Ελληνικό ΣινεμάΘΕΜΑΤΑ

Ο Τάσος Μπουλμέτης «παίζει μπάλα» και μας ταξιδεύει στην Ελλάδα του «1968»

26240687_158066514818627_7547695427824484799_o

Σε ένα ιστορικό ΑΕΚτζίδικο στέκι, την ταβέρνα του Λουκιδέλη στα στενά της Νέας Φιλαδέλφειας, μία ομάδα δημοσιογράφων (αθλητικογράφων και πολιτιστικών συντακτών) έχει συγκεντρωθεί για να ακούσει ιστορίες για την ΑΕΚ και το 1968, τη νέα ταινία του Τάσου Μπουλμέτη. Η ομάδα της παραγωγής κάθεται στο κεντρικό τραπέζι: Γιάννης Βούρος, Ορφέας Αυγουστίδης, Βασιλική Τρουφάκου, Τάσος Μπουλμέτης, Γιώργος Μητσικώστας και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, ο οποίος στην ταινία ερμηνεύει τον ρόλο ενός μαέστρου.

Ο Λουκιδέλης έχει μεγάλη -αθλητική, αλλά και κινηματογραφική- ιστορία. Πρωτοδημιουργήθηκε το 1933, ενώ το νέο υπόγειο (στο οποίο βρεθήκαμε ένα μεσημέρι καθημερινής) φτιάχτηκε το 1958. Στο υπόγειο της ταβέρνας έχει μάλιστα γυριστεί και μία από τις σκηνές της ταινίας «Η Κυρία Δήμαρχος» με τη Γεωργία Βασιλειάδου. Ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας παρουσίασε μάλιστα τρεις νέες καρέκλες που φέρουν ονόματα συντελεστών του 1968: τις καρέκλες του Τάσου Μπουλμέτη, του Γιώργου Μητσικώστα και του Γιάννη Βούρου.

Στο «1968», ένα μείγμα ταινίας μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ο Τάσος Μπουλμέτης μιλά για τον αθλητικό θρίαμβο του 1968, όταν η ΑΕΚ κατέκτησε το ευρωπαϊκό κύπελο στο μπάσκετ με αντίπαλο την θρυλική Σλάβια Πράγας. Ο σκηνοθέτης μπλέκει πραγματικές αφηγήσεις παικτών και φιλάθλων που βρέθηκαν στο Καλλιμάρμαρο, με ιστορίες -κάποιες προϊόν μυθοπλασίας, κάποιες που έφτασαν στα αυτιά του σχεδόν σαν «θρύλοι».

1968-003

Όλα ξεκίνησαν όταν ο ΑΕΚτζής σκηνοθέτης έδωσε μια συνέντευξη σε αθλητική εφημερίδα για την προηγούμενη ταινία του, τον «Νοτιά». Πολύ σύντομα έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον Μάκη Αγγελόπουλο, τον πρόεδρο της μπασκετικής ΑΕΚ, ο οποίος του μίλησε για μια ιδέα που είχε: μία ταινία μυθοπλασίας για τον αγώνα του 1968, με αφορμή την επέτειο των 50 ετών από την ιστορική αναμέτρηση. «Ο Μάκης Αγγελόπουλος μού ζήτησε η ταινία να είναι fiction. Δεν είχα τα κότσια να το κάνω. Πάντα ήθελα να γυρίσω ένα ντοκιμαντέρ, οπότε επέλεξα το 1968 να είναι ένα docufiction» σημειώνει ο Τάσος Μπουλμέτης.

Ο σκηνοθέτης ζήτησε από τη διοίκηση της ΑΕΚ ένα πράγμα: «Να φτιαχτεί ένα αρχείο για την ΑΕΚ. Η ΑΕΚ έχει ιστορία πολιτισμού, έχει αποχωρισμούς, προσφυγιά, απώλειες» σημειώνει. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πλούσιο αρχείο συνεντεύξεων διάρκειας 23 ωρών. Κάποιες από τις συνεντεύξεις και τις ιστορίες μπήκαν στην ταινία, κάποιες άλλες δεν χώρεσαν. «Το DVD θα περιλαμβάνει έναν πλούτο στοιχείων» υπόσχεται ο Τάσος Μπουλμέτης.

«Έχω υπάρξει πολύ κακός μπασκετμπολίστας. Στα πρώτα μου σκιρτήματα ερωτεύτηκα μια κοπέλα που της άρεσε το μπάσκετ. Και γράφτηκα στο Μαρούσι να παίξω μπάσκετ. Στον δεύτερο αγώνα που έπαιξα, σηκώθηκε σύσσωμη η κερκίδα κι άρχισε να ουρλιάζει: “Με τον Μπουλμέτη αρχηγό και όλοι ενωμένοι, βάλτε μια πέτρα στον λαιμό και μπουμ στη Βουλιαγμένη”. Ήταν η μέρα που αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης» λέει.

Ο ίδιος θυμάται να ακούει μικρός τον αγώνα με τον πατέρα του από ένα μικρό ραδιόφωνο. Το ραδιόφωνο αυτό (καθώς και μια φωτογραφία των γονιών του) βρήκε τη θέση του και στην ταινία.

1968-007

«Η ταινία δεν είναι οπαδική, αφορά την Ελλάδα και τον θρίαμβο του αθλητισμού» σημειώνει ο σκηνοθέτης που με συνεντεύξεις και μικρές λεπτομέρειες φροντίζει να δείξει το πόσο ενωμένοι υπήρξαν οι Έλληνες απέναντι στη σημαντική αυτή αθλητική στιγμή. Σημαντική για έναν ακόμα λόγο: γιατί κατάφερε την περίοδο της δικτατορίας, όπου απαγορεύονταν οι μαζικές συγκεντρώσεις, να μαζέψει 80.000 ανθρώπους μέσα σε ένα στάδιο. «Υπήρχε η αίσθηση του κόσμου ότι συμμετέχει σε μια λαϊκή παρουσία, χωρίς να μπορεί να εκδηλωθεί» επισημαίνει ο σκηνοθέτης. Μάλιστα, ο Τάσος Μπουλμέτης λέει ότι ήθελε να μιλήσει και με τον Γ.Πατακό που ήταν στο στάδιο, αλλά πέθανε.

Ο Γιάννης Βούρος σημειώνει για την συμμετοχή του στην ταινία: «Ο καθένας μας κουβαλά ένα κομμάτι της εφηβείας του. Γεννήθηκα στους χωματόδρομους της Νέας Φιλαδέλφειας. Πέρασα από τα γήπεδα της ΑΕΚ, το γεγονός ότι έχω ματώσει, έχω χάσει και έχω κερδίσει με την ομάδα συνθέτουν ένα ιδιαίτερο πλέγμα για την παρουσία μου στην ταινία».

Μία από τις ιστορίες της ταινίας είναι εκείνη που ο χαρακτήρας του Ορφέα Αυγουστίδη, αυτού του «αξύριστου αλητάκου» όπως χαρακτηρίζει τον ρόλο του σερβιτόρου ο Τάσος Μπουλμέτης, τάζει γάμο στην κοπέλα του, την οποία ερμηνεύει η Βασιλική Τρουφάκου, σε περίπτωση που η ομάδα κερδίσει -περιμένοντας να μην κερδίσει. Είναι μια ιστορία που μεταφέρεται στόμα με στόμα και έφτασε από τη διοίκηση της ΑΕΚ στα αυτιά του Τάσου Μπουλμέτη. «Εγώ, διαβάζοντας το σενάριο, δεν κατάλαβα ότι πρόκειται για μία γυναίκα που “λυσάει” να παντρευτεί» λέει η Βασιλική Τρουφάκου. «Είναι πολύ ερωτευμένη με τον σερβιτόρο της. Αυτό διάβασα, αυτό κατάλαβα και αυτό έπαιξα» τονίζει η ηθοποιός. Ο σκηνοθέτης σημειώνει ότι έχει ακούσει δυο τρεις παρόμοιες ιστορίες. «Ήταν σχεδόν κλισέ να υπόσχεσαι γάμο αν η ομάδα σου κέρδιζε» προσθέτει.

1968-903

Σε έναν διαφορετικό ρόλο βρίσκουμε τον Γιώργο Μητσικώστα. Ο γνωστός παρουσιαστής ερμηνεύει έναν ιδιοκτήτη πρακτορείου Προ-πο. «Έχω μεγαλώσει 50 μέτρα από την ταβέρνα του Λουκιδέλη. Η ανησυχία μου ήταν το ότι έπρεπε να ερμηνεύσω έναν χαρακτήρα εποχής. Προσπάθησα να θυμηθώ χαρακτήρες της εποχής που γνώριζα και κάπως έτσι πάτησα στον ρόλο» σημειώνει ο κωμικός. «Έχω πει στον Τάσο ότι τον θεωρώ φιλμόσοφο και στην ταινία αισθάνθηκα σαν να βρισκόμουν σε μια τελετουργία. Είναι σαν το πείραμα της… Νέας Φιλαδέλφειας: η ταινία δημιουργεί μια χωροχρονική δίνη που μας μεταφέρει στο τότε» τονίζει. Ερωτηθείς εάν θα ήθελε να ασχοληθεί περισσότερο με την υποκριτική, λέει ότι με την ταινία ξεκινάει ένα νέο ταξίδι «που κάπου θα βγάλει».

Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης κάνει έναν μαέστρο της εποχής. Δεν πρόκειται για κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, αν και σε πολλούς θα έρθει στο μυαλό ο Γιώργος Ζαμπέτας. «Δεν χρειάστηκα έρευνα για τον ρόλο μου γιατί η ταινία περιέχει στοιχεία οικεία, δικά μου. Ο χαρακτήρας μου μού ήταν οικείος ως άρωμα» τονίζει.

* Η ταινία «1968» θα προβάλλεται στις αίθουσες από τις 25 Ιανουαρίου, σε διανομή Feelgood.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *