ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

Νύχτες Πρεμιέρας: Ανασκόπηση Τρίτης (27/09/2016)

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Με αρκετές αξιόλογες ταινίες συνεχίστηκαν οι «Νύχτες Πρεμιέρας». Το «David Lynch: The Art Life» είναι ένα must see ντοκιμαντέρ για το έργο -κυρίως το ζωγραφικό- του σπουδαίου αμερικανού δημιουργού, ενώ ηχηρά γέλια ακούγονταν στο «Αγάπη και Φιλία» του Γουίτ Στίλμαν -μεταφορά έργου της Τζέιν Όστεν. Από πλευράς διαγωνιστικού, το «Στη Σκιά του Φόβου», ένα ιρανικό φιλμ τρόμου αποτελεί στην ουσία μία πολιτική αλληγορία και ανανεώνει ένα πολύπαθο και αγαπημένο είδος σινεμά. Παράλληλα, η «Υπηρέτρια» του Τσαν Γουκ – Παρκ ήταν εντυπωσιακή και είχε καλές στιγμές, αλλά δεν είναι η καλύτερη στιγμή στη φιλμογραφία του σκηνοθέτη.

David Lynch: The Art Life

Σκηνοθεσία: Τζον Γκουέν, Ολίβια Νέεργκαρντ-Χολμ, Ρικ Μπαρνς

4-popcorn

lynch-artΟ Ντέιβιντ Λιντς αφηγείται ιστορίες από τη ζωή του και ιστορίες για την τέχνη του (κυρίως για τη ζωγραφική του) σε ένα συναρπαστικό ντοκιμαντέρ -και από άποψη κινηματογράφησης- που επικεντρώνεται στα πρώτα χρόνια και στην πορεία του Λιντς μέχρι το Erarshead. Ως ένας ιδανικός παραμυθάς και με φόντο τους καμβάδες του, ο Λιντς αφηγείται παράξενα παραμύθια που είναι αληθινά: πρόκειται για τη ζωή του και στιγμές από το έργο του. Οι θεατές έχουν παράλληλα τη δυνατότητα να δουν πολλά από τα έργα τέχνης του σπουδαίου σκηνοθέτη – ζωγράφου, καθώς και να μπουν στη δημιουργική διαδικασία: τα χέρια του Λιντς είναι αεικίνητα. Συνέχεια δουλεύει, συνέχεια δημιουργεί. Σε όλα αυτά ας προσθέσουμε και το γεγονός ότι το ίδιο το ντοκιμαντέρ μοιάζει να έχει βγει από το σύμπαν του δημιουργού (χρησιμοποιώντας ήχους και εικόνες με τρόπο ακραίο και παράξενο) και το «David Lynch: The Art Life» γίνεται το must see ντοκιμαντέρ για τους φαν του σκηνοθέτη. Στο τέλος θα κάνει τον θεατή να επιθυμεί να παραμείνει λίγο ακόμη στο (υπέροχο) μυαλό του Λιντς.

Love and Friendship / Αγάπη και Φιλία

Σκηνοθεσία: Γουίτ Στίλμαν

three-half-popcorn

love-friendship-001Η Λαίδη Σούζαν, μία χήρα πονηρή και όμορφη, αρέσκεται να κάνει τους άνδρες να την προσέχουν και προσπαθεί να ζει εις βάρος των άλλων (χωρίς η ίδια φυσικά να το παραδέχεται). Προσπαθεί να βρει έναν ανόητο σύζυγο για την χαμηλών τόνων κόρη της, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις επιθυμίες της, ενώ η ίδια δείχνει την προσοχή της αρχικά στον αδελφό της συννυφάδας της -προς μεγάλη φρίκη όλης της οικογένειας. Ο Γουίτ Στίλμαν μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη Τζέιν Όστεν και το κάνει με τρόπο πνευματώδη και χαριτωμένο σε μία ταινία που φέρνει όλα τα χαρακτηριστικά της γνωστής συγγραφέως. Η Όστεν κρίνει τα ήθη και τις κοινωνικές τάξεις της εποχής της, χρησιμοποιώντας ευφυολογήματα και ο Γουίτ Στίλμαν φροντίζει να τα αναδείξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, σε μία ταινία που είναι κλασική ως προς την παρουσίασή της, αλλά παραμένει εξαιρετικά ευχάριστη, προκαλώντας συχνά το γέλιο στην θεατή. Όσο για την Κέιτ Μπέκινσεϊλ είναι απλά υπέροχη: ιδανική για τον ρόλο, γεμάτη φρεσκάδα και πονηριά σε μία από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας της.

The Handmaiden/ Η Υπηρέτρια

Σκηνοθεσία: Τσαν-Γουκ Παρκ

3popcorn

the handmaiden 002Μετά το ατμοσφαιρικό, αλλά μάλλον αποτυχημένο, Stoker, ο Τσαν – Γουκ Παρκ επιστρέφει… Ασία μεταφέροντας ένα αγγλόφωνο μυθιστόρημα στη μεγάλη οθόνη. Στην «Υπηρέτρια» που προβλήθηκε στις Κάννες, αφηγείται την ιστορία μιας νεαρής υπηρέτριας που ένας άνδρας τη στέλνει στο αρχοντικό μιας γιαπωνέζας αριστοκράτισσας, προκειμένου να κάνει το μεγάλο κόλπο: στόχος της να έρθει κοντά της, να την αποπλανήσει και να συνδράμει στην καταστροφή της. Και εδώ ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης δίνει σημασία στην ατμόσφαιρα: Υπέροχα κατασκευασμένα πλάνα από το εσωτερικό του αρχοντικού, περίτεχνα κοστούμια και έμφαση στα όμορφα πρόσωπα των δύο νεαρών κοριτσιών, καθώς και τολμηρές λεσβιακές σκηνές. Ο Τσαν – Γουκ Παρκ κάνει ιδιαίτερα δημιουργική χρήση του μοντάζ, αλλάζοντας τη ροή της αφήγησης, προκειμένου να κρατήσει την αγωνία του θεατή. Υπάρχουν σημεία που επιλέγει την κωμωδία και εκεί είναι που εν μέρει αποτυγχάνει (για παράδειγμα στην περίπτωση του θείου, ο οποίος μετατρέπεται σε καρικατούρα που η ηλικιακή του ωρίμανση γίνεται με μία… περούκα!), ενώ ακόμα και οι… αποκαλύψεις δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπες (κάποιες από αυτές μοιάζουν να λαμβάνουν χώρα απλά και μόνο γιατί έτσι «πρέπει να γίνει»). Και ενώ η Μιν Χι Κιμ που ερμηνεύει την αριστοκράτισσα είναι υπέροχη και καταφέρνει να μεταδώσει μία γκάμα συναισθημάτων (από απόλυτη ψυχρότητα σε φλογερό πάθος), η Κιμ Τάε Ρι είναι πιο υποτονική. Σίγουρα πολύ καλύτερο από το Stoker, αλλά χωρίς να φτάνει στο ύψος προηγούμενων δουλειών του Νοτιοκορεάτη δημιουργού (όπως το κορυφαίο Oldboy), η Υπηρέτρια αποτελεί παρ’ όλα αυτά μια καλή στιγμή στην φιλμογραφία του σκηνοθέτη με υψηλό production value και ενδιαφέρουσα ματιά.

Under the Shadow / Στη Σκιά του Φόβου

Σκηνοθεσία: Μαμπάκ Ανβάρι

three-half-popcorn

under-shadow001Θρίλερ με έντονο πολιτικό συμβολισμό από το Ιράν (που όμως αποτελεί την επίσημη πρόταση της Βρετανίας για τα Όσκαρ), το «Στη Σκιά του Φόβου» αφηγείται την ιστορία μίας μητέρας και ενός μικρού κοριτσιού που μένουν μόνες τους σε ένα διαμέρισμα στην Τεχεράνη του 1988, εν μέσω βομβαρδισμών από το Ιράκ. Μία βόμβα πέφτει στην πολυκατοικία όπου μένουν και ένα παράξενο πλάσμα θέλει να τους παρασύρει μακριά. Το πρώτο μισό της ταινίας είναι γυρισμένο νατουραλιστικά, σαν ταινία του Ασγκάρ Φαραντί, με χρήση στατικής κάμερας. Τίποτα δεν σε προετοιμάζει ότι πρόκειται για μια ταινία τρόμου. Στο δεύτερο μέρος ο Μπαμπάκ Ανβάρι παίρνει την κάμερα στο χέρι και προσφέρει τρόμο που θα σε κάνουν σε στιγμές να πηδήξεις από τη θέση σου, αλλά έχουν και έντονο συμβολισμό: η οντότητα που κυνηγά την μητέρα και την κόρη μοιάζει να φορά μπούρκα, πετάει στα σκουπίδια την κασέτα με τη γυμναστική της Τζέιν Φόντα και προσπαθεί να «κρατήσει» εγκλωβισμένη τη νεαρή μητέρα στον συντηρητισμό. Ένα δείγμα σινεμά είδους χρησιμοποιείται ως πολιτική αλληγορία που ξεπερνά την εποχή της και φτάνει μέχρι το σήμερα, που προσπαθεί στον σκοταδισμό να φέρει αντιμέτωπο το θάρρος.

Indignation / Αγανάκτηση

Σκηνοθεσία: Τζέιμς Σέιμους

4-popcorn

indignation-003

Μία από τις καλύτερες -εάν όχι η καλύτερη- ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος του Φεστιβάλ, η Αγανάκτηση αποτελεί μεταφορά βιβλίου του Φίλιπ Ροθ, με το σενάριο και τη σκηνοθεσία να ανήκει στον Τζέιμς Σέιμους, σεναριογράφο του «Brokeback Mountain». Είχα καιρό να δω μια τέτοια ταινία. Τελείως διαφορετική από ό,τι κυκλοφορεί σήμερα στο αμερικανικό σινεμά, είναι μία ταινία που χρησιμοποιεί ως όπλο τη λογική για να μιλήσει για τον παραλογισμό, μία άσκηση διανόησης που μπορεί εκ πρώτης όψεως να μη μοιάζει κινηματογραφική, είναι όμως άκρως γοητευτική. Η υπόθεση έχει ως εξής: Ενώ άλλοι συνομήλικοί του πεθαίνουν στον πόλεμο της Κορέας, νεαρός που έχει μεγαλώσει ως εβραίος -αλλά που ο ίδιος είναι άθεος- εγκαταλείπει τη μικρή κωμόπολη στην οποία μένει για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο. Βρίσκει ότι το Πανεπιστήμιο αντί να του ανοίξει τους ορίζοντες, έρχεται με τον συντηρητισμό του να «καταπλακώσει» οποιοδήποτε φιλελευθερισμό επιθυμεί να επιδείξει. Η Όλιβ, μία νεαρή κοπέλα που είναι και αυτή πιο φιλελεύθερη από όσο μπορούν να αντέξουν τα ήθη της εποχής και ο ίδιος μοιάζουν τα μόνα «παράξενα» λουλούδια, σε έναν κήπο που απαιτεί όλα να μοιάζουν το ίδιο. Δύο σκηνές πνευματικής μάχης με τον κοσμήτορα της σχολής, ξεχωρίζουν. Ο ήρωας της ταινίας οργίζεται, επιμένει για το δίκιο του, χρησιμοποιεί τη λογική του, απέναντι σε έναν παραλογισμό που με απόλυτη ψυχραιμία επιχειρεί να τον συντρίψει. Είναι οι ερμηνείες των ηθοποιών εκείνες που δίνουν μεγαλύτερο βάρος στο κείμενο: μοιάζουν όλοι να έχουν εγκλωβιστεί για πάντα στο σύμπαν του Pleasantville (με το οποίο η Αγανάκτηση θα έκανε καλή παρέα). Ο Λόγκαν Λέρμαν είναι υπέροχος σε μία ερμηνεία γεμάτη δύναμη και εσωστρέφεια -ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στην Λίντα Έμοντ και στην σκηνή που ζητά από τον γιο της μια χάρη που αφορά την προσωπική του ζωή. Είναι προς τιμήν του Σέιμους το γεγονός ότι καταφέρνει να αποδώσει το γράμμα, αλλά και το πνεύμα του Φίλιπ Ροθ. Η ταινία κλείνει με ένα συγκλονιστικό φινάλε που δείχνει το αποτέλεσμα της σύγκρουσης ενός επαναστατικού πνεύματος με το κατεστημένο το οποίο τον βαραίνει. Υπέροχη και η μουσική της ταινίας. Ένα πραγματικό κομψοτέχημα που ελπίζουμε να λάβει διανομή στη χώρα μας.

Μια Εβδομάδα και μια Μέρα / One Week and a Day

Σκηνοθεσία: Ασάφ Πολόνσκι

3popcorn

Μετά τον θάνατο του γιου του και μετά το σίβα (την περίοδο πένθους), ένας πατέρας προσπαθεί να προχωρήσει μπροστά με λίγη βοήθεια από τη… μαριχουάνα και τον τρελάρα φίλο του γιου του. Την ίδια ώρα, η σύζυγος του αναζητά τον δικό της τρόπο να πενθήσει, ο οποίος φαίνεται να διαφέρει αρκετά από εκείνον του συζύγου της. Ο Ασάφ Πολόνσκι έχει κατασκευάσει μια γλυκό-πικρη κωμωδία (υπάρχουν σκηνές που θα χαμογελάσετε, αλλά μη φανταστείτε ότι μιλάμε για τρανταχτά γέλια), σε μία ταινία σύγχρονη που μιλά για τη διαχείριση της απώλειας και για αυτό που οι άλλοι περιμένουν από σένα. Η ταινία του Ασάφ Πολόνσκι -που έλαβε βραβείο στις Κάννες κινείται σε αργούς ρυθμούς, επιλέγει τον νατουραλισμό ως φόρμα και στο μεγαλύτερο κομμάτι της δεν κάνει χρήση μουσικής (όπου κάνει, οι επιλογές ξενίζουν). Ωστόσο, μοιάζει αρκετά θαρραλέα, έχει δύο στο κέντρο της δύο πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες, δύο γονείς μοντέρνους, αλλά βαθιά πληγωμένους και δύο πολύ καλές ερμηνείες από τους Σάι Αβίβι και Εβγκένια Ντόντινα. Οι άνθρωποι, οι στιγμές, είναι αυτά που προσφέρουν στον κεντρικό χαρακτήρα αυτό που μοιάζει να αναζητά, την στιγμή που για τη σύζυγό του, αυτό το προσφέρει η κατανόηση.

Remainder / Απομεινάρια

Σκηνοθεσία: Ομέρ Φαστ

one-half-popcorn

Μετά από ένα μυστηριώδες ατύχημα, μιας τεράστιας τζαμένιας οροφής εμπορικού κέντρου που πέφτει στο κεφάλι του, ένας νεαρός χάνει τη μνήμη του, του ποιος είναι αλλά και σχεδόν ολόκληρης της πρότερης ζωής του, παρά κάποιες χαοτικές αναμνήσεις, φαινομενικά ασύνδετες, που δε μπορεί να ξεχωρίσει αν είναι πραγματικές ή από όνειρο. Καθώς μοιάζει αδύνατο να συνεχίσει να ζει έτσι, αλλά και εισπράτει υπέρογκα ποσά αποζημιώσεων για το ατύχημα του, ο νεαρός βρίσκει έναν ιδιαίτερο τρόπο να προσπαθήσει να ανακτήσει τη χαμένη μνήμη του. Μισθώνει ανθρώπους να αναπαραστήσουν τις στιγμές αλλά και τα τοπία που βλέπει. Παράλληλα, κάποιοι περίεργοι τύποι φαίνονται να τον αναζητούν, με όχι τόσο αγαθές προθέσεις, ενώ ο ίδιος μοιάζει να έχει deja-vu με ορισμένους ανθρώπους σαν να εξελίσει κάποιες μαντικές ικανότητες.

Βασισμένο σε μυθιστόρημα του Τομ ΜακΚάρθι, το Remainder είναι ένα μεγαλόπνοο σκηνοθετικό ντεμπούτο που πράγματι βαδίζει σεναριακά στα χνάρια των «Memento» και «Primer». Αυτά όλα τα ενδιαφέροντα στοιχεία όμως, δυστυχώς λένε μόνο την μια πλευρά της αλήθειας, καθώς το τελικό αποτέλεσμα μάλλον είναι διαφορετικό από ότι θα περιμένατε. Έχει προσεγμένη φωτογραφία και ξεχωριστή χρωματική παλέτα, μη ξεχνάμε ότι ο σκηνοθέτης, Ομέρ Φαστ, ξεκίνησε και από video-artist, έχει όμως εξουθενωτικά αργούς ρυθμούς αφήγησης και ένα εξοντωτικό βουητό ως υποτονικό μουσικό μοτίβο που θα σας κάνει να νυστάξετε ακόμα κι αν έχετε ξυπνήσει πριν από λίγο και ήπιατε δυο καφέδες απανωτά. Το μυστήριο του παρελθόντος του άντρα, οι εικόνες που περνούν σαν σαϊτες στο μυαλό του, αλλά και η πρωτότυπη σεναριακή ιδέα της ανακατασκευής και σκηνοθεσίας ολόκληρου του περιβάλλοντος ενός ονείρου, εισάγει σε ένα σουρεαλιστικό κόσμο βρετανικής κινηματογραφικής κουλτούρας, που δυστυχώς αντί να χτίσει ατμόσφαιρα δημιουργεί ένα περιβάλλον σχεδόν βασανιστικό για τον θεατή.

L’ Avenir / (Things to Come) Το μέλλον

Σκηνοθεσία: Μία Χάνσεν-Λοβ

two-half-popcorn

l-avenir-001Η Ιζαμπέλ Ιπέρ πρωταγωνιστεί σε αυτό το σοφιστικέ δράμα γύρω από τη ζωή μιας μεσήλικης γυναίκας που όλα γύρω τις αλλάζουν, η σχέση με τον άντρα της, τα παιδιά της, την ηλικιωμένη μητέρα της, τη δουλειά της, ένα υπόγειο, πλατωνικό φλερτ με πρώην μαθητή της. Θεματική που έχουμε δει από πολλές πλευρές, η γυναικεία κρίση μέσης ηλικίας, όπως στη Θλιμμένη Τζάσμιν. Εδώ η Χάνσεν-Λοβ επιχειρεί μια πιο απαλής έντασης ταινία, με την πρωταγωνίστρια της να είναι καθηγήτρια φιλοσοφίας, καλοσυνάτη και ήπιων τόνων, περισσότερο εγκεφαλική γυναίκα, ίσως τελικά λίγο ρομαντική και φαντασμένη, που προχωρά χωρίς να αντιλαμβάνεται ακριβώς τι γίνεται γύρω της. Ζει στο μικρό της μπαλονάκι (εδώ ταιριάζει και ο αγγλικός τίτλος «things to come – όσα πάνε κι όσα έρθουν») και αντιμετωπίζει τα χτυπήματα της μοίρας στωικά, ακόμα και με λίγο χιούμορ, οι δε κόντρες της είναι περισσότερο σε θεωρητικό παρά σε πρακτικό επίπεδο, κάνοντας τακτικά πόλεμο με ονόματα συγγραφέων δοκίμιων φιλοσοφίας.

Η Ιπέρ καλείται να παίξει αυτή την σαραντάρα καθηγήτρια και παρά τα χρονάκια της, έχει ενέργεια και πάθος στην ερμηνεία της, σε στιγμές σαν να είναι πραγματικά παιδούλα. Από την άλλη, το σενάριο δε της δίνει πατήματα για δυνατή ερμηνεία, ή η ίδια δεν το εκμεταλλεύεται στο έπακρο. Δεν είναι όμως τόσο καλό που ακούγονται περισσότερο ονόματα θεωρητικών, παρά οι θεωρίες τους. Οι όποιες συζητήσεις ή συσχετισμοί με παλιότερα ρεύματα, σε αμπελοφιλοσοφικές συζητήσεις που αρέσκονται να κάνουν οι Γάλλοι πίνοντας κρασί, δε τολμούν από την άλλη να βγουν μπροστά στο προσκήνιο, αλλά υποβαθμίζονται για τη ροή των υπόλοιπων δρώμενων της ταινίας. Κρίμα γιατί διαφαίνεται μια ενδιαφέρουσα σαρκαστική ματιά, αντιπαραβολή γαλλικής επανάστασης, Μάη του ’68 και σημερινών μαθητών εναντίον …Σαρκοζί! Πολύ καλή στο ρόλο της μάνας Ιβέτ, η Έντιθ Σκομπ, σύζυγος του συνθέτη Γιώργου Απέργη.

Indivisibili / Αχώριστες

Σκηνοθεσία: Εντοάρντο Ντε Αντζέλις

 two-half-popcorn

indivisibili-001H τραγική ιστορία της Ντέιζι και της Βιόλα, δυο δίδυμων κοριτσιών που γεννήθηκαν σιαμαίες, κολλημένες στο μηρό. Τα δυο κορίτσια είχαν την ευτυχία να έχουν υπέροχες φωνές, αλλά την ατυχία να γεννηθούν σε φτωχογειτονιά της Νάπολης, που σφίζει από ανεργία και μόνο επικερδές επάγγελμα έχει απομείνει η πορνεία. Η προβληματική τους οικογένεια, ενός συγκεντρωτικού, αυταρχικού πατέρα που χαρτοπαίζει, μιας μάνας εθισμένης στα ναρκωτικά και το αλκοόλ και δυο θείων τους, εκμεταλλεύονται την ιδιαιτερότητα τους κλείνοντας τους εμφανίσεις ως μοναδική πηγή εσόδων. Τα νεαρά κορίτσια όμως, που σύντομα γίνονται 18 χρονών, συναντούν ένα γιατρό που κάνει διάγνωση ότι δεν μοιράζονται κοινά όργανα και αποτελεί έγκλημα που δεν είχαν χωριστεί από τη γέννα.

Η ταινία κάνει βουτιά στις φτωχογειτονιές της Νάπολης, όπου ζουν κυρίως μετανάστες και τσιγγάνοι. Χαμηλό πνευματικό επίπεδο, δεισιδαιμονίες ότι οι σιαμαίες φέρνουν γούρι και ότι είναι θέλημα Θεού η κατάσταση τους. Χαρακτηριστική μορφή του τοπικού ιερέα, ένας τσιλιμπουρδιάρης παπάς με σκουλαρίκι και τσιγάρο, περισσότερο μαφιόζος παρά εκπρόσωπος του κλήρου, έχει επίσης στήσει μια μικρή κερδοφόρα επιχείρηση στην περιοχή, όπως ο φερόμενος ατζέντης που πλησιάζει τις κοπέλες, πουλώντας έρωτα στη μια. Οι δυο κοπέλες έχουν να αποδράσουν από τον καταπιεστικό πατέρα, αλλά και το βούρκο όλης της περιοχής, ενώ παράλληλα έχουν να αντιμετωπίσουν και τις δικές τους ανασφάλιες και φοβίες της ενδεχόμενης αποκόλλησης. Ωραία φτιαγμένοι χαρακτήρες του πατέρα, αλλά και των δυο κοριτσιών, που παρά του ότι μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, έχουν τόσο διαφορετικές ερμηνείες που είναι εύκολο να διαχωρίσεις τη μια από την άλλη. Ανάλογα με την ψυχολογία τους αλλάζουν στάση, ώστε μοιάζουν άλλοτε η μια πιο ψηλή, άλλοτε η άλλη. Ενδιαφέρουσες οι μουσικές επιλογές, πιο κοντά στο τσιγγάνικο στοιχείο που θέλει να περάσει ο σκηνοθέτης. Η σχέση των δυο κοριτσιών και ο χρόνος που γεμίζουν μόνες τους την οθόνη είναι το μεγάλο όπλο της ταινίας. Θα μπορούσε ίσως να τις αφήσει περισσότερο να αναπνεύσουν μέσα από το σενάριο και να αποφύγει κάποιες υπερβολές που έκαναν την ταινία μη ρεαλιστική.

Gary Numan: Android in La La Land / Γκάρι Νιούμαν: Ένα Ανθρωποειδές στη Γη της Επαγγελίας

Σκηνοθεσία: Στιβ Ριντ, Ρομπ Αλεξάντερ

3popcorn

gary-numan-android-in-la-la-land-002Ακολουθούμε τον Γκάρι Νούμαν λίγο μετά την επιστροφή του στην έμπνευση, μετά μεγάλη περίοδο στην αφάνεια, οικονομικά προβλήματα, κατάθλιψη και έλλειψη αυτοπεποίθησης, έχει αρχίσει από το 2008 να κάνει δειλά δειλά κάποια μουσικά βήματα και να βγαίνει από το περιθώριο. Κάνει εμφανίσεις, όπου λέει ξανά και ξανά τις γνωστές του επιτυχίες, Are Friends Electric και Cars, αλλά δεν έχει να παρουσιάσει κάτι φρέσκο. Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί αυτόν και την οικογένεια του στις προσπάθειες για την ολοκλήρωση του δίσκου του Splinter, του 2013, που έμελλε να τον επαναφέρει ξανά στα charts μετά από 30 χρόνια. Με έντονη ειλικρίνεια παρουσιάζει σε πολλά σημεία το πραγματικό του πρόσωπο, απογυμνωμένο από το image του ειδώλου που είχε πλάσει επί σκηνής.

Έντονη προσωπικότητα η γυναίκα του, που τον στήριξε και τον στηρίζει ακατάπαυστα όλα αυτά τα χρόνια. Μαθαίνουμε για τη σχέση τους και για το ρόλο των γονειών του, που όλοι μαζί ανέλαβαν έναν άτυπο ρόλο μάνατζερ για τον καλλιτέχνη, που σε πολλά σημεία ήταν προβληματικός, όχι μόνο λόγω του συνδρόμου Άσπενγκερ, αλλά και στο πώς να διαχειριστεί την ξαφνική επιτυχία του ως έφηβος. Φυσικά, δε λείπουν και κάποια ψεματάκια και σημεία που θα ξενίσουν, όπως το σημείο που το ζευγάρι κλαίγεται για τα οικονομικά του προβλήματα και την παύση της οικονομικής στήριξης των γονειών του και μετά πάνε και αγοράζουν μια πανάκριβη έπαυλη στο Λος Άντζελες, μια τεράστια μονοκατοικία με μεσαιωνική διακόσμιση, κήπο και πισίνα. Όχι ακριβώς η κρίση προσωποποιημένη.

gary-numan-android-in-la-la-land-001Παρόλα αυτά, έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε τις απόψεις του Νούμαν για τη δημιουργία, την έμπνευση και πως την κυνηγά. Βλέπουμε τον παράδοξο τρόπο με τον οποίο κυνηγά τις ιδέες του στα μουσικά μονοπάτια και προσπαθεί να συνθέσει, ενώ παράλληλα ακούμε αρκετά κομμάτια από το δίσκο του Splinter και πως αυτά παίρνουν την τελική τους μορφή. Ίσως κάποιοι φίλοι θα ήθελαν περισσότερα για την εποχή της μεγάλης του δόξας, όμως ο καλλιτέχνης έχει γυρίσει σελίδα. Από punk έκανε τη βουτιά του στην επανάσταση της ηλεκτρονικής μουσικής των αρχών των 80s, πειραματίστηκε με διάφορα είδη και τώρα βρήκε ένα τρόπο να τα συνδυάσει αυτά τα δυο, σε ένα πιο goth ύφος. Βέβαια, μας το κάνει ξεκάθαρο ότι όλα αυτά τα βλέπει σαν δουλειά και ότι γράφει τραγούδια συνειδητοποιημένα, αναζητώντας τι θα αρέσει στον κόσμο, όχι απαραίτητα κακό, σίγουρα μια ειλικρικής δήλωση. Το «ρομπότ» απομυθοποιείται πλήρως αλλά μας συγκινεί στο πανέμορφο τελευταίο 5λεπτο, όταν απαγγέλει υπέροχα ένα παραμύθι στην κόρη του για να την βάλει για ύπνο, ένα παραμύθι που θα μπορούσε να είναι και η δικιά του ιστορία.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *