετές ήταν και οι ταινίες για τον Πόλεμο των Φώκλαντς και τον Στρατό γενικότερα, όπως το iluminados por el Fuego (2005) του Tristan Bauer ή το Bajo Bandera (1997) με πρωταγωνιστή τον εξαιρετικό ηθοποιό Miguel Angel Sola. Η ταινία πραγματεύεται τη δύσκολη ζωή των στρατιωτών, η οποία γίνεται ακόμα δυσκολότερη από την κατάχρηση εξουσίας και τον εξευτελισμό που τελικά φτάνει μέχρι το έγκλημα.
Μία ακόμα χαρακτηριστική ταινία είναι η «απάντηση» στο μιούζικαλ Evita του Andrew Lloyd Weber με την ταινία Eva Peron (1996) του Juan Carlos Desanzo, στην οποία παρουσιάζεται μια διαφορετική εκδοχή της Πρώτης Κυρίας της Αργεντινής.
Δεν έλειψαν επίσης ταινίες για τη φτώχεια, όπως το Pizza, birra, faso (1988) των Israel Adrian Cateano και Bruno Stagnaro, αλλά και πιο νοσταλγικές όπως το De mi barrio con amor (1995) του Jose Santiso ή το El dia que Maradona conocio a Gardel (1995) του Rodolfo Pagliere. Ο τίτλος στα ελληνικά τα λέει όλα: «Η μέρα που ο Μαραντόνα γνώρισε τον Γκαρδέλ».
Τη δεκαετία του 2000 o κινηματογράφος γνωρίζει ακόμα μεγαλύτερη άνθηση. Η δεκαετία μπήκε με το «δεξί», αφού το 2000 γυρίστηκε το Nueve Reinas (Εννέα Βασίλισσες, 2000) του εξαιρετικού νέου και πρόωρα χαμένου σκηνοθέτη Fabian Bielinksy.
Μία από τις σημαντικότερες ταινίες για την φυλετική ταυτότητα, και τις κοινωνικές προεκτάσεις του να είναι κάποιος έφηβος ερμαφρόδιτος -χωρίς τις μελοδραματικές ευκολίες ανάλογων ταινιών, παρουσιάζει η Λουσία Πουένσο (κόρη του σκηνοθέτη Λ.Πουένσο) με την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία ΧΧΥ.
Ένας ακόμα πολύ γνωστός σκηνοθέτης είναι ο Juan Jose Campanella. Το 2001 γύρισε το El hijo de la novia, με πρωταγωνιστή τον Ricardo Darin, αλλά και το ζευγάρι που είχε ξεχωρίσει στην ταινία La Historia Oficial: τη Norma Aleandro και τον Hector Alterio, Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ το 2001, ωστόσο, στο Όσκαρ για τον σκηνοθέτη ήλθε το 2009 με την ταινία El secreto de sus ojos. Πρωταγωνιστής για μια ακόμα φορά ο Ricardo Darin.
O Ricardo Darin είναι από τους πιο περιζήτητους ηθοποιούς στην Αργεντινή, ενώ πρόσφατα κατάφερε να τσακωθεί (ή απλά να παρεξηγηθεί) ακόμα και με την πρόεδρο της χώρας Κριστίνα Φερνάντες.
Σε κάθε περίπτωση, πολλές είναι οι ταινίες που τον συναντάμε και μετά την επιτυχία των Όσκαρ. Χαρακτηριστική το Un Cuento Chino, (2011) μια εξωφρενική κωμωδία καταστάσεων με τον Darin να προσπαθεί να συνεννοηθεί με έναν κινέζο, που του έπεσε σχεδόν από τον ουρανό. Από τις πλέον πρόσφατες του Darin είναι το Tesis sobre un homicidio (2013). Ίσως από τις πιο γνωστές ταινίες των τελευταίων χρόνων να είναι και το Medianeras (2011) μια ταινία ύμνος στην αρχιτεκτονική της πρωτεύουσας, με εξαιρετικά πρωτότυπη σκηνοθεσία, ένα γλυκό ζευγάρι πρωταγωνιστών και μια ιστορία γεμάτη μοναξιά, σαν αυτή που συναντάμε στις μεγαλουπόλεις.
Και μιλώντας για αρχιτεκτονική, υπάρχει και η ταινία El Hombre de al lado (2009), μια ταινία που στις ΗΠΑ θα ήταν τρόμου με έναν περίεργο γείτονα να παρενοχλεί με τις παραξενιές του μια τυπικά σωστή και ευτυχισμένη οικογένεια. Μόνο που σε αυτή την ταινία δεν ξέρεις πραγματικά ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός. Η αρχιτεκτονική, πού κολλάει; Στη μοναδική κατοικία Le Corbusier που υπάρχει στη Νότιο Αμερική: πρόκειται για την λεγόμενη Casa Curutchet στην πόλη La Plata, η οποία αποτελεί το σκηνικό της ταινίας.
Η μοναξιά είναι ένα από τα πιο συχνά θέματα των ταινιών των τελευταίων χρόνων. Ίσως εξίσου χαρακτηριστικό παράδειγμα να είναι η ταινίαRompecabezas (2009), η οποία περιγράφει τη μανία μιας νοικοκυράς στο να λύνει παζλ, κρυφά από την οικογένειά της και τις αλλαγές που αυτή η συνήθεια θα φέρει στη ζωή της. Επίσης όμορφη ιστορία Las Acacias (2011) ένα road movie με πρωταγωνιστές δύο εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους που αναγκάζονται να συνυπάρξουν για περίπου 1.600χλμ.από την Παραγουάη στο Μπουένος Αϊρες.
Tα τελευταία χρόνια χάρη στις γενναιότατες επιχορηγήσεις του κρατικού IΝCAA (Eθνικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου και Οπτικοακουστικών Τεχνών) γυρίζονται εκατοντάδες ταινίες το χρόνο. Για παράδειγμα, το 2012 γυρίστηκαν πάνω από 120, σχεδόν το 40% των ταινιών που παίζονται στις αίθουσες είναι αργεντινές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει και ποιότητα, αφού τα γνωστά καλά και κακά που προκύπτουν από τις «επιχορηγήσεις» βασανίζουν και την Αργεντινή.
Ο ανταγωνισμός άλλωστε από τις γειτονικές χώρες (που μιλούν και την ίδια γλώσσα) είναι τεράστιος. Από κοντά και οι αμερικανικές παραγωγές, οι σειρές που βλέπουμε και εμείς. Για να μην αναφερθεί κανείς στο download».
Χαρακτηριστικές ταινίες: Sur, Esperando La Carroza, Εννέα Βασίλισσες, Η ώρα των υψικαμίνων, Το μυστικό στα μάτια τους, Medianeras
Ιράν
Η κινηματογραφική ιστορία του Ιράν ξεκινά από τότε που η περιοχή ονομαζόταν Περσία. Το σινεμά ήρθε στην Περσία σε… ηλικία μόλις 5 ετών. Ο πρώτος Πέρσης σκηνοθέτης ήταν ο Μπίρζα Εμπραχίμ Χαν Ακάς Μπασί, ο οποίος κινηματογράφησε το ταξίδι του Σάχη στην Ευρώπη. Το 1925, ο Οβάνες Οχανιάν άνοιξε μια σχολή κινηματογράφου στο Ιράν. Ο Οχανιάν είναι αυτός που γυρίζει και την πρώτη ιρανική βωβή ταινία, με τίτλο Haji Agha (1930). Δύο χρόνια αργότερα ο Αμπντολοχοσεΐν Σεπάντα σκηνοθετεί την πρώτη ομιλούσα ταινία -ο λόγος για το Lor Girl. Εν τω μεταξύ, μέσα στη δεκαετία του ’30, η Περσία μετονομάζεται σε Ιράν. Οι Εσμαήλ Κουσάν και Φαρόκ Γκαφάρι θέτουν τις βάσεις για το σύγχρονο ιρανικό σινεμά. Ο Γκαφάρι ιδρύει την Εθνική Ιρανική Κινηματογραφική Κοινότητα το 1949, προβάλλει ταινίες και θέτει τις βάσεις για ένα σινεμά τέχνης που θα εμφανιστεί μετά την θρησκευτική μετανάστευση. Πριν από αυτήν, στη δεκαετία του 1960, γυρίζονται περισσότερες από 60 ταινίες, κυρίως μελοδράματα και θρίλερ. Ο Μασούντ Κιμιάι γυρίζει το Kaiser, στο οποίο δείχνει την ηθική της εργατικής τάξης -εδώ φανερά ρομαντική η θέαση του σκηνοθέτη.
Μετά την ανατροπή του Σάχη, στο Ιράν αναπτύσσεται μία εθνική κινηματογραφική σχολή. Αργός αφηγηματικός ρυθμός, λυρική διάθεση, ποιητική γραφή είναι μερικά από τα μέσα που χρησιμοποιούν οι σκηνοθέτες για να αφηγηθούν τις ιστορίες τους. Πρόκειται για ένα σινεμά που γυρίζεται με ελάχιστα μέσα, που χρησιμοποιεί συχνά ερασιτέχνες ηθοποιούς. Για να καταφέρουν να αντιμετωπίσουν την λογοκρισία, οι Ιρανοί σκηνοθέτες χρησιμοποιούν την αφαίρεση και τον συμβολισμό. Ίσως ο σπουδαιότερος εκφραστής της υπήρξε ο Αμπάς Κιαροστάμι που γυρίζει σπουδαίες ταινίες όπως τα Close Up (1990), Μέσα στους Ελαιώνες (1994), Η Γεύση του Κερασιού (1997). Ο Τζαφάρ Παναχί μαθητεύει στο πλευρό του Κιαροστάμι, φτιάχνει ταινίες όπως Το Άσπρο Μπαλόνι (1995) και Ο Κύκλος (1999), μιλά για τη θέση της γυναίκας. Υπό την αυστηρή προεδρία του Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, τίθεται σε κατ’ οίκον περιορισμό και δημιουργεί μία από τις πιο πολιτικές του ταινίες, το Closed Curtain, το οποίο φυγαδεύει στη Δύση.
Ένας άλλος σπουδαίος σκηνοθέτης της… ιρανικής άνοιξης είναι ο Ασγκάρ Φαραντί, σκηνοθέτης εξαιρετικών κοινωνικών ταινιών όπως τα Τι απέγινε η Έλι; και Ένας Χωρισμός.
Παράλληλα, στο Ιράν μας μεταφέρουν οι ταινίες των Βίνσεντ Παρονό, Μαρτζιάν Σατραπί Περσέπολις (βασισμένο στο κόμικ της Σατραπί, η οποία μένει στο Παρίσι) και Κοτόπουλο Με Δαμάσκηνα.
Στην τελευταία του ταινία Τα Χειρόγραφα δεν καίγονται και ο Μοχάμαντ Ρασούλοφ –στον οποίο απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα και ο οποίος αυτοεξορίστηκε για ένα διάστημα στη Γερμανία- στρέφεται κατά του ιρανικού καθεστώτος.
Αν και η άνοδος του μετριοπαθούς Χασάν Ροχανί στην εξουσία δημιούργησε μεγάλες ελπίδες στους κινηματογραφιστές, δεν έχουν αλλάξει και πολλά στο θεοκρατούμενο Ιράν. Οι σκηνοθέτες συνεχίζουν να διώκονται, αλλά επιμένουν να γυρίζουν σπουδαίες ταινίες.
Χαρακτηριστικές ταινίες: Η Γεύση του κερασιού, Ο Κύκλος, Ένας Χωρισμός, Βροχή, Τα Χειρόγραφα δεν Καίγονται
Βοσνία-Ερζεγοβίνη
Ως τμήμα της Γιουγκοσλαβίας, η Βοσνία ακολούθησε την μοίρα των υπόλοιπων χωρών της περιοχής. Καθώς ο Τίτο απαγόρευσε την επαφή με τη Σοβιετική Ένωση, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός δεν επηρέασε έντονα το γιουγκοσλαβικό σινεμά. Παράλληλα, με νόμο ορίστηκε ότι κάθε εθνότητα θα μπορούσε να έχει τις δικές της εταιρείες παραγωγής και τα δικά της κονδύλια -γεγονός που οδήγησε στην ανάπτυξη πολλών τάσεων εντός του γιουγκοσλαβικού εδάφους.
Οι περισσότερες ταινίες της Βοσνίας δεν γυρίστηκαν από Βοσνίους σκηνοθέτες, αλλά από Κροάτες, Σέρβους και Σλοβένους που διοικούσαν τις κινηματογραφικές εταιρείες που βρίσκονταν στο Σαράγεβο.
Πληροφορίες θέλουν την πρώτη βοσνιακή ταινία να γυρίζεται το 1950. Ο λόγος για το Major Bauk.
Μετά τον πόλεμο, το σινεμά της Βοσνίας προσπάθησε να διαφοροποιηθεί από εκείνα των γειτονικών χωρών, ασχολούμενο –όπως ήταν αναμενόμενο- με τον πόλεμο και τις συνέπειές του.
Ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες της χώρας είναι ο γεννημένος στο Σαράγεβο Εμίρ Κουστουρίτσα, που με ταινίες όπως Ο Καιρός των Τσιγγάνων, Ο Μπαμπάς Λείπει σε Ταξίδι για Δουλειές και Underground.
Μία από τις σημαντικότερες σύγχρονες ταινίες της Βοσνίας είναι το No Man’s Land του Ντάνις Τάνοβιτς που κέρδισε Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 2001.
Χαρακτηριστικές ταινίες: No Man’s Land, Savrseni krug, Go West, Gori Vatra, Στιγμές στη Ζωή ενός Ήρωα
Νιγηρία
Η απόδειξη ότι μία χώρα, τις οποίας τα δύο τρίτα των κατοίκων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, μπορεί να ανταγωνιστεί παγκόσμιους κολοσσούς του θεάματος. Η κινηματογραφική βιομηχανία της Νιγηρίας μετρά κάθε χρόνο εκατοντάδες ταινίες και ονομάζεται… Νόλιγουντ.
Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη βιομηχανία στην παραγωγή ταινιών –μετά το Μπόλιγουντ. Αναπτύσσεται ραγδαία, ειδικά από τη δεκαετία του 1990 και μετά.
Τα θέματα που απασχολούν τις ταινίες του Νόλιγουντ είναι θέματα της Αφρικής, καθώς και θέματα που αφορούν: οικογένεια, έρωτα, τιμή, το AIDS, την πορνεία, τα φαντάσματα και τους κανίβαλους.
Οι πρώτες κινηματογραφικές απόπειρες στη χώρα έγιναν τη δεκαετία του 1960 από σκηνοθέτες όπως οι Όλα Μπαλόγκουν και Χούμπερτ Ογκούντε. Ωστόσο, η απουσία χρημάτων και το υψηλό κόστος των γυρισμάτων αποθάρρυνε τους κινηματογραφιστές. Η έλευση της τηλεόρασης και η ψηφιακή εποχή του κινηματογράφου, έδωσε στο σινεμά της Νιγηρίας την ώθηση που χρειαζόταν.
Οι ταινίες γυρίζονται με ελάχιστα χρήματα (το κόστος παραγωγής ξεκινά από τα 6.000 δολάρια), σε διάστημα μίας εβδομάδας. Το κέρδος είναι μεγάλο: η Αφρική είναι μία τεράστια αγορά και οι ταινίες της Νιγηρίας εξάγονται σε άλλες χώρες της ηπείρου.
Η άνοδος του Νόλιγουντ άρχισε το 1992 με το «Ζώντας στο Μποντάζ». Δύσκολα μπορεί να βρεθεί Νιγηριανός που να μην γνωρίζει αυτή την ταινία, η οποία με αφορμή μια ιστορία μαύρης μαγείας, πλούτου και εξουσίας, περιγράφει τη Νιγηρία των ανισοτήτων και της δυστυχίας για πολλούς από τους κατοίκους της.
Ωστόσο, κάποιοι κινηματογραφιστές επιθυμούν κάτι περισσότερο. Ένας από αυτούς είναι ο Ντίκσον Ιοερόγκμπου, ο οποίος έχει καταγγείλει τη διαφθορά στους κόλπους του Νόλιγουντ και έχει δεχθεί επιθέσεις για τις απόψεις του.
Χαρακτηριστικές ταινίες: Domitila, Ζώντας στο Μποντάζ, Blood Money, Most Wanted, Nneka the pretty Serpent