CROSSINGEUROPE 2022: Σελήνη, 66 Ερωτήσεις
Της M.G.Vagenas
Μετά τις σπουδές της στην London Film school, η Ζακλίν Λέντζου έγινε γνωστή στο διεθνές κοινό με μια σειρά ταινιών μικρού μήκους που επιλέχθηκαν από μεγάλα φεστιβάλ όπως το Τορόντο, το Λοκάρνο και οι Κάννες. Το μεγάλου μήκους ντεμπούτο της, Σελήνη, 66 Ερωτήσεις, που προβλήθηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα Encounters της Berlinale το 2021, αποδεικνύει τη μεγάλη δεξιοτεχνία της Λέντζου σε όλες τις πτυχές της κινηματογραφικής γλώσσας.
Μέρος του διαγωνιστικού τμήματος του Crossingeurope η παρουσίαση του Σελήνη, 66 Ερωτήσεις, συνεπήρε το κοινό του φεστιβάλ που είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με την Σοφία Κόκκαλη, πρωταγωνίστρια της ταινίας.
Κτισμένη πάνω σε ένα αυτοβιογραφικό υπόβαθρο η Σελήνη, 66 Ερωτήσεις είναι μια ιστορία αγάπης, συμπόνιας και συγχώρεσης. Μέσα από τη δοκιμασία μιας ασθένειας, ένας αποξενωμένος πατέρας και η κόρη του διανύουν μια κοινή πορεία που κορυφώνεται, απρόσμενα, με μια συμφιλίωση. Ευαίσθητη, συγκινητική και ποιητική αλλά ποτέ μελοδραματική, η ταινία είναι απόλυτα ισορροπημένη.
Words don’t come easy: το ρεφρέν αυτού του παλιού ποπ τραγουδιού που ακούγεται κατά τη διάρκεια των τίτλων τέλους, περιγράφει με σαφήνεια το νόημα της αφήγησής- μια και ο Πάρις και η Άρτεμις δεν έμαθαν ποτέ να εκφράζουν τα συναισθήματά τους ο ένας στον άλλον.
Ο Πάρις, ο πατέρας, ένας άνδρας στα πενήντα του, ήταν πάντα ψυχρός, αδιάλλακτος και αποστασιοποιηθέντος απέναντι στη μοναχοκόρη του, την Άρτεμη, που έχοντας φύγει πια για σπουδές στο εξωτερικό, είχε χάσει και αυτή σχεδόν κάθε επαφή μαζί του.
Η ιστορία αρχίζει in medias res. Ύστερα από ένα αγωνιώδες τηλεφώνημα που δέχεται από κάποιον στην Αθήνα, η Άρτεμις παρατάει τα πάντα και σπεύδει στο προσκέφαλο του πατέρα της που αρρώστησε. Ο Πάρης που πάσχει από μια σοβαρή παράλυση που πλήττει εν μέρει και την ομιλία του, παίρνει εξιτήριο από το νοσοκομείο και χρειάζεται πλέον βοήθεια όλο το 24ωρο. Παρά τις περιστασιακές επισκέψεις και τις αόριστες υποσχέσεις για βοήθεια από τις θείες και τους θείους της, η Άρτεμις είναι στην ουσία εντελώς μόνη της και πρέπει να αντιμετωπίσει αυτή την δύσκολη κατάσταση με τις δικές της δυνάμεις. Ακόμα και η μητέρα της, η πρώην σύζυγος του Πάρη, παραμένει στο περιθώριο, ενώ ο κύριος Ιάκωβος, ο επιστήθιος φίλος του, τον επισκέπτεται μόνο που και που από ευγένεια.
Όμως το κορίτσι δεν το βάζει κάτω. Τα γεγονότα παρουσιάζονται από τη δική της οπτική γωνία. Στιβαρή αλλά και ευάλωτη, υπεύθυνη αλλά και ανάλαφρη, η Άρτεμις ενσαρκώνεται από μια εκπληκτική Σοφία Κόκκαλη, που στέφτηκε για αυτόν τον ρολο με το βραβείο καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Οι ατελείωτες καλοκαιρινές μέρες είναι εξουθενωτικές και ο χρόνος μοιάζει σαν να έχει σταματήσει στο τεράστιο, πολυτελές διαμέρισμα, όπου η Άρτεμις βρίσκεται κλεισμένη με τον ημιπαράλυτο πατέρα της.
Όμως το κορίτσι πιστεύει ακράδαντα πως η κατάσταση του Πάρη μπορεί να βελτιωθεί και δίνει μάχη κάθε στιγμή για να τον βοηθήσει να σηκωθεί, να περπατήσει και να φάει. Στον ελεύθερο χρόνο της, περιπλανιέται μόνη της από δωμάτιο σε δωμάτιο, αγγίζοντας αντικείμενα, ξαναζωντανεύοντας αναμνήσεις, επινοώντας παιδικά παιχνίδια για να γεμίσει τη σιωπή και τη μοναξιά γύρω της. Καθώς κινείται, η κάμερα εξερευνά διαρκώς τα ζωηρά μάτια της που κοιτάζουν εκτός κάδρου, γεμάτα ανησυχία, προσδοκίες και ελπίδα.
Όμως, παρόλες τις προσπαθείς της Αρτέμης ο πατέρας της φαντάζει ακόμα πιο απόμακρος από πριν, ένας ξένος.
Πού και πού η πραγματικότητα αναμειγνύεται με μια άλλη διάσταση φτιαγμένη από αναμνήσεις και θραύσματα εικόνων από το παρελθόν. Από την οθόνη περνάνε ένα αυτοκίνητο, ένα κτίριο ή μια έρημη παραλία και άλλες ακόμη τέτοιες στιγμές που έχουν καταγραφεί σε παλιές κασέτες VHS, ένα είδος βίντεο- ημερολόγιο του Πάρη, ενώ ακούμε τα σχόλια της Άρτεμης σε voice over.
Ένα βαρύ οικογενειακό μυστικό που φυλάγεται με ζήλο και δεν αποκαλύπτεται υπονομεύει μόνιμα την σχέση πατερά και κόρης. Στην αρένα αυτού του συναισθηματικού κενού, η Ζακλίν Λέντζου σκηνοθετεί επιδέξια τα σώματα των δύο πρωταγωνιστών. Σαν σε μάχη σώμα με σώμα, ο Πάρης και η Άρτεμις στηρίζουν ο ένας τον άλλον με τεράστια προσπάθεια. Απόλυτα εξαρτημένος από την κόρη του, ο Πάρης προσκολλάται πάνω της με σπασμωδικές κινήσεις. Το να κάνει μερικά μόνο βήματα είναι μια ολόκληρη περιπέτεια για αυτόν. Η φυσικότητα με την οποία ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ενσαρκώνει αυτού το ρημαγμένο από την αρρώστια σώμα, είναι απόλυτα πειστική. Ο Πάρης απαντάει στις πεζές ερωτήσεις της Αρτέμης κυρίως με χειρονομίες και μια αόριστη μουρμούρα, όμως καθώς σιγά, σιγά η κατάστασή του σταθεροποιείται, αρχίζει να αναπτύσσεται μεταξύ τους ένα είδος παιδικής συμμαχίας. Μια τρελή βόλτα με το αναπηρικό καροτσάκι που ο Πάρις δεν πρέπει να χρησιμοποιεί, η αδεξιότητα της Άρτεμις που πασαλείβεται με το αγαπημένο της παγωτό και τον κάνει να χαμογελάσει, είναι μικρά επεισόδια που μας δείχνουν μια δειλή προσέγγιση μεταξύ τους.
Παρά τη σοβαρότητα του θέματός της, δεν υπάρχει τίποτα το ζοφερό σε αυτή τη γεμάτη με χάρη, διακριτικά χιουμοριστική ιστορία, που εκτυλίσσεται με αξιοσημείωτη λιτότητα.
Βήμα προς βήμα, το σενάριο μάς προσφέρει διάφορα σημάδια, που η Άρτεμις όμως δεν μπορεί ακόμη να ερμηνεύσει, ώσπου, μια μέρα, ανοίγοντας ένα ξεχασμένο συρτάρι, τελικά εμφανίζεται ολοκάθαρα μπροστά της η κρυμμένη αλήθεια που ασυνείδητα πάντα αναζητούσε.
Μια σειρά από χαρτιά Ταρώ, που χρησιμοποιούνται συνήθως για να διαβάζει κανείς τη μοίρα του, εισάγουν τα τέσσερα κεφάλαια της ιστορίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το τελευταίο χαρτί είναι αυτό του “θαύματος”. Στο τέλος όντως συμβαίνει ένα θαύμα. Ίσως δεν είναι αυτό που ήλπιζε η Άρτεμις να συμβεί, είναι όμως εξίσου δυνατό. Καθώς βλέπουμε πατέρα και κόρη συμφιλιωμένους, να πέφτουν επιτέλους ευτυχισμένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, δεν μπορούμε παρά να δακρύσουμε.