Χάρτινες Πόλεις (Paper Towns)
Η δεύτερη ταινία που βασίζεται σε μπεστ σέλερ του Τζον Γκριν που προβάλλεται στη μεγάλη οθόνη μέσα σε δύο χρόνια, μετά το Λάθος Αστέρι που αναδείχθηκε σε πολύ μεγάλη επιτυχία.
Ο 17χρονος Κουέντιν φοιτά στην τελευταία τάξη του σχολείου. Είναι ερωτευμένος με την ατίθαση γειτόνισσά του τη Μαργκό. Όταν η Μάργκο εξοργίζεται με τον πρώην φίλο της, εκείνη κι ο Κουέντιν περνούν το βράδυ τους τριγυρίζοντας σε μία άδεια πόλη. Την επόμενη μέρα η Μάργκο εξαφανίζεται. Ο Κουέντιν, ανήσυχος, θα ξεκινήσει μια διαδικασία μαζί με τους δύο καλύτερους φίλους για να ανακαλύψει που βρίσκεται. Σύντομα θα βρει σημάδια που θα θεωρήσει ότι δηλώνουν την παρουσία της και θα κληθεί να αποφασίσει τι θα κάνει.
Οι Χάρτινες Πόλεις του τίτλου αναφέρονται σε μία αίσθηση ψεύτικης ύπαρξης, μία αίσθηση που στην ταινία φαίνεται ότι αφορά τη νέα γενιά που αντικρίζει άλλοτε με βαρεμάρα, άλλοτε με κατανόηση και άλλοτε με τρυφερότητα.
Θα αποτολμήσω μία σύγκριση (αν και πολλοί είναι αυτοί που θα πέσουν να με φάνε). Πιστεύω ότι σε λίγα χρόνια Οι Χάρτινες Πόλεις θα είναι για το 2010s ότι ήταν το Breakfast Club για τα 80s ή ότι ήταν το Clueless για τα ’90s: ένα μικρό φαινόμενο για την εφηβική κουλτούρα μιας ολόκληρης εποχής.
Σύμφωνοι: η ταινία είναι αρκετά mainstream και αναφέρεται σε μία μεσαία τάξη και όχι σε μία εφηβεία του περιθωρίου. Αλλά αυτό δεν αρκεί για να την μετατρέψει σε κακή ταινία. Γιατί –και αυτό δεν ξέρω αν οφείλεται στο βιβλίο του Γκριν ή στο σενάριο των Σκοτ Νόισταντερ και Μάικλ Γουέμπερ- είναι μία ταινία που καταφέρνει να προσεγγίζει με συμπάθια και ρεαλισμό τους εφήβους της. Αντίθετα με την καταπιεστική συγκίνηση που προκαλούσε το Λάθος Αστέρι, εδώ τα συναισθήματα δεν εκβιάζονται. Κυλούν φυσικά –και γι’ αυτό πολύτιμα.
Ξέρεις από την αρχή ότι αυτή η ιστορία δεν είναι μία ιστορία ενός έρωτα. Είναι μία ιστορία εξεύρεσης μίας ταυτότητας, μία ιστορία όπου ο Κουέντιν καλείται να εγκαταλείψει την «ζώνη ασφάλειάς του» -όπως του λέει στην αρχή η Μάργκο. Μια διαδικασία που περιλαμβάνει ένα ταξίδι, σίγουρα, αλλά περιλαμβάνει και απλά πράγματα, όπως ένα πάρτι ή έναν χορό. Γιατί υπάρχουν στιγμές που οι έφηβοι μιλούν σαν καθηγητές –αλλά γιατί οι έφηβοι θα έπρεπε να μιλούν σαν ηλίθιοι- και άλλες που απλά τραγουδούν ένα χαζό τραγουδάκι από μία παιδική τηλεοπτική σειρά, προκειμένου να ξεπεράσουν τους φόβους τους.
Και για αυτές τις δεύτερες αγάπησα το Paper Towns.
Αξίζει να αναφερθούμε και σε μια ακόμα σκηνή που σίγουρα θα συζητηθεί λόγω του επίκαιρου χαρακτήρα της. Πρόκειται για τη σκηνή που δείχνει τον Κουέντιν να δίνει στον Αφροαμερικανό κολλητό του μία μπλούζα με τη σημαία της Κοινοπολιτείας και σλόγκαν «κληρονομιά όχι μίσος». «Μου κάνεις πλάκα, έτσι;» του απαντά αυτός και τη γυρίζει ανάποδα για να τη φορέσει.
Είναι τέτοιες σκηνές που δείχνουν ότι οι Χάρτινες Πόλεις δεν είναι μια ανεγκέφαλη ταινία. Εντάξει, είναι μια ταινία όπου ακόμα και ένας nerd μπορεί να κατακτήσει για ένα βράδυ το κορίτσι των ονείρων του, αλλά πού είναι το πρόβλημα με το να ονειρεύεσαι; Δεν λειτουργούν όλα τέλεια, δεν έχουν όλα happy ending, ή καλύτερα έχουν το happy ending που θα έπρεπε στην εφηβεία: η ευτυχία είναι κάτι που βρίσκουμε στα μικρά πράγματα.
Ο πρωταγωνιστής Νατ Γουλφ έχει κάτι από τη στόφα του Τζον Κιούζακ, τόσο στην εμφάνιση, όσο και στην ερμηνεία. Ο Όστιν Άνταμς ξεχωρίζει ως το αστείο μέλος της παρέας, ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η παρουσία της Κάρα Ντελεβίν –μοντέλο στο επάγγελμα- προσθέτει φρεσκάδα στο όλο εγχείρημα.
Τελικά να τη δω;
Στη λογική του Dawson’s Creek μια γλυκόπικρη εφηβική ταινία από αυτές που δεν βλέπουμε συχνά στη μεγάλη οθόνη
Fun Trivia: Ο Νατ Γουλφ έπαιξε και στο The Fault in our Stars, ενώ στο Paper Towns εμφανίζεται σε μία σκηνή ο πρωταγωνιστής του Λάθος Αστεριού, Άνσελ Έλγκορτ
Τι θα έλεγες για το Paper Towns σε σχέση με το Garden State του Ζακ Μπραφ (2004) ή το πιο πρόσφατο Short Term 12 (2013);