Συνεντεύξεις

Συνέντευξη με τα κορίτσια του «Να Κάθεσαι και Να Κοιτάς»

Είναι οι δύο φρέσκιες πρωταγωνίστριες της νέας ταινίας του Γιώργου Σερβετά, Να Κάθεσαι και Να Κοιτάς. Η Μαρίνα Συμεού και η Μαριάνθη Παντελοπούλου ερμηνεύουν δύο κοπέλες εγκλωβισμένες στη βία και το σπαραγμό της ελληνικής επαρχίας.

Οι Cinεπιβάτες μιλήσαμε μαζί τους για θέματα που απορρέουν από την ταινία (όπως η βία και η ενδεχόμενη διέξοδος από αυτή, όπως και το προφητικό -όπως αποδείχτηκε- γεγονός που περιγράφει η ταινία: το χτύπημα μετανάστη από αυτοκίνητο και η εγκατάλειψή του), αλλά και για το πώς οι ίδιες αντιλαμβάνονται αυτά τα θέματα. Παράλληλα, δεν παραλείπουν να μας μιλήσουν για τα όνειρά τους. Εμείς τις γνωρίσαμε λίγο καλύτερα. Αξίζει να τις γνωρίσετε και εσείς…

Μαρίνα Συμεού

  • Ποια η σχέση της ηρωίδας σου Αντιγόνης με την Αντιγόνη του Σοφοκλή;

Το κοινό μοτίβο είναι ότι και οι δύο ηρωίδες έρχονται σε σύγκρουση με τον άρχοντα της πόλης υπακούοντας τη δική τους συνείδηση. Πέρα απ’ αυτό δεν υπήρξε κάποια πρόθεση η ταινία να συνομιλήσει με την τραγωδία του Σοφοκλή στα επιμέρους στοιχεία της. Δεν πάτησε δηλαδή το σενάριο πάνω στην Αντιγόνη αποσκοπώντας σε κάποια διακειμενικότητα ή κάτι τέτοιο. Ο μύθος όμως είναι σε όλους γνωστός και είναι αναπόφευκτο να δημιουργείται η ανάγκη στον θεατή να συγκρίνει την ηρωίδα της τραγωδίας με την αντιηρωίδα της ταινίας.

  • Απέναντι σε τι επαναστατεί η Αντιγόνη; Στην επαρχιακή λογική, στη βία που τη σπαρράσσει ή σε κάποια άλλη συνθήκη;

Για την Αντιγόνη είναι πιο βαρύ να «κάθεται και να κοιτάς» από το να δρα με όποιες συνέπειες κι αν έχει αυτό. Έχει όμως απαίτηση και οι γύρω της να αντιδρούν στην αδικία και την προσβολή. Όταν βλέπει την αδυναμία των άλλων απέναντι στην καφρίλα και τον τραμπουκισμό αποφασίσει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Δεν υπάρχει ζήτημα επαρχιακής λογικής. Και στην πόλη αντίστοιχα θα φερόταν. Η ακεραιότητά της δεν της επιτρέπει άλλο δρόμο από το να δράσει.

  • Στην ταινία οι ήρωες επιλέγουν την αυτοδικία. Είναι αυτή το πρώτο καταφύγιο μπροστά στην παράλογη βία;

Υπάρχει μεγάλη συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα. Προσωπικά δε μου αρέσει να χρησιμοποιώ τον όρο αυτοδικία. Αντιλαμβάνομαι ότι όταν οι θεσμοί δεν ανταποκρίνονται στο συλλογικό αίσθημα δικαίου δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από το να γκρεμιστούν και να ξαναχτιστούν. Στην ταινία πάντως, στο μέρος που καταφθάνει η Αντιγόνη δεν υπάρχει καμιά αξιοπιστία πια απέναντι στους θεσμούς. Η Αντιγόνη αν δεν υπερασπιστεί τον εαυτό της με τις δικές τις δυνάμεις θα κατασπαραχθεί.

  • Με τον Γιώργο Σερβετά έχετε ξανασυνεργαστεί. Τι σας άρεσε στην ταινία και σας έκανε να πείτε το «Ναι»;

Με τον Γιώργο είχαμε κάνει τις ”Αιτίες των πραγμάτων” το 2008. Ήταν μια DIY ταινία, αυθόρμητη και χειροποίητη. Ο Γιώργος έχει κάτι πολύ αυθεντικό και στον τρόπο που δουλεύει και σαν προσωπικότητα. Τον εμπιστεύομαι πολύ. Έχουμε κοινές αναφορές, κοινή γλώσσα και αυτό κάνει τα πράγματα πολύ εύκολα στη συνεργασία.

  • Εικόνες που βλέπουμε στην ταινία θυμίζουν ανατριχιαστικά περιστατικά με μέλη της Χρυσής Αυγής που έχουμε ακούσει να βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας το τελευταιο διάστημα. Η ζωή αντιγράφει την τέχνη ή η τέχνη τη ζωή;

Η ταινία γυρίστηκε πριν τις εκλογές του Μάη το 2012. Η ιστορία με τους νεοναζί δεν είχε εκτραχυνθεί ακόμα. Ξέραμε πώς υπήρχαν ως περιθώριο αλλά ακόμα δεν είχαν αποθρασυνθεί. Τότε ακόμα θα ντρεπόταν κανείς να βγει στο δρόμο με μπλουζάκι που θα έφερε νεοναζιστικά σύμβολα. Οι εκλογές με τις 400.000 χιλιάδες που τους στήριξαν πάγωσε τα αντιφασιστικά αντανακλαστικά της κοινωνίας. Κοντά στον τόπο που έγιναν τα γυρίσματα, μετά από ένα χρόνο, είχα δει με φρίκη παιδάκι τρίτης δημοτικού να φοράει μπλούζα των νεοναζί και τον πατέρα από πίσω να καμαρώνει. Δυστυχώς έπρεπε να φτάσουμε στο σημείο να δολοφονηθεί ένας Έλληνας για να ξυπνήσουμε ως κοινή γνώμη. Νιώθω ασυγκράτητη οργή και οδύνη για όσα έχει καταγράψει η πραγματικότητα και όταν ξαναβλέπω την ταινία με πιάνει ρίγος στη στιγμή της απαγωγής της Αντιγόνης από τον Νώντα. Δε θέλω όμως να ξανανιώσω ενοχή όπως ένιωσα με τον θάνατο του Παύλου Φύσσα. Κι ο μόνος τρόπος είναι να μη σωπαίνουμε.

  • Ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρο ενός νέου ηθοποιού;

Να παίζει σε πράγματα που στ’ αλήθεια τον ενδιαφέρουν και τον εκφράζουν. Να έχει την πολυτέλεια να λέει «όχι» σε ό,τι δεν τον αφορά.

  • Ποια είναι τα επαγγελματικά σας σχέδια αυτή την περίοδο;

Αυτό τον καιρό κάνω πρόβες για μια παράσταση που θα έχει τίτλο Αδελφοί Καραμάζοφ, η εμπειρία μιας ανάγνωσης. Είμαστε μια ομάδα από έξι ηθοποιούς που αρχίσαμε να ξαναδιαβάζουμε μαζί το έργο του Ντοστογιέφσκι από τον περασμένο Αύγουστο. Συζητήσαμε ατελείωτες ώρες, αφηγηθήκαμε προσωπικές εμπειρίες με αφορμή το έργο και δοκιμάσαμε διάφορους αυτοσχεδιασμούς εμπνευσμένους από όλα αυτά. Θα παρουσιαστεί τον Ιούνιο, στην αυλή του Αγ. Νικολάου του Ραγκαβά στην Πλάκα, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών.

Μαριάνθη Παντελοπούλου

  • Ποιο είναι το χαρακτηριστικό της μικρής επαρχιακής πόλης που κάνει την ηρωίδα σας να μοιάζει να ασφυκτιά μέσα σε αυτήν; Γιατί δεν φεύγει;

 Η Ελένη πράττει στην ταινία μέσα από δύο βασικά στοιχεία που την ορίζουν. Είναι θύμα κακοποίησης κατ’ εξακολούθηση και ταυτόχρονα αντιμετωπίζει και ψυχογενή προβλήματα. Άνθρωποι σαν την Ελένη αντιμετωπίζονται πάντα με την κοινή (και λίγο ενοχοποιητική) λογική μεσω ερωτήσεων του τύπου «Γιατί το κάνει; Γιατί δε φεύγει; Γιατί δεν αλλάζει τη ζωή του/της»; Αυτή είναι μια κριτική αντιμετώπιση. Έπιασα κι εγώ τον εαυτό μου να την κάνει τόσο όσο μελετούσα το ρόλο, αλλά και με πραγματικά συμβάντα στη ζωή μου. Τα θύματα κακοποίσης καθώς και οι άνθρωποι με ψυχογενή προβλήματα κινούνται μέσα σε ένα φαύλο κύκλο, γι’ αυτό και χρήζουν ειδικής βοήθειας. Μόνο και μόνο να συνειδητοποιήσει ο παθών τη θέση του και κατάστασή του είναι δύσκολο. Πόσο μάλλον να κάνει κάτι γι’ αυτή!  Αν κάνει κάτι η κοινωνία, είναι να συντηρεί και να τροφοδοτεί ή να αποσιωπά τέτοιες περιπτώσεις. Δεν αντιδρά και σε καμία περίπτωση δεν περιθάλπτει ή συμπονά. Στέκεται και κοιτά. Έτσι και στην ταινία. Η Ελένη προσδιορίζεται, αλλά και αυτοπροσδιορίζεται ως το «καμένο χαρτί».

  • Στη βία που αντικρίζουν γύρω τους, οι ήρωες αντιδρούν σπασμωδικά. Η βία έχει ως απάντηση τη βία;

Οι ήρωες δεν αντικρύζουν τη βία, αλλά είναι κομματι της βίας που αντικρύζουν οι θεατές. Είναι μέρος του κύκλου βίας. Είτε άμεσα, πράττοντας βίαια. Είτε έμμεσα, παρακολουθώντας. Όταν παίρνεις μέρος στον κύκλο βίας έμμεσα, δε σημαίνει ότι δεν έχεις προσλαμβάνουσες.  Άρα κι εσύ θα μεταφέρεις το δικό σου «τουβλάκι» βίας. Θα το ξεράσεις στη διπλανή πόρτα. Είναι ένα ντόμινο. Οπότε, ναι, ΟΚ, η βία δημιουργεί βία. Όμως νομίζω ότι δεν είναι αυτό το θέμα μας. Αυτή είναι μια ακραία συνθήκη σχέσεων των ηρώων για να αφηγηθείς μια ιστορία. Σκοπός της ταινίας (και κατ επεκτασή του σκηνοθέτη) δεν είναι να σχολιάσει τη βία. Τη χρησιμοποιεί για να πάρει θέση σε μια ιεραρχία σχέσεων και εξουσιών που λειτουργεί σχεδόν αρχετυπικά. Ο «καλός» και ο «κακός». Πώς ορίζουμε τον καλό και πώς τον κακό στο υπάρχον συστημα εξουσιών.

  • Πώς ήταν η εμπειρία των γυρισμάτων;

Τα γυρίσματα ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, κυριολεκτικά. Ήταν η πρώτη φορά που συμμετείχα σε γυρίσματα για ταινία μεγάλου μήκους και ήταν άκρως αποκαλυπτικό. Άνοιξε ένας μαγικός κόσμος. Είδα πως δουλεύουν τόσοι άνθρωποι διαφορετικών ειδικοτήτων για να ακουστεί το «πάμε». Και να σκεφτείς ότι ήταν και μια μικρή παραγωγή. Μου άρεσε πάρα πολύ. Όπως, επίσης, και το πώς αλλάζει ο τρόπος δουλειάς του ηθοποιού. Και από τότε άρχισα να παρακολουθώ και τελείως διαφορετικά τις ταινίες ως θεατής.

  • Με τον Γιώργο Σερβετά έχετε ξανασυνεργαστεί. Τι σας άρεσε στην ταινία και σας έκανε να πείτε το «Ναι»;

Με το Γιώργο είχαμε βρεθεί χρόνια πριν, όταν εγώ ήμουν ακόμα ερασιτέχνης ηθόποιός και αυτός έκανε την πρώτη του απόπειρα για μια μικρού μήκους. Στην ταινία είπα το «ναι» γιατί μου άρεσε που έπαιρνε θέση μ έναν τρόπο πολύ άμεσο. Μ’ ενδιέφερε η πρόθεσή του να μιλήσει στο θεατή τόσο άμεσα για το πως πιστεύει ότι υπάρχουμε τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Επίσης, μου άρεσε το πιστολίδι στο τέλος! Και το πως σκιαγραφεί τις ιεραρχίες των εξουσιών, αν και χοντροκομμένα μερικές φορές. Μόνο την Εκκλησία αφήσαμε απ’ έξω. Ευτυχώς, δηλαδή, γιατί αλλιώς θα ‘χαμε προβλήματα.

  • Σινεμά ή θέατρο; Ποιο από τα δύο προτιμάτε;

Η άμεση απάντηση θα ήταν σινεμά. Αλλά και στο θέατρο είναι τόσα αυτά που δεν έχω κάνει και θα ‘θελα να κάνω. Όποτε δεν νομίζω ότι είναι θέμα προτίμησης μέσου ακόμα. Εννοώ σε σχέση με την εμπειρία μου και τις ανάγκες που, προς το παρόν, έχω.

  • Ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρο ενός νέου ηθοποιού;

Υπάρχουν αρκετοί νέοι ηθοποιοί και άρα αρκετά διαφορετικά όνειρα. Ίσως μια κοινή ελπίδα όλων μας είναι να καταφέρουμε να «παλιώσουμε».. Ίσως και όχι. Δεν ξέρω. Αυτό που θα ‘θελα είναι να μπορώ να δουλεύω και, πλέον, να κάνω δουλειές που να μου ανοίγουν νέα πεδία σκέψης κ δράσης.

  • Ποια είναι τα επαγγελματικά σας σχέδια αυτή την περίοδο;

Τα δύο τελευταία χρόνια είμαι μέλος της θεατρικής ομάδας Ubuntu. Φέτος, ανεβάσαμε στο Bios τη Διαβολιάδα σε σκηνοθεσία Ελεάνας Τσίχλη. Συμμετέχουμε μ’ αυτήν την παράσταση στο Βob Festival και πήραμε και παράταση για τέσσερις ακόμα παραστάσεις μετά τη λήξη του Festival. Πάντα στο χώρο του Bios. Το καλοκαίρι θα ονειρεύομαι…

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *