ΘΕΜΑΤΑΧρονομηχανή

In the Mood for Love

Του Γιώργου Παππά (Το κείμενο αναρτήθηκε στην ομάδα του Facebook 4K)

Τι είναι το In the Mood for Love;

in-the-mood-for-love-2

Είναι τα μυστικά τα κρυμμένα σε μια χορταριασμένη ρωγμή ενός τοίχου, όπως εκεί που αποθέτει τις μνήμες του αυτός που αγάπησε.
Είναι οι σιωπές της μοναξιάς, οι σιωπές του ανολοκλήρωτου πόθου, οι σιωπές όταν οι ήρωες αναρωτιούνται για το quizas, το ίσως.
Eίναι το δειλό άγγιγμα των χεριων, να συνοδεύει το ημιτελές βαλς του Ουμεμπαγιάσι σαν ατελής επαφή, μα είναι και τα χέρια που σφίγγονται, σαν χείλη καιόμενα που δαγκώνονται για να περικλείσουν το πάθος.
Είναι οι στενοί διάδρομοι της πολύβουης πολυκατοικίας όπου μαζί έρχονται αυτός που αγάπησε κι αυτή που αγάπησε, είναι ο κουτσομπολίστικος χορός των γειτόνων και των σπιτονοικοκύρηδων, είναι τα σύννεφα από τον καπνό του τσιγάρου αυτού που αγάπησε, καθώς με μαρτυρική προσμονή και διέγερση περιμένει τον ήχο του τηλεφώνου και την φωνή της.
Είναι τα βλέμματα που συναντιώνται τυχαία, οι στιγμιαίες επαφές οι καταδικασμένες από τον γάμο αυτής που αγάπησε με έναν απόντα, άπιστο ίσως, και τον γάμο αυτού που αγάπησε με μια άπιστη, είναι που δεν βλέπουμε ποτέ τα πρόσωπα ούτε της άπιστης, ούτε του απόντα.
Είναι η Maggie Cheung, θεϊκή, κι ακόμη θεϊκότερα καδραρισμένη και ντυμένη, με τα πολύχρωμα λουλουδάτα φορέματα να τυλίγουν την σιλουέτα της και τον ψηλό λαιμό της, κύκνος της Ανατολής, να βράζει από ανάγκη ν’αγαπηθεί και να αγκαλιαστεί, ν’αλλάζει βλέμματα και διαθέσεις καθως ο Καρ-Βάι παρακολουθεί τα ίσως και τους δισταγμούς των ηρώων.
Είναι η Maggie που την παρακολουθεί με δέος να περπατά ο φακός του Καρ-Βάι, καθώς λικνίζεται αριστοκρατικά και αυστηρά, κάμερα και Μάγκι να κινούνται σε αργόσυρτο ρυθμό, ίδιον με το διακοπτόμενο βαλς του Ουμεμπαγιάσι.
Είναι η νύχτα στο δωμάτιό του, με τους ήρωες παγιδευμένους, τον πόθο να στάζει πάνω τους σαν ιδρώτας τροπικός, αλλά την σιωπή να κυριαρχεί.
Είναι τα παλλόμενα χρώματα του Κρίστοφερ Ντόυλ, και ο φωτογράφος του ονειρικού ο Lee Pin-Bing, εξ ημίσειας να αιχμαλωτίζουν στον φακό τους ήρωες μέσα από παράθυρα και καθρέφτες και στενές χαραμάδες και μισόκλειστες πόρτες, μέσα στο θάμπος του εσωτερικού φωτός, σαν να είναι όλα όσα ζούνε αυτοί που αγάπησαν ένα ψέμα, ένα παραμύθι, ένα όνειρο.
Είναι οι τοίχοι με το ξεφτισμένο χρώμα και κουρελιασμένες αφίσες που γίνονται φόντο των μυστικών ιδιωτικών στιγμών αυτών που αγάπησαν, είναι ο Καρ-Βάι που τους καδράρει συνέχεια πίσω από κάγκελα, ανάγλυφο το φυλακισμένο τους πάθος.
Είναι οι νότες του Σιγκέρου, να ξεκινούν σαν διστακτικό βήμα και να απογειώνονται σαν δίνη παράφορη, να επαναλαμβάνονται και να ντύνουν τους ήρωες με το ένδυμα του κινηματογραφικού αθανάτου, κι ας είναι αυτές οι νότες δανεικές, κανείς δεν θυμάται πια τον Yumeji, τον ζωγράφο που έγινε ταινία κι εκεί πρώτα ακούστηκε η μελωδία του Ουμεμπαγιάσι.
Είναι αυτή η καθολική υπόκλιση, που το έκανε παρόν και κορυφαίο σε λίστες τόσων αταίριαστων, από τα Sight and Sound και τα Cahier’s μέχρι τα Empire, γιατί ακόμη και οι σημειολόγοι και τα παιδιά στα mall ερωτεύονται και μελαγχολούν.
Είναι τα Χρόνια που Ανθίσανε, όπως στον πρωτότυπο τίτλο, τα αισθήματα που κάψανε κι αφήσανε πληγή αγιάτρευτη, οι αποφάσεις που πάρθηκαν αργά, τα αντίο που δεν ειπώθηκαν, οι τυχαίες συναντήσεις μετά από χρόνια που δεν έγιναν.
Είναι αυτοί που αγάπησαν και αγαπήθηκαν.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *