ΑφιερώματαΣυνεντεύξεις

Οι συντελεστές του Χανκ και Άσα σε αποκλειστική συνέντευξη γεμάτη έρωτα

Την είδαμε στη Θεσσαλονίκη, στο πρόσφατο κινηματογραφικό Φεστιβάλ και την ερωτευτήκαμε. Η χαριτωμένη ταινία του Τζέιμς Νταφ, Χανκ και Άσα, μιλά για τον έρωτα της νέας εποχής, χρησιμοποιώντας όρους της αλληλογραφίας μεταξύ των εραστών, όπως η προσμονή. Με δύο γεμάτους φρεσκάδα πρωταγωνιστές (Άντριου Παστίδης και Μαχίρα Καχάρ), η ταινία μιλά για τον έρωτα.

Αναζητήσαμε τους συντελεστές αυτής της μικρής ερωτικής βιντεο-επιστολής και τους ζητήσαμε να μας μιλήσουν για την ταινία τους, τα αγαπημένα τους μέρη στις πόλεις όπου ζουν, αλλά και το ίδιο το κινηματογραφικό μέσο.

Είναι μεγάλη μας χαρά που μαθαίνουμε ότι την Παρασκευή, ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, ανακοινώθηκε ότι η ταινία θα προβληθεί στις αίθουσες στις ΗΠΑ (στη Νέα Υόρκη από τις 11 Απριλίου και στο Λος Άντζελες από τις 18 Απριλίου). Στην Ελλάδα μάλλον δύσκολα θα τη δούμε, αλλά ελπίζουμε οι διανομείς να μας ακούσουν και να θελήσουν να τη φέρουν και στη χώρα μας.

Η σειρά αυτή των συνεντεύξεων -μας μιλούν οι δύο πρωταγωνιστές Άντριου Παστίδης και Μαχίρα Κακάρ, ο σκηνοθέτης Τζέιμς Νταφ και ο σκηνογράφος Αλέξης Χρυσικός- θα ταίριαζε μονάχα στην Ημέρα των Ερωτευμένων. Εμείς, σημειώσαμε απλά τις φράσεις τους που δηλώνουν τον έρωτά τους: για τα αγαπημένα τους μέρη, για τον ρομαντισμό, για τον ίδιο τον έρωτα, για το σινεμά…

Άντριου Παστίδης

  • Πες μας μερικά πράγματα για τον χαρακτήρα σου…

Παίζω έναν 27χρονο από τη Βόρειο Καρολίνα, τον Χανκ. Όταν τον συναντάμε ζει στη Νέα Υόρκη για έξι μήνες, ελπίζοντας να καταφέρει να εισέλθει στην βιομηχανία του κινηματογράφου ως σκηνοθέτης/συγγραφέας. Έχει δώσει στον εαυτό του περιθώριο ενός έτους για να τα καταφέρει, ωστόσο ξοδεύει τον περισσότερο χρόνο του κάνοντας μια μικροδουλειά ως βοηθός παραγωγού σε ένα ριάλιτι, γεγονός που δεν είναι η καριέρα που ήλπιζε να έχει. Είναι ένας ευαίσθητος άνδρας με πολύ καλή αίσθηση του χιούμορ και τελικά ξυπνά από τον λήθαργο που έχει πέσει από το ενδιαφέρον και την εκτίμηση που δείχνει η Άσα για αυτόν και τη δουλειά του.

  • Γνώρισες την Μαχίρα Καχάρ την τελευταία ημέρα των γυρισμάτων. Πόσο δύσκολο ήταν να παίζεις τον ρόλο χωρίς να έχεις απέναντί σου τη συμπρωταγωνίστριά σου;

Χωρίς να την έχω να «επηρεάζει» -ας το πω έτσι-, ήταν δύσκολο να κρίνω σαν ηθοποιός εάν έκανα τη δουλειά μου. Η λυδία λίθος ήταν η αντίδραση του σκηνοθέτη και των συνεργατών του. Είχε τη δυνατότητα να με τοποθετήσει στις σωστές συνθήκες και τελικά να κρίνει εάν η αντίδρασή μου σε κάθε σκηνή που προηγείτο ήταν η κατάλληλη. Επίσης, εκτιμώ την αξία της φαντασίας σαν ηθοποιός, οπότε μπορεί κάποιος να σκεφτεί ότι είχε πολύ μεγάλη ελευθερία να δημιουργήσω στο μυαλό μου την Άσα.

  • Η ταινία μιλά για δυο ανθρώπους που ξεναγούν ο ένας τον άλλο στα αγαπημένα τους μέρη στις πόλεις όπου ζουν. Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέρος στην αγαπημένη σου πόλη;

Θα μπορούσα να διαλέξω ένα αγαπημένο σημείο σε κάθε γειτονιά της Νέας Υόρκης, καθώς κάθε ένα είναι διαφορετικό και τόσο πλούσιο, αλλά μου αρέσει να επισκέπτομαι το κτίριο Ford Foundation στην 42η Οδό μεταξύ της 1ης και της 2ης Λεωφόρου, επειδή εκεί υπάρχει ένα δημόσιο αίθριο. Μέσα σε αυτό υπάρχει μια μικρή όαση από εκατοντάδες φυτά και εάν κλείσεις τα μάτια σου μπορείς να φανταστείς ότι βρίσκεσαι κάπου ήσυχα. Άλλο αγαπημένο μου μέρος είναι η μπροστινή είσοδος του διαμερίσματος, όπου οι γονείς μου ζούσαν στην Αστόρια. Η αισθητική μνήμη μου είναι ζωηρή και άμεση όταν πηγαίνω εκεί.

  • Ο σκηνοθέτης είπε στη Θεσσαλονίκη ότι έχεις ελληνική καταγωγή; Έχεις έρθει στην Ελλάδα;

Είμαι Έλληνας δεύτερης γενιάς. Οι γονείς του πατέρα μου και η αδελφή του, Μπάρμπαρα, ήρθαν από την Κύπρο στα τέλη της δεκαετίας του 1940 στην Αστόρια της Νέας Υόρκης, όπου ο πατέρας μου γεννήθηκε λίγο αργότερα. Μεγάλωσα με μία έντονη αίσθηση περηφάνιας για την καταγωγή μου και η μητέρα μου που είναι ιρλανδο-αμερικανίδα έμαθε πώς να μαγειρεύει από τους παππούδες μου και μετά από αυτό εξέδωσε το δεύτερο βιβλίο της με ελληνική μαγειρική στις ΗΠΑ. Όταν ήμουν μικρός, η οικογένειά μου πέρασε έναν χρόνο στην Αθήνα και έχουμε πολλές φορές επισκεφτεί την ηπειρωτική Ελλάδα, τα νησιά και την Κύπρο. Είμαι περήφανος που έχω το όνομα του παππού μου και που είμαι Ελληνοαμερικανός ηθοποιός στη Νέα Υόρκη.

Μαχίρα Κακάρ

  • Πες μας μερικά πράγματα για τον χαρακτήρα σου.

Η Άσα είναι μία νεαρή φοιτήτρια από την Ινδία που σπουδάζει κινηματογράφο στην Πράγα. Πιστεύω ότι γνωρίζει ότι αυτό είναι ένα τεράστιο προνόμιο και ένα δώρο από την παραδοσιακών αρχών οικογένειά της, οπότε προσπαθεί να καταφέρει ό,τι καλύτερο στον έναν χρόνο που της έχει δοθεί. Προσπαθεί να τον χρησιμοποιήσει για να βρει τη φωνή της, σαν καλλιτέχνιδα και σαν πρόσωπο. Είναι γεμάτη θαυμασμό, πιστεύω, για αυτόν τον νέο κόσμο, στον οποίο της επιτράπηκε να έχει πρόσβαση. Αυτό την κάνει ανοιχτή και ευαίσθητη με τρόπους που δεν περίμενε, αλλά θέλει να βιώσει τα πάντα, επομένως ακολουθεί το μη αναμενόμενο, όσο περισσότερο μπορεί. Αυτό της προκαλεί σύγχυση και αναταραχή, όμως πιστεύω ότι θέλει να ζήσει τη ζωή της, και γι’αυτό αφήνεται να τη χειριστεί όσο καλύτερα μπορεί.

  • Έχεις ποτέ επικοινωνήσει με κάποιον που αγαπάς μέσω Διαδικτύου; Τι θα έλεγες ότι είναι τα θετικά και τα αρνητικά μιας τέτοιας επικοινωνίας;

Χρησιμοποιώ το Skype για να μιλήσω με τη μητέρα και τους φίλους μου που βρίσκονται σε άλλες χώρες. Ο σύζυγός μου βρισκόταν στο Αφγανιστάν για ένα μικρό χρονικό διάστημα και χρησιμοποιούσαμε κάθε δυνατό μέσω επικοινωνίας για να έρθουμε σε επαφή. Στα θετικά, είναι ένας καλός τρόπος για να κρατάς επαφή. Για παράδειγμα έδωσε στον σύζυγό μου και σε μένα ελπίδα σε αυτόν τον μακρύ χρόνο που έλειπε. Μας κράτησε κοντά. Το αρνητικό είναι ότι σου λείπει η σωματική επαφή με το πρόσωπο αυτό. Η μυρωδιά ενός προσώπου, το πως το πρόσωπό τους συσπάται όταν λες κάτι που τους αρέσει ή όχι. Οι μικρές λεπτομέρειες που δεν μεταφράζονται απαραιτήτως σε πίξελ. Αλλάζεις το ένα είδος μαγείας για ένα άλλο.

  • Πόσο από τον εαυτό σου έβαλες στον χαρακτήρα;

Δεν ξέρω πως να απαντήσω στην ερώτηση. Νομίζω ότι είναι ένας συνδυασμός διαφορετικών στοιχείων. Αφήνω τον εαυτό μου να είμαι Ινδή, εάν αυτό βγάζει νόημα. Το πώς μιλούν οι δικοί μου, με τα χέρια τους, τα μάτια τους, το πρόσωπό τους. Υπάρχει ένα επίπεδο εκφραστικότητας που είναι πολιτισμικού και συγκεκριμένου χαρακτήρα και σε αυτή αφήνω τον εαυτό μου να χαλαρώσει. Επίσης, αύξησα το επίπεδο χαράς και θαυμασμού που συχνά νιώθω στη ζωή μου αλλά δεν εκφράζω απαραιτήτως, καθώς δεν είναι πάντα το σωστό πράγμα να κάνει κανείς. Η ιστορία υπήρχε ήδη. Εμείς ως ηθοποιοί συμπληρώσαμε τις λεπτομέρειες. Εγώ έφερα μαζί μου τη γνώση για τις ζωές των φίλων μου: από ανθρώπους που είχαν προσχεδιασμένους γάμους και είναι ευτυχισμένοι, από ανθρώπους που γνωρίζουν τον κόσμο που ζουν πολύ καλά και αισθάνονται άνετα με αυτόν.

Τζέιμς Νταφ

  • Πώς προέκυψε η ιδέα για την ταινία;

Όταν γράφαμε το Χανκ και Άσα (σ.σ. με τη σύζυγο, συν-σεναριογράφο και παραγωγό της ταινίας Τζούλια Μόρισον), ζούσαμε στην Πράγα και αισθανόμασταν μοναξιά και απομόνωση, όπως γίνεται καμιά φορά όταν μετακομίζεις σε μια καινούρια πόλη. Διατηρήσαμε επαφή με την οικογένεια και τους φίλους μας, αλλά όχι με έναν τρόπο που να ήταν ικανοποιητικός. Αρχίσαμε να θυμόμαστε εποχές στη ζωή μας, τότε που στέλναμε πραγματικά γράμματα και πως η δυναμική της αλληλογραφίας –η αναμονή και η προβολή στον άλλον- μας βοηθούσε σε δύσκολες στιγμές. Όταν εξετάζαμε την ιδέα για την ταινία, μιλήσαμε στον φίλο μας τον Ραζ, ο οποίος είχε φλερτάρει με τη σύζυγό του, στέλνοντάς της επιστολές-βίντεο από τον δρόμο. Ήταν απίστευτα γενναιόδωρος και μας άφησε να τα δούμε και τότε αποκτήσαμε αυτοπεποίθηση ότι η ιδέα μπορεί να δουλέψει.

  • Η ταινία σου μοιάζει πολύ αισιόδοξη απέναντι στην ιδέα της συνάντησης (και του έρωτα) με κάποιον μέσω του Διαδικτύου. Είσαι και εσύ το ίδιο αισιόδοξος ή πιστεύεις ότι μια τέτοιου τύπου επικοινωνία μπορεί να είναι προβληματική, ακόμα και εσφαλμένη;

Πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να έρθεις σε επαφή και να ερωτευτείς και διστάζω να πω ότι ο ένας τρόπος είναι καλύτερος ή χειρότερος από τον άλλο. Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους που οι άνθρωποι επικοινωνούν online είναι γιατί η επικοινωνία online είναι εγγενώς απελευθερωτική: σου επιτρέπει να είσαι ο άνθρωπος που θέλεις να είσαι, σου επιτρέπει να είσαι ο καλύτερος εαυτός σου. Και αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι καλά. Επιπλέον, βλέπεις μόνο ένα κομμάτι της εικόνας, οπότε υπάρχει και λίγο μυστήριο και μαγεία στις σκιές. Αυτό είναι ρομαντικό. Επιτρέπει σε μία έλξη να χτιστεί με τρόπο πιο έντονο. Φυσικά, ένα διαδικτυακό ρομάντσο προκαλεί το ερώτημα: μήπως κάποιες σχέσεις είναι καλύτερα να μένουν σε απόσταση; Νομίζω ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι διαφορετική για τον καθένα.

  • Η ταινία μιλά και για τον «έρωτα» με μία πόλη. Οι πρωταγωνιστές δείχνουν τα αγαπημένα τους σημεία σε Πράγα και Νέα Υόρκη. Εσένα ποια είναι τα αγαπημένα σου σημεία σε αυτές τις πόλεις.

Ελπίζαμε ότι η ταινία θα μπορούσε να αποτελέσει και μια ερωτική επιστολή ή μια καρτ-ποστάλ από τα αγαπημένα μας σημεία σε Νέα Υόρκη και Πράγα. Τα περισσότερα υπάρχουν στην ταινία. Γυρίσαμε το μοντάζ του φαγητού –όπου ο Χανκ δείχνει τα καλύτερα σημεία για φαγητό στη Νέα Υόρκη- στη γειτονιά μας: το Ιστ Βίλατζ. Τα αγαπημένα μας χοτ ντογκ τα φτιάχνει ένα μέρος που λέγεται Crif Dogs και εκεί ο Χανκ δείχνει στην Άσα πώς πρέπει να τρώγεται ένα χοτ ντογκ.

  • Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;

Δουλεύουμε πάνω σε αρκετά σενάρια. Μας ενδιαφέρουν χαρακτήρες που ενθουσιάζονται με το να κάνουν μια βαθιά, προσωπική επαφή με κάποιον τελείως διαφορετικό από τον εαυτό τους. Συχνά οι πιο απίθανες σχέσεις έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή πάνω μας και μας αλλάζουν περισσότερο. Θα θέλαμε να συνεχίσουμε να εξερευνούμε αυτά τα θέματα στις ταινίες μας.

Αλέξης Χρυσικός

  • Ποια ήταν η αίσθηση που ήθελες να δημιουργήσεις για την ταινία;

Αυτή η ταινία είναι κάπως δύσκολη, καθώς το κοινό υποτίθεται ότι βλέπει κομμάτια, γυρισμένα από τους χαρακτήρες στο περιβάλλον τους. Από την πρώτη συνάντηση με τον Τζιμ και τη Τζούλια ο στόχος ήταν η οπτική «αίσθηση» της ταινίας. Η ιδέα ήταν να πάρουμε στοιχεία από την προσωπικότητα των πρωταγωνιστών μας και να τα χρησιμοποιήσουμε σε όλη την ταινία. Ο Χανκ είναι ένας μοναχικός τύπος και παγιδευμένος, κατά έναν τρόπο, σε μία μέτρια, μονότονη ζωή. Αλλά ελπίζει ότι κάτι καλύτερο θα έρθει, πράγμα που τον κάνει να συνεχίσει να ψάχνει, προκειμένου να βρει αυτό το κομμάτι που λείπει. Η Άσα, από την άλλη, είναι περισσότερο εξωστρεφής, πιο πολύχρωμη –ο κόσμος της είναι προμελετημένος και κυριαρχείται από την επιλογή. Αυτά τα στοιχεία χρησιμοποίησα για να δημιουργήσω τους χώρους –όπως ο τοίχος ζωγραφικής στο δωμάτιο του Χανκ. Στην αρχή, ο τοίχος είναι κενός. Προοδευτικά, όσο ανοίγεται, γεμίζει με σκίτσα του. Αυτά είναι κυρίως σκίτσα του ανθρώπινου σώματος: χέρια, μάτια, πρόσωπα –αυτά που βλέπει, αυτά που του λείπουν. Βλέπουμε μία σκάλα που έχει τοποθετηθεί μπροστά σε αυτόν τον άδειο καμβά, που στη συνέχεια έχει ένα φως πάνω της. Πρόκειται για μικρές οπτικές μεταφορές που υπάρχουν συχνά στο background και το κοινό δεν τις προσέχει πάντα. Αλλά υπάρχουν εκεί και όσο περισσότερα στοιχεία «σφηνώνουμε» σε ένα κάδρο κάμερας που χειρίζονται οι πρωταγωνιστές, τόσο περισσότερους υποσυνείδητους συμβολισμούς μπορούμε να παρέχουμε στο κοινό. Αυτοί θα τους βοηθήσουν να καταλάβουν και να ακολουθήσουν την εξέλιξη των χαρακτήρων οπτικά, πέρα από το σενάριο. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν ότι όλα αυτά τα στοιχεία έπρεπε να βρίσκονται παντού και οι χώροι θα έπρεπε να είναι «ντυμένοι» 360 μοίρες. Την ώρα που η κάμερα γύριζε, δεν έπρεπε να φαίνεται καθόλου εξοπλισμός. Σε μια συνηθισμένη ταινία, υπάρχει εξοπλισμός παντού: φώτα, καλώδια, συντελεστές μιας ταινίας. Σε αυτήν έπρεπε όλα αυτά να είναι κρυμμένα ή αόρατα. Αυτό επετεύχθη κυρίως από τη φανταστική φωτογράφο μας, την Μπιάνκα Μπούτι, που ήταν πίσω από την κάμερα την περισσότερη ώρα. Με την εμπειρία της ήταν εύκολο να κάνει τα πάντα να φαίνονται τέλεια.

  • Προτιμάς τα εξωτερικά ή τα εσωτερικά γυρίσματα;

Οι εσωτερικοί χώροι είναι πάντα πιο ασφαλείς από πλευράς καιρού, ήχου και ελέγχου φωτισμού. Οι εξωτερικοί χρειάζονται πολύ περισσότερη οργάνωση και προγραμματισμό. Φυσικά, τα γυρίσματα σε πραγματικούς χώρους κοστίζουν πολύ λιγότερα χρήματα από την κατασκευή ενός σετ. Το να έχεις ένα σετ μπορεί να είναι ιδανικό για την παραγωγή, αλλά οικονομικά είναι απαγορευτικό για μια ταινία μικρότερου μπάτζετ. Οι τοποθεσίες παίζουν σημαντικό ρόλο στην κινηματογράφηση. Στις μεγαλύτερες ταινίες υπάρχει ένα ξεχωριστό τμήμα που αναζητά χώρους με ανεξάρτητο μπάτζετ και ειδικό προσωπικό. Για το Χανκ και Άσα οι υπέροχοι παραγωγοί μας ήταν επιφορτισμένοι να βρουν και να εξασφαλίσουν τις τοποθεσίες που είχαμε διαλέξει. Σε ταινίες χαμηλότερου προϋπολογισμού πρέπει να βασίζεσαι στη γοητεία και τη χαρισματικότητα του παραγωγού, προκειμένου να πείσει κάποιον ιδιοκτήτη να καταλάβουν οι συντελεστές μιας ταινίας τον χώρο του για λίγα χρήματα. Όπως καταλαβαίνετε, αυτό περιορίζει τις επιλογές για τις τοποθεσίες και τον χρόνο που ξοδεύει κανείς για αυτές. Η δουλειά ενός σχεδιαστή παραγωγής δεν είναι μόνο να βρει την καλύτερη δυνατή τοποθεσία που είναι κατάλληλη για την ιστορία, αλλά να φροντίσει και για τις πρακτικές ανάγκες της παραγωγής και τους περιορισμούς, από τις τουαλέτες για τους συντελεστές, μέχρι να ξέρει την απόσταση από το πιο κοντινό νοσοκομείο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, μέχρι τους απαραίτητους χώρους πάρκινγκ για τα οχήματα της παραγωγής. Όλοι αυτοί οι παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν αποφασιστεί εάν μια τοποθεσία είναι καλή για μια ταινία. Για μένα ένα προσόν –που δεν συνδέεται απαραίτητα με τον σχεδιασμό- είναι ο κόσμος στους δρόμους. Η Νέα Υόρκη είναι μια φανταστική πόλη να εργάζεσαι, ο κόσμος είναι τόσο συνηθισμένος στα κινηματογραφικά συνεργεία και σέβεται την διαδικασία. Η ενέργεια και η υπερηφάνεια που εισπράττεις από τους Νεοϋορκέζους που σταματούν να ρίξουν μια ματιά σε μια κινηματογραφική παραγωγή, ανεβάζει σε άλλο επίπεδο την εμπειρία της κινηματογράφησης.

  • Έχεις εργαστεί σε μεγαλύτερες χολιγουντιανές ταινίες και σε πιο ανεξάρτητα φιλμ. Ποια είναι η διαφορά –σε επίπεδο μεγέθους-, εάν υπάρχει;

Η τέχνη του κινηματογράφου είναι κάτι εξαιρετικό που τις περισσότερες φορές περιλαμβάνει έναν μικρό στρατό από απίστευτα αφοσιωμένους και ταλαντούχους ανθρώπους. Όταν αυτό το δεις από απόσταση μπορεί να μοιάζει ασήμαντο, όταν είσαι μέσα του για πολύ καιρό, αποτελεί ένα δικό του σύμπαν. Δεδομένου του μεγέθους του πρότζεκτ, για το χρονικό διάστημα που ασχολείσαι, πρέπει να γνωρίζεις ότι ένα μεγάλο μέρος της ζωής σου –ή συχνά και ολόκληρη η ζωή σου- θα πρέπει να «παγώσει» στη διάρκεια του πρότζεκτ. Για μένα υπάρχουν πολλές ομοιότητες ανάμεσα σε μια στρατιωτική αποστολή και μια κινηματογραφική παραγωγή. Πρώτα απ’ όλα η ιεραρχία: σε μικρότερες παραγωγές μπορεί να είναι πιο ευέλικτη, αλλά σε μεγαλύτερες πρέπει να τηρείται ευλαβικά. Αυτό γίνεται εξαιτίας του φόρτου εργασίας, των χρημάτων και των ευθυνών που έρχονται με αυτό. Πρέπει να δουλεύεις με διαφορετικό τρόπο όταν έχεις να κάνεις με 30.000 δολάρια και ένα συνεργείο 10 ατόμων σε σχέση με 200 εκατομμύρια δολάρια και ένα συνεργείο 200 ατόμων. Αυτό δεν σημαίνει ότι στις μικρότερου προϋπολογισμού ταινίες τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Συνήθως, οι ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού γίνονται εκτός των κανόνων της Ένωσης και αυτό είναι κάτι που γνωρίζεις όταν αποφασίζεις να ασχοληθείς με αυτές. Για αυτά το λόγο, το επίπεδο εξάντλησης στα μικρά πρότζεκτ είναι πολύ μεγαλύτερο, καθώς κάποιος πρέπει να εργαστεί μέχρι πολύ αργά με μικρή στήριξη. Στο τέλος της μέρας, όμως, και στις δύο περιπτώσεις ο στόχος είναι ο ίδιος και τον μοιράζονται παθιασμένα όλα τα τμήματα (μιας ταινίας) : να υπηρετήσεις το όραμα του σκηνοθέτη και να πεις μια ιστορία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Για μένα, η διαδικασία των γυρισμάτων είναι πολύ προσωπική, αλλά πρέπει να την προσεγγίζει κανείς ως παίχτης μιας ομάδας. Στο σετ όλοι εργάζονται πολύ σκληρά για να πραγματοποιήσουν τον στόχο του να πάνε τον θεατή ένα υπέροχο ταξίδι. Χρειάζεται πολύ υπομονή, σκληρή δουλειά και αγνή αφοσίωση για να μπορέσεις να συνεισφέρεις στο πρότζεκτ. Μερικές φορές, όταν όλα τα στοιχεία είναι εκεί, μπορεί κανείς να δημιουργήσει μια μικρή στιγμή σε μια ταινία που θα επηρεάσει τη ζωή ενός ανθρώπου. Για μένα αυτό είναι η απόλυτη ανταμοιβή.

* Ο Αλέξης Χρυσικός εργάζεται ως σκηνογράφος στην ταινία δράσης Run All Night της Warner Bros, ενώ κάποιες από τις πρόσφατες δουλειές του ήταν ο Λύκος της Γουόλ Στριτ του Μάρτιν Σκορσέζε, το Kill Your Darlings και το θρίλερ True Story.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *