ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Η Καρδερίνα

Βαθμολογία: 3,5 στα 5 (***1/5)

Ο Θίο χάνει τη μητέρα του σε έκρηξη σε ηλικία 13 ετών. Η παιδική του ηλικία καθορίζεται από αυτή την απώλεια, την οποία σημαδεύει η απόκτηση ενός πολύτιμου πίνακα, εκθέματος του μουσείου όπου έγινε η έκρηξη: ο πίνακας μιας μικρής Καρδερίνας. Ο ορφανός Θίο παραδέρνει από σπίτι σε σπίτι, αναζητώντας στοργή, φέροντας το βάρος -αλλά και την ανακούφιση- της ύπαρξης του πίνακά του.

Οι δυσκολίες της μεταφοράς ενός βιβλίου όπως «Η Καρδερίνα» της Ντόνα Ταρτ είναι τεράστιες. Πρόκειται για ένα περιγραφικό βιβλίο που παίρνει τον χρόνο του για να μας συστήσει τους ήρωές του, τις τοποθεσίες, να ξετυλίξει τα βαθύτερα συναισθήματα των χαρακτήρων. Ο Τζον Κρόουλι (Μπρούκλιν) είχε, λοιπόν, εξαρχής μια πολύ δύσκολη δουλειά στα χέρια του.

Τα κατάφερε, όμως, περίφημα, επιτυγχάνοντας να μεταφέρει την αίσθηση που αποπνέει το μυθιστόρημα. Όχι η Καρδερίνα δεν είναι οι Μεγάλες Προσδοκίες -αίσθηση που σου αφήνει το βιβλίο-, αποπνέει, όμως, την ατμόσφαιρα εγκλωβισμού, θλίψης και συναισθηματικού βάρους που συνοδεύει την ιστορία του Θίο. Οι χώροι έχουν την ίδια σημασία με τους χαρακτήρες στον κόσμο της Ντόνα Ταρτ και εδώ έχει γίνει εξαιρετική δουλειά του σκηνογράφου Κ.Κ. Μπάρετ και της ομάδας του. Ο υπέροχος Ρότζερ Ντίκινς επιλέγει κίτρινους και καφέ τόνους στη φωτογραφία, οι οποίοι δημιουργούν μια ζεστή ατμόσφαιρα που έρχεται σε αντίθεση με την αναταραχή και την ένταση του ήρωα.

Ένα μούδιασμα συνοδεύει τον θεατή καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας (παρά τις 2,5 ώρες δεν κουράζεται καθόλου). Σίγουρα, κάποιες από τις σχέσεις των χαρακτήρων δεν μπορούν να αναπτυχθούν πλήρως (όπως η σχέση του Θίο με την Πίππα). Το αίσθημα του εγκλωβισμού, της μοναξιάς, της αναζήτησης συντροφικότητας που διατρέχει ολόκληρη την ταινία, συγκινεί τον θεατή. Εντυπωσιακές οι ερμηνείες του Άνσελ Έλγκορτ, της Νικόλ Κίντμαν, του Φιν Γούλφχαρντ (γνωστού από το Stranger Things). Η Κίντμαν χτίζει έναν πολυεπίπεδο χαρακτήρα, μια γυναίκα φαινομενικά ψυχρή που καταφέρνει να συγκινηθεί όχι μόνο από το δράμα του Θίο, αλλά και από τον χαρακτήρα του, την αγάπη του για την τέχνη.

Σίγουρα υπάρχει πρόβλημα στην κορύφωση της ιστορίας, καθώς προς το φινάλε τα πράγματα κινούνται πολύ πιο γρήγορα, σε σχέση με το πρώτο μέρος (και η παρουσία του ενήλικου Μπόρις δεν βοηθάει). Πάντως, η ταινία έχει ένα συγκινητικό μη φινάλε, αφήνοντας το αίσθημα μιας ανοιχτής πληγής που ξέρεις ότι δεν θα κλείσει ποτέ, αλλά μαθαίνεις να ζεις μαζί της.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *