Σινεμά

Oblivion

Ο Τομ Κρουζ ερμηνεύει έναν βετεράνο στρατιώτη, ο οποίος βρίσκεται στον πλανήτη γη και η αποστολή του είναι να προστατεύσει τα μηχανήματα που μεταφέρουν νερό στο διάστημα για τους κατοίκους του πλανήτη Γη που ζουν εκεί μετά από έναν πόλεμο με τους εξωγήινους. Σύντομα ανακαλύπτοι ότι οι θεωρούμενοι εξωγήινοι είναι στην πραγματικότητα άνθρωποι, γεγονός που τον κάνει να αμφιβάλει για τον πλανήτη, την αποστολή του και για τον ίδιο του τον εαυτό.

Η ταινία του Τζόζεφ Κοζίνσκι (Tron: Legacy) δεν είναι ακριβώς κακή. Κατ΄αρχάς έχει εντυπωσιακότατες εικόνες. Μία γη αφημένη, σχεδόν κατεστραμμένη (δηλαδή η Αμερική εδώ που τα λέμε, καημό το έχω να δω ταινία Sci fi να εκτυλίσσεται στα συντρίμμια της Ευρώπης, της Ασίας ή της Αφρικής) σε εικόνες επικές, εντυπωσιακές. Ειδικά η σκηνή που ο Τομ Κρουζ οδηγεί σε μία τεράστια αμμουδερή έκταση και δίπλα του στέκονται κουφάρια πλοίων-μάρτυρες της καταστροφής, είναι εξαιρετική.

Αυτή είναι μία ταίνια «μαστόρων»: ο διευθυντής φωτογραφίας Κλαούντιο Μιράντα (Η Ζωή του Πι) φτιάχνει ονειρικές εικόνες ενός μέλλοντος που ταυτόχρονα μας φοβίζει και μας στοιχειώνει, ενώ οι Ντάρεν Γκίλφορντ και Κέβιν Ισιόκα δημιουργούν μερικά από τα πιο εντυπωσιακά σκηνικά που έχουμε δει σε ταινία του είδους τα τελευταία χρόνια.

Η αλήθεια είναι ότι ο Κοζίνσκι προσπαθεί. Να συνδυάσει την περιπέτεια, το fun με ένα κάποιο νόημα για το μέλλον του πλανήτη μας και το δικό μας.

Κρίμα, λοιπόν, που η ταινία του συνεχώς κάτι σου θυμίζει.

Στιγμές στιγμές νοιώθεις σαν να έχει δανειστεί στοιχεία από όλες τις sci-fi που έχεις δει στη ζωή σου: από την μαύρη πλάκα του 2001, στο death star του Star Wars και το σκάφος της Μέρας Ανεξαρτησίας, στις σκιές που έρπουν στο I Am Legend, στο στοιχείο της έκπληξης του Moon, στις μάσκες αλά Darth Vader και πάλι του Star Wars, σε μια Αμερική βγαλμένη λες από τον Πλανήτη των Πιθήκων, σε ένα σύμπαν που μοιάζει με αυτό του Wall-E στην ταινία της Pixar… Είναι λογικό μία σύγχρονη ταινία επιστημονικής φαντασίας να κάνει αναφορά σε άλλες ταινίες του είδους, αλλά όταν εξαντλείται σε μία συρραφή αυτών, τότε τα πράγματα μάλλον δεν είναι καλά.

Ο Τομ Κρουζ είναι, φυσικά, αξιοπρεπής, όπως σε όλες τις ταινίες του. Σχεδόν δεν το πιστεύεις ότι αυτός ο άνθρωπος είναι 51 ετών (!) Σοβαρά τώρα, τι τον ποτίζουνε;

Ωστόσο, όταν τα πράγματα περιπλέκονται, και ο ήρωάς του, Τζακ Χάρπερ, καλείται να διαχειριστεί κοσμογονικές αλλαγές, εκείνος στέκει απλά αδιάφορος. Ο κόσμος του έρχεται τα πάνω κάτω και ο Χάρπερ το αποδέχεται απλά, λες και είναι φυσικό να ανατρέπουν την ίδια σου την ύπαρξη. Άλλος στη θέση του θα είχε σχεδόν τρελλαθεί.

Θα πει κανείς, καλά περιμένεις από αμερικανικό blockbuster να δείχνει πως οι ήρωες διαχειρίζονται τα εσωτερικά διλήμματά τους; Και όμως. Αυτό κάνει μια αξιοπρεπή ταινία να διαφέρει από μία πραγματικά σπουδαία ταινία.

Στα αρνητικά το voice over (πραγματικά πιστεύω ότι πρέπει να καταργηθεί ως τεχνική στο σινεμά) και η μουσική. Ο Κρουζ κάνει δύο φορές σύνδεση με τα προηγούμενα (αν μέχρι τη μέση έχουμε ξεχάσει τι έχει συμβει στη γη, αναλαμβάνει να μας το θυμίσει).

Εκεί που η μουσική των Άντονι Γκονζάλες, Μ.8.3. αρχικά μπορεί να θεωρηθεί υποβλητική, η συνεχή χρήση της καταντά αποπνικτική, κάνει τον θεατή να ασφυκτιά στην αναμονή για κάτι επικό (που τελικά απογοητεύει όταν έρχεται).

Τα σεναριακά twist μοιάζουν βεβιασμένα και εξαναγκασμένα. Σαν να σκέφτηκε ο σκηνοθέτης/σεναριογράφος/συγγραφέας του κόμικ ότι εδώ «πρέπει» να μπει αυτό, προκειμένου να κρατήσουμε το ενδιαφέρον του θεατή. Ειδικά το τέλος, φαίνεται γραμμένο στο πόδι και στόχο έχει να κλείσουν οι σεναριακές τρύπες και να «ικανοποιηθεί» ο θεατής.

Όσον αφορά τα υπόλοιπα μέλη του καστ, ο Μόργκαν Φρίμαν είναι απλά διεκπαιρεωτικός, η Όλγκα Κουριλένκο όμορφη αλλά μάλλον αδιάφορη, ενώ αυτή που πραγματικά ξεχωρίζει είναι η Άντρεα Ράισμπορο. Επιδεικνύοντας αίσθηση υπευθυνότητας, ανησυχία, ζήλια, φόβο, είναι μια απόλαυση να την βλέπεις στη μεγάλη οθόνη. Οι σκηνές όπου ο Τομ Κρουζ προσπαθεί να την πείσει να έρθει μαζί του είναι από τις πιο ανθρώπινες του φιλμ (αν το έκανε κιόλας θα ήταν ακόμα καλύτερα).

Τελικά, να τη δω ή όχι;

Με εντυπωσιακές εικόνες και σκηνικά, το Oblivion είναι ταινία της μεγάλης οθόνης. Το εντυπωσιακό της στοιχείο θα χάνει στο DVD. Ωστόσο, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχες σεναριακές προκλήσεις. Λίγο πάνω από τον μέσο όρο των πρόσφατων αμερικανικών sci-fi ταινιών -αν και όχι τόσο πρωτότυπο-, αρκεί για ένα ευχάριστο βράδυ, εάν ο θεατής θέλει να χορτάσει ανώδυνο «θέαμα», χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

2 σκέψεις σχετικά με το “Oblivion

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *