Αγαπώντας, Πίνοντας και Τραγουδώντας (Aimer, Boire Et Chanter)
Κάπου ανάμεσα σε πρόβες για ένα θεατρικό που πρόκειται να ανεβάσουν ο γιατρός Δρ. Κόλιν σπάζει το απόρρητο και εκμυστηρεύεται στη γυναίκα του Κατρίν ότι η υγεία του Ζορζ Ράιλι δεν είναι καθόλου καλή και πιθανότατα να έχει ελάχιστους μήνες ζωής. Αυτό που δε γνωρίζει όμως ο Δρ. Κόλιν είναι ότι ο Ζορζ ήταν η πρώτη αγάπη της γυναίκας του. Το αντρόγυνο προσπαθεί και πείθει τον Ζορζ να συμμετάσχει στο θεατρικό, όπου παίζει και το φιλικό τους ευκατάστατο ζευγάρι, της Ταμάρα και του άπιστου συζύγου της Τζακ, παιδικού φίλου του Ζορζ. Ο ρόλος της Ταμάρα προϋποθέτει σε ένα σημείο να φιλήσει τον Ζορζ. Από την άλλη μόλις μαθαίνει για την ασθένεια του, κάνει την επανεμφάνιση της η πρώην γυναίκα του Ζορζ, Μόνικα, που τον είχε εγκαταλείψει και συζεί με έναν αγρότη. Ο Ζορζ όμως δείχνει «υγιέστατος», μοιάζει να απολαμβάνει τη ζωή του στο έπακρο, πίνοντας και χορεύοντας σαν νεαρός, ενώ ανακοινώνει ότι ετοιμάζεται και για ταξίδι αναψυχής στην Τενερίφη. Οι τρεις γυναίκες σιγά σιγά δείχνουν μαγεμένες από τον Ζορζ και αρχίζουν να κάνουν όνειρα να αποδράσουν μαζί του.
Την τελευταία ταινία κάθε μεγάλου δημιουργού την αντιμετωπίζουμε συχνά με τρυφερότητα καθώς αποτελεί το επίσημο «αντίο» του. Ο Αλέν Ρενέ με το κύκνειο άσμα του ακολουθεί τον κανόνα των μεγάλων σκηνοθετών, που θέλει την τελευταία τους δουλειά να αγγίζει μεταφυσικές προεκτάσεις. Ο Ρενέ με το Αγαπώντας, Πίνοντας και Τραγουδώντας επιχειρεί μια ελεύθερη μεταφορά του θεατρικού Life of Riley, μεταφέροντας παράλληλα το παραμυθένιο στοιχείο του θεάτρου στο σινεμά. Πρόκειται για την τρίτη μεταφορά από το γάλλο σκηνοθέτη θεατρικού έργου του Άλαν Έικμπορν, μετά τα Coeur και Smoking / No Smoking και για άλλη μια φορά πρωταγωνιστεί η Σαμπρίν Αζεμά.
Το Αγαπώντας, Πίνοντας και Τραγουδώντας σίγουρα πετυχαίνει να έχει τη δική του ατμόσφαιρα. Γυρισμένο σε στούντιο, με ελάχιστα μόνο εξωτερικά εμβόλιμα πλάνα δρόμων της εξοχής του Γιόρκσαϊρ και ζωγραφισμένα σκίτσα των τοποθεσιών, ο σκηνοθέτης έδωσε μια δική του ιδιαίτερη καλλιτεχνική αισθητική στους χώρους που αποτύπωσε, με την χρήση κουρτινών και παίζοντας με τον φωτισμό. Ενώ το ντεκόρ παραπέμπει άλλοτε στο Venus in Fur του Πολάνσκι και άλλοτε στο Dogville του Τρίερ, ο Αλέν Ρενέ χειρίστηκε τους χαρακτήρες του περισσότερο όπως ο Γούντι Άλεν, μπλέκοντας ψυχολογία, δραματικότητα και χιούμορ στους διαλόγους των ηρώων, ενώ οι γωνίες λήψης του και το στήσιμο των σκηνικών σε συνδυασμό με την μουσική συχνά θυμίζουν καρτουνίστικη σειρά κινουμένων σχεδίων.
Εκτός της αγαπημένης του σκηνοθέτη ηθοποιού Σαμπρίν Αζεμά που έχει πρωταγωνιστήσει σε αρκετές γνωστές ταινίες του (Coeur, Smoking / No Smoking, Αγριόχορτα/Wild Grass, Η Ζωή είναι ένα τραγούδι/Same Old Song, L’Amour à Mort κ.α.), στην ταινία παίζουν γνωστά ονόματα του γαλλικού σινεμά, όπως ο Ιπολίτ Ζιλαρντώ (Η Μανόν των Πηγών, Λαίδη Τσάτερλι, Ανοιχτή Καρδιά, Το Κεφάλαιο), η Καρολίν Σιόλ (Ζωή σαν Τριαντάφυλλο, Όλα τα Πρωινά του Κόσμου), ο Μισέλ Βιγιερμόζ (Atonement/Εξιλέωση, Μεσάνυχτα στο Παρίσι, Ατέλειωτοι Αρραβώνες, Γλυκά μας Λάθη/Camille Redouble) και η Σαμπρίν Κιμπερλέν (9 Mois Ferme, L’appartement, Γυναίκες του Τελευταίου Ορόφου). Έμπειροι ηθοποιοί όλοι κρατούν τις ερμηνείες τους σε καλά επίπεδα, αν και αρκετά θεατρικές, αν εξαιρέσει κανείς την Σαμπρίν Κιμπερλέν που δίνει λίγο περισσότερο κινηματογραφικό βάθος στο στήσιμο του χαρακτήρα της.
Το εύρημα της εξαφάνισης του βασικού πρωταγωνιστή Ζόρζ (ότι δηλαδή δεν εμφανίζεται ποτέ ανφάς στο φακό) δίνει στα τρία συναφή του ζευγάρια την αποκλειστικότητα στο βλέμμα του σκηνοθέτη, με διαλόγους που έχουν μια έντονη υποβόσκουσα ειρωνεία και χιούμορ, αλλά ίσως κουράσουν λίγο όσους δεν είναι γνώστες του έργου. Προς το τέλος όμως η πλοκή -αν και αναμενόμενη- δένει το σύνολο, αφήνοντας καλή επίγευση. Τελικά η ταινία μένει στο μυαλό μας περισσότερο σαν η τελευταία δουλειά ενός μεγάλου σκηνοθέτη.
Τελικά να τη δω; Περίεργο αυτοσαρκαστικό εγχείρημα μεταξύ κωμωδίας καταστάσεων και ψυχογραφήματος της ανθρώπινης ύπαρξης, από τη μια του αιώνιου μπον βιβέρ – Ζορζ και από την άλλη του γυναικείου εσωτερικού κόσμου. Ο Αλέν Ρενέ διασκεδάζει με τις έννοιες και τους τρόπους παρουσίασης του, αποχαιρετώντας «περιβαλλόμενος από την οικογένειά του» τον κόσμο του σινεμά, όπως και τον επίγειο.